Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2008

Ο Χρήστος Λεοντής για τον Μάνο Λοΐζο






Ένα παράθυρο ανοιχτό στη λιακάδα

του Χρήστου Λεοντή

Όσο ξεμακραίνουν τα χρόνια, όσο μεγαλώνει η απόσταση από τότε που ο Μάνος έγραψε τα τραγούδια του, τόσο η αξία τους γίνεται ολοένα και περισσότερο ανεκτίμητη. Σαν το παλιό ανόθευτο κρασί με τη γήινη προέλευσή του, χωρίς φάρμακα, συντηρητικά και πάσης φύσεως υποστυλώματα.


Εγώ, ως μουσικός, αν τώρα ξεκινούσα την καριέρα μου, θα μπορούσα να είχα σαν βάση, σαν αφετηρία, σαν μοντέλο τα τραγούδια του Μάνου, γεμάτα υγεία, ανθρωπιά και συμπαράσταση σ’ όλα τα ανθρώπινα αισθήματα όποιας στιγμής και χρόνου.


Ο Μάνος είχε το σπάνιο χάρισμα να αφομοιώνει με επιδεξιότητα και δεξιοτεχνία κάθε είδος τραγουδιού και των μελωδικών του δρόμων. Με ην ίδια επιδεξιότητα μετουσίωνε και κατακτούσε τα στοιχεία αυτά, εύρισκε κατόπιν τα δικά του μονοπάτια που οδηγούσαν την έμπνευσή του σε ξέφωτα. Τα τραγούδια του ήταν αυτό που λέει ο Ρίτσος στο Καπνισμένο Τσουκάλι, «ένα παράθυρο ανοιχτό στην λιακάδα...» Στην πορεία του αυτή μπορούσε να συμπαρασύρει και τον ακροατή του, με την απλότητα και την καθαρότητα της μουσικής του σκέψης. Έτσι όπως και στη ζωή του.

Σκεφτείτε τον δίσκο του με τα τσιφτετέλια που με τον θείο τρόπο ερμηνεύει η κυρία Αλεξίου. Εδώ, ο ρυθμός, η μελωδική γραμμή, μα και η ερμηνεία εκφράζουν, σε όλο τους το μέγεθος, το πάθος, τη νωχέλεια και τον ερωτισμό της Ανατολής. Τι σχέση μπορούν να έχουν αυτά τα τσιφτετέλια με αυτά των σκυλάδικων;

Θυμηθείτε πάλι τα Νέγρικα για να διαπιστώσετε αυτό που σας έγραψα λίγο πριν. Την πηγή και την προέλευση απ’ όπου αντλεί την έμπνευσή του, πώς αυτή μετουσιώνεται για να περάσει τα μονοπάτια και να φτάσει στο ξέφωτο όπου τον περιμένει... ο γέρο νέγρο Τζιμ...
Τέλος τα τραγούδια που τραγούδησε ο Παπακωνσταντίνου. Πρωτοπόρα, ευαίσθητα, με τους ρυθμούς και τους χυμούς της σύγχρονης νεολαίας, καθιερώνοντας έτσι και τον τραγουδιστή ως εκφραστή μιας σύγχρονης και ρωμαλέας νεολαιίστικης ελληνικής μουσικής, μέσα απ’ αυτά τα τραγούδια.

Τρεις διαφορετικοί χώροι στο τραγούδι. Τρεις ολόκληροι κόσμοι που εκφράζουν όλο σχεδόν το φάσμα στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι, μαζί με τα λαϊκά και τις μπαλάντες του Ναζίμ Χικμέτ, τις οποίες άφησε ανολοκλήρωτες.

Καβάλα. Καλοκαίρι 1981. Τελευταίος σταθμός του κύκλου των έξι συναυλιών που κάναμε τότε, ο Μάνος, εγώ και ο Μικρούτσικος. Στο κατάμεστο από κόσμο γήπεδο της Καβάλας διευθύνει την ορχήστρα ο Μάνος, με τον απελπιστικά αδέξιο και άτσαλο τρόπο του, ενώ η Χαρούλα με πολύ κέφι και ενθουσιασμό τραγουδά ένα ποτ πουρί που είχε μοντάρει ο Μάνος με τα τσιφτετέλια. Μια παράξενα όμορφη ευφορία ήταν διάχυτη σε όλους μας. Κοινό και καλλιτέχνες. Ο Μάνος, ξεχασμένος και συνεπαρμένος, μόλις τελείωσε το τέταρτο τραγούδι του - όριο στον αριθμό των τραγουδιών που όφειλε ο καθένας από τους τρεις μας να εκτελεί, κατά πως είχαμε συμφωνήσει - συνέχισε και πέμπτο και έκτο τραγούδι. Έρχεται λοιπόν σε μένα ο Μικρούτσικος, για να διαμαρτυρηθεί κατά κάποιον τρόπο, επειδή ο Μάνος είχε παραβεί τα συμφωνηθέντα. Του λέω: «Τόση ώρα κάναμε... μαύρη την ψυχή του κόσμου με τα τραγούδια μας, Ασ’ τον κόσμο να χαρεί, ασ’ τον κόσμο να χαμογελάσει».
Γιατί ο κόσμος αισθανόταν λυμένος με τα τραγούδια του Μάνου, αλλά και με τη σιγουριά της νηφαλιότητας, όταν οι περιστάσεις το απαιτούσαν.

Μιαν άλλη φορά πάλι, όταν ο αγώνας μας για την πάταξη της κασετοπειρατείας βρισκόταν στο ζενίθ και στο πιο κρίσιμο σημείο του,τις παραμονές ψήφισης από τη Βουλή του σχετικού νόμου, ο Μάνος ήταν πρόεδρος της ΕΜΣΕ - του σωματείου μας - ο Λευτέρης γραμματέας και εγώ αντιπρόεδρος. Μια διαφωνία, ως προς τη στάση που έπρεπε να κρατήσει το σωματείο στα γεγονότα, έφερε αντιμέτωπους, από τη μια τον Μάνο και τον Λευτέρη και από την άλλη, εμένα και τους υπόλοιπους οκτώ συναδέλφους του ενδεκαμελούς συμβουλίου.

Αποτέλεσμα; Τους παύσαμε. Ο Λευτέρης όπως τα παιδιά, τρυφερός και βίαιος μαζί, για να μη δείξει τη στενοχώρια του...μας έβρισε. Ο Μάνος αμίλητος. Για να βρούμε μια κοινή στάση, μαζευτήκαμε στο σπίτι του Μάνου. Παρόντες: Λοΐζος, Λεοντής, Χάλαρης, Μάτσας, (ως εκπρόσωπος της ομοσπονδίας φωνογραφικών εταιρειών). Κάποια στιγμή εγώ λογομάχησα με τον Μάκη τον Μάτσα. O Mάνος θύμωσε πάρα πολύ. (Πρώτη μου φορά τον έβλεπα τόσο θυμωμένο). Με έδιωξε από το σπίτι του. Μου είπε: «Φύγε αμέσως από ‘δω και δεν θέλω να ξανάρθεις στο σπίτι μου». Κοκκάλωσα. Έφυγα φαρμακωμένος μαζί με το Χάλαρη.

Την επόμενη μέρα, στο συμβούλιο, αποφεύγαμε ο ένας τον άλλο. Δεν μιλήσαμε. Όμως, κατά τη διάρκεια του συμβουλίου, προσπαθούσα από την άκρη των ματιών μου να καταλάβω αν με κοίταζε καθόλου... μα κι εκείνος έκανε την ίδια προσπάθεια... Το συμβούλιο τελείωσε, ένας ένας έφευγαν, εγώ... έμεινα για να πιω νερό. Ο Μάνος...έμεινε για να πάει τουαλέτα. Μείναμε οι δυο μας, κοιταχτήκαμε και... βάλαμε κάτι γέλια! Μα κάτι γέλια! Μας άκουσε όλη η γειτονιά. Φύγαμε και πήγαμε στη Δεξαμενή, στο Κολωνάκι, και ήπιαμε ούζα. Σχεδόν μεθύσαμε εκείνο το βράδυ...

Μα γιατί τα γράφω όλα τούτα; Ένας τέτοιος πλούτος αισθημάτων δεν δικαιολογεί όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν τα τραγούδια του;

Άκου, Μάνο. Να μου χαιρετάς τον Ξυλούρη και το Νεγραπόντη. Εκεί που είστε είμαι σίγουρος ότι ετοιμάζεται τα... « Τραγούδια των Αγγέλων». Να τους πεις ότι τιμήσατε τους ανθρώπους και τις αξίες τους. Τιμήσατε και την τέχνη σας. Καιρός να σας το ανταποδώσουνε! Πώς; Βρίσκονται τρόποι. ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΤΟ ΘΕΛΟΥΝΕ... Οι αχάριστοι!

Χρήστος Λεοντής
Περιοδικό "Μετρονόμος", τεύχος 7 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2002)

Δεν υπάρχουν σχόλια: