Με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου που έρχεται, είμαστε υπερήφανοι που παρουσιάζουμε τρεις συνεντεύξεις από τρεις σημαντικές καλλιτέχνιδες, με άξονα αναφοράς τη Σοφία Βέμπο. Τις συνεντεύξεις από τη Λίνα Νικολακοπούλου, τη Χαρούλα Αλεξίου και τη Δήμητρα Γαλάνη, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό ΒΗΜΑgazino (18 Ιουνίου 2006, αρ. 296), έλαβε ο έγκριτος δημοσιογράφος Αργύρης Παπαστάθης.
Της Ελλάδας φωνές
Οι Λίνα Νικολακοπούλου, Δήμητρα Γαλάνη και Χάρις Αλεξίου μιλούν (και τραγουδούν) για τη μεγάλη Σοφία Βέμπο
του Αργύρη Παπαστάθη
«Και εσύ αν μου χτυπούσες την πόρτα, φοβισμένος και με σπασμένο κεφάλι, θα σ’ έβαζα στο σπίτι και θα σε φιλοξενούσα». Τον Νοέμβριο του 1973, η Σοφία Βέμπο ήταν αρκετά μεγάλη και πολύ καταξιωμένη για να μασήσει τα λόγια της στον αξιωματικό που ζήτησε να μάθει αν αληθεύει η πληροφορία ότι το προηγούμενο βράδυ, το βράδυ των γεγονότων στο Πολυτεχνείο, είχε κρύψει στο διαμέρισμά της – γωνία Στουρνάρη και Πατησίων, 100 μέτρα από την πύλη – κυνηγημένους φοιτητές. Η Βέμπο άλλωστε είχε βρεθεί σε πολλών λογιών πεδία μάχης στη ζωή της. Εδώ είχε επιβιώσει από τα καλέσματα στις χουντικές εορτές κακογουστιάς! Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας, στο Καλλιμάρμαρο, είδε η Λίνα Νικολακοπούλου για πρώτη και τελευταία φορά την εθνική τραγουδίστρια επί σκηνής. Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1960.
«Ο πατέρας μου ήταν εν ενεργεία στρατιωτικός, ταξίαρχος, με ένα μεγάλο προτέρημα, ότι ποτέ δεν προπαγάνδισε στο σπίτι υπέρ του καθεστώτος. Μία ημέρα του δώσανε κάτι προσκλήσεις για μια γιορτή στο Καλλιμάρμαρο και, χωρίς να θέλει να παραστεί ο ίδιος, έφερε τις προσκλήσεις στο σπίτι και έτσι πήγα με τη μητέρα μου. Θυμάμαι ότι φορούσα ένα μίνι άσπρο φουστάνι – ήταν στη μόδα εκείνη την εποχή – και ότι ένιωθα άβολα μέσα στο λεωφορείο. Εκείνο το βράδυ, είδα μια γυναικεία φιγούρα ανεβασμένη σε ένα υπερυψωμένο επίπεδο και γύρω γύρω σκοτάδι. Και επειδή δεν κινιόταν, δεν καταλάβαινα αν ήταν η ίδια η Βέμπο ή είχανε βάλει ένα ομοίωμά της. Η φωνή ακουγόταν εξωπραγματική. Θυμάμαι τους τσολιάδες, τους χορευτές, τους αρχαίους Έλληνες και τις επτά πληγές του Φαραώ, αλλά για χρόνια δεν ήξερα αν όντως είχα δει τη Βέμπο ζωντανά. Εφέτος το ρώτησα και έμαθα τελικά ότι η ίδια είχε πάει» περιγράφει η Νικολακοπούλου. Δεν έχει ξεχάσει ακόμη το πόσο μεγάλη ήταν η κλίμακα του σταδίου και τον κόσμο που έμπαινε σαν ποτάμι. Το στάδιο ήταν κατάμεστο από μαθητές από όλα τα σχολεία της Αθήνας. Ανάμεσα στα χιλιάδες παιδιά βρέθηκε εκεί, εκτός από τη μικρή Λίνα, μαθήτρια της Α’ Γυμνασίου τότε, η λίγο μεγαλύτερή της και επίσης μαθήτρια Δήμητρα Γαλάνη.
Έπειτα ήρθαν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και η Σοφία Βέμπο ξαναβρήκε την παλιά της ορμητικότητα. Έστω για λίγο. Παρά την επιβαρημένη υγεία της. «Η μάχη για την ελευθερία ενάντια στον φασισμό υπήρξε σταθερό σημείο αναφοράς στη ζωή της. Εκείνη την περίοδο είχε αποσυρθεί από το τραγούδι, αισθανόταν πικραμένη και άδεια, και το Πολυτεχνείο τη ζωντάνεψε» σχολιάζει σήμερα η Λίνα Νικολακοπούλου. «Προσπαθώ να διακρίνω το κίνητρό της. Από πού πήγαζε δηλαδή όλη αυτή η δύναμη και η ενέργειά της να τρέχει σε νοσοκομεία και καταστρώματα πλοίων, να σκαρφαλώνει στα φυλάκια την εποχή του πολέμου και να θέτει τον εαυτό της στην υπηρεσία του τόπου. Βλέπω τη Βέμπο να γίνεται δυνατή ίσως γιατί έπρεπε να ισορροπήσει κάτι άλλο μέσα της. Όλο αυτό το δόσιμο γιάτρευε την ίδια. Ήξερε ότι είχε μεγάλη δύναμη και ένα εκτόπισμα που δεν πιστεύω ότι μπορούσε να το δαμάσει αλλιώς. Αυτό ήταν η ζωή της, η επικοινωνία με τον κόσμο. Και είναι κάτι που δεν ξέρω αν πρόλαβε να ερμηνεύσει μέσα της. Με το που τελείωσε η ζωή της καλλιτεχνικά, λίγο μετά πέθανε».
Πώς σκέπτεται η Νικολακοπούλου να χειριστεί το πλούσιο υλικό των τραγουδιών τα οποία ερμήνευσε η Βέμπο σε δεκάδες επιθεωρήσεις, από το 1933 ως το 1965; «Όταν ξέρω ότι έχω να αντιμετωπίσω πολύ κόσμο, μαζεμένο και ακίνητο, αισθάνομαι την υποχρέωση να προσφέρω την καλύτερη διαδρομή που μπορώ. Σαν να είμαι ο ξεναγός των επιβατών ενός πούλμαν».
Εκτός από το δέσιμό της με την ποίηση, ελληνική και ξένη, τα τραγούδια που αγαπούσε πάντα η Λίνα Νικολακοπούλου απείχαν πολύ από το ύφος των τραγουδιών της Βέμπο. «Σαν παιδιά ξέρουμε τον εαυτό μας. Από πολύ μικρή κατάλαβα ότι υπήρχε κάτι που με έκανε ευτυχισμένη ή μελαγχολική, κάτι διαφορετικό από ό,τι τα άλλα παιδιά. Από μικρή με γιάτρευε, με παρηγορούσε το τραγούδι, μεγάλωσα με το αφτί κολλημένο στο ραδιόφωνο…». Αργότερα ήρθε η «γνωριμία» με τους ανθρώπους που τη χάραξαν, καθώς τραγουδούσε στο «νησάκι», έξω από τα Μέθανα όπου μεγάλωσε, τα απαγορευμένα τραγούδια του Θεοδωράκη, μαζί με την παρέα της. «Ο λόγος του Γκάτσου με τη μουσική του Χατζιδάκι, αλλά και ο λόγος, η μουσική και η ερμηνεία του Σαββόπουλου ήταν τα μαγικά κλειδιά που ξεκλείδωναν τα δικά μου πράγματα, που μου ελευθέρωναν τον δρόμο να μιλήσω και εγώ με προσωπικό τρόπο». Πώς άρχισε όλο αυτό το «ξεκλείδωμα»; Λίγο τυχαία. «Ήταν το 1965. Εγώ διάβαζα όπως κάθε παιδί ‘Κλασσικά Εικονογραφημένα’, ‘Μικρό Ήρωα’, ‘Μικρό Σερίφη’. Περιέργως μια φορά ήρθε το καράβι στα Μέθανα και μαζί με αυτά τα έντυπα είχε φέρει και ένα μικρό βιβλίο, μια ανθολογία ελληνικής ποίησης. Εκείνη την ημέρα δεν ήθελα κανένα άλλο περιοδικό και ζήτησα από τη μητέρα μου εκείνο το βιβλίο. Αφορμή ήταν ένα υπερρεαλιστικό ποίημα στην πρώτη σελίδα. Μπορεί να ήταν του Νικήτα Ράντου, δεν θυμάμαι. Το πήρα μαζί μου στη θάλασσα και άργησα να μπω. Εκεί κατάλαβα ότι κάτι γίνεται…». Και έπειτα, κάποια στιγμή πήγε στο Πανεπιστήμιο. «Στο Πάντειο έγινε η μοιραία συνάντηση με τον Κραουνάκη και από εκεί άρχισα να γράφω. Ανοίγω την πόρτα σε ένα αμφιθέατρο και βλέπω τον Κραουνάκη στο πιάνο να παίζει…».
Τώρα πια όμως, η ίδια γράφει λιγότερο από ό,τι παλιά. «Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια μεγάλη περίοδος τελευταία κατά την οποία αυτό που ήξερε ο κόσμος από εμένα σαν συχνότητα δεν το βλέπει» παραδέχεται. «Τα τελευταία χρόνια έχω δεχθεί μέσα μου την ανάγκη να με δω και έξω από αυτή τη συνθήκη, να δω πως θα μπορούσα να ζήσω χωρίς να γράφω. Είμαι ψύχραιμη απέναντι σε αυτό. Νομίζω ότι αυτό που μένει είναι ότι είμαι ανά πάσα στιγμή έτοιμη να ξαναμπώ μέσα στην πυρά και να προσπαθήσω».(…)
8 σχόλια:
έλεος, η γεροντοκόρη της κουτοπόνηρης διανόησης στην ελληνική μουσική να φιλοξενείται στις σελίδες σας. και μάλιστα με ευχαριστίες για το δικαίωμα της αναδημοσίευσης....
από το λεοντή στη νικολακοπούλου...
Ιων
Αν διαβάσετε προηγούμενες αναρτήσεις, θα δείτε ότι ασκούμε και εμέίς κριτική σε πτυχές του έργου της συγκεκριμένης δημιουργού (όχι όμως με απαράδεκτους υβριστικούς χαρακτηρισμούς). Υπάρχουν και ενδιαφέροντα τραγούδια της Νικολακοπούλου - ειδικά από τη δεκαετία του '80 - που δικαιολογούν την οποιαδήποτε θετική αναφορά στο πρόσωπό της. Αλλά η συνέντευξη αφορούσε τη Σοφία Βέμπο και δεν κατανοούμε τι πρόβλημα έχετε με το συγκεκριμένο κείμενο. Τέλος, διατηρούμε το δικαίωμα να ευχαριστούμε όλους όσους αφιλοκερδώς μοιράζονται την εργασία και τον κόπο τους μαζί μας.
Μ.Π.
έχω το πρόβλημα πως παρουζιάσεστε μεταμοντέρνα ασυνεπείς. και το γράφω έχοντας επίγνωση των προηγουμένων κριτικών σας κειμένων απέναντι στη νικολακοπούλου. στα οποία δε χρησιμοποίητε υβριστικές εκφράσεις αλλά σίγουρα υποτιμητικές για αυτήν, τόσο που να προκαλεί έκπληξη η τωρινή σας ευφράδεια. πάντως σας κατανοώ ως προάστια.
Ιων
Αγαπητέ φίλε, το αφιέρωμα και η ευφράδειά μας ήταν για τη Βέμπο, όχι για τη Νικολακοπούλου. Όσο για το μεταμοντερνισμό, φτου-φτου, μακριά από μας!
Μ.Π.
ανώνυμε πρεπει να ντρεπεσαι να λες αυτά τα πράγμνατα!Η νικολακοπούλου είναι ότι καλύτερο είχε η ελληνική μουσική τα τελευταία 30 χρόνια!Μάθε το έργο της, προσπάθησε να μπεισ στο στίχο της.......
Για μένα και για πολύ κόσμο η Νικολακοπούλου είναι κάτι το ιερό. Με όλο το σεβασμό, να κρίνετε και να μιλάτε μόνο για όσα γνωρίζετε. Για δείτε λίγο τι έχει γράψει, εκτός από ιστορία. ;)
Ανώνυμε/η, δεν βρίσκω κάτι το ιερό στην τέχνη. Η έννοια "ιερός" συνδέεται με τη θρησκεία, και δεν κατανοώ τη σύνδεση. Όμως, σέβομαι απόλυτα την προσωπική σας κρίση για τη Νικολακοπούλου. Έτσι και αλλιώς, η τέχνη και η κριτική της είναι πράγματα βαθύτατα υποκειμενικά. Δεν χρειάζεται όμως να επικαλείστε την άγνοια ή την ιερότητα. Απλά, διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικά ερεθίσματα γεννούν διαφορετικές καλλιτεχνικές κρίσεις.
Η έννοια ''ιερός'' δε χρησιμοποιείται μόνο για τη θρησκεία, αλλά και για κάτι που θεωρείται πολύ σημαντικό. Ίσως ο στίχος, η ποίηση και γενικά η τέχνη να μην είναι το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο, αλλά αν ένας άνθρωπος έχει καταφέρει να κτίσει ένα έργο όπως αυτό της κυρίας Νικολακοπούλου και να μιλήσει στις καρδιές τόσων ανθρώπων, τότε για πολύ κόσμο είναι κάτι το ιερό.
Δημοσίευση σχολίου