Πρόσφατα εκδόθηκε από τις εκδόσεις «Μετρονόμος» το βιβλίο του Ηλία Βολιότη – Καπετανάκη, Μούσα Πολύτροπος: Μελωδική και κοινωνική διαδρομή από το δημοτικό στο «ρεμπέτικο». Από το πολύ ενδιαφέρον αυτό βιβλίο που αποτελεί απαραίτητο βιβλιογραφικό εφόδιο κάθε φίλου και φίλης του ελληνικού τραγουδιού, αναδημοσιεύουμε τον επίλογο. Ευχαριστούμε θερμά τον εκδότη Θανάση Συλιβό για την άδεια αναδημοσίευσης.
Επίλογος
ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
"Ο ασφαλέστερος τρόπος να εξουδετερώσεις το ωραίο είναι να το σφιχταγκαλιάσεις, μέχρι να το σκάσεις. Να τυλίξεις, κατόπιν, το ταριχευμένο πτώμα σε φαντασμαγορικό μύθο, ώστε να το θεωρούν όλοι τόσο αδιάφορα οικείο, που να μην έχουν πια διάθεση μέθεξης. Πάνε πια χρόνια, που ο μύθος, το παραμύθι, σήμαινε παράδοση, ανθρώπινη ανάσα και ψυχαγωγία, ομορφιά και ανάταση, συμβολισμό και προετοιμασία ψυχής για πικρές στιγμές, αλλά μεγάλες αλήθειες. Ακολουθώντας τα μέτρα πληθωρικής εποχής κατάντησε: Λαμπερό, μαγεμένο ψέμα για πρόσκαιρη παραπλάνηση από την ζοφερή πραγματικότητα, διαρκή παραίτηση από κάθε ελπίδα και αγώνα.
Αν το λαϊκό αστικό τραγούδι δραπετεύει από το σιδερόφρακτο κελί του κανόνα, δεν σημαίνει ότι δεν τον επιβεβαιώνει η εξαίρεση. Είναι θέμα διαχρονικής απεικόνισης της ζωής, απαράμιλλης ποιότητας, ταύτισης με τον λαό. Είναι που αφήνει διώκτες και κατά συνθήκη ερευνητές στο μαυσωλείο, το οποίο δεκαετίες του κτίζουν. Σεργιανά αδιάλειπτα στον ελληνικό κόσμο. Αλίμονο αν, όποιος πλημμυρίζει κέφι ή βαλαντώνει από καημό, αναζητεί την… προσήκουσα θεωριούλα για να τον τραγουδά!
Το λαϊκό αστικό τραγούδι, το επονομαζόμενο λαθεμένα ρεμπέτικο, είναι η διαρκής ποιοτική μετεξέλιξη της δημοτικής μελωδικής προίκας στην κοινωνική πορεία από την αγροτική κοινότητα στην πόλη, στην εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Αλέθει συνεχώς καινούρια στοιχεία, που συναντά στο διάβα της, εκφράζει τις νέες συνθήκες, τις ανάγκες και τους καημούς. Γεννοβολά πρωτότυπο έργο, καθώς την κατεργάζονται χαρισματικοί δημιουργοί. Δεκάδες επώνυμοι συνθέτες, στιχουργοί και εκτελεστές! Εκατοντάδες τρίλεπτα αριστουργήματα. Ποιος ξέρει, πόσες χιλιάδες ανώνυμοι παιχνιδιάτορες. Εκατομμύρια ακροατές. Είναι η ομορφότερη απαντοχή και έκφραση του λαού μας κατά τον 20ό αιώνα. Ο αυθεντικότερος καθρέφτης της άκρως προβληματικής μας κοινωνίας.
Περιθώριο ονομάζουν η άρχουσα τάξη και ορισμένοι διανοούμενοι τους λαϊκούς πληθυσμούς. Έτσι τους θέλουν μια ζωή στην Ελλάδα. Αφού οι αστοί με τα τσιράκια τους κρατούν στα χέρια τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τους άλλους ιδεολογικούς μηχανισμούς, είναι αδύνατο να περνά διαφορετική άποψη, πλην της εκ της εξουσίας εκπορευόμενης. Όταν μάλιστα την σιγοντάρει φάλτσα η αριστερή ηγεσία. Μόνο που τα δύσκολα εκείνα χρόνια το μαζικό «περιθώριο» δημιουργεί αθάνατο πολιτισμό, που βάφει ανεξίτηλα την συνείδηση της κοινωνίας.
Το καημένο, το κυνηγημένο, ξεχασμένο… ρεμπέτικο! Ευτυχώς το εξευγενίζουν, το σώζουν από την αφάνεια μεταγενέστεροι συνθέτες! Πολλές φορές ξαναζεσταμένη η άνοστη «σούπα» διαρκώς σερβίρεται για να στερεί από τους νεότερους το μεδούλι του λαϊκού πολιτισμού. Οι μάγειροι συγχέουν σκόπιμα την απαξίωση του τραγουδιού από την εξουσία, τις απαγορεύσεις, που προωθεί ο κατασταλτικός μηχανισμός, όχι μόνο ως προς το «ρεμπέτικο», αλλά και προς κάθε τι λαϊκό, με την δημοτικότητα, την οποία έχει αυτό το μουσικό είδος στον λαό. Η ξενόδουλη άρχουσα τάξη παραμένει αντιλαϊκή και στην κουλτούρα.
Ορισμένοι διανοητές, τότε και τώρα, μετρούν το τραγούδι με το υποδεκάμετρο της, κατά το δοκούν, ελληνικότητας. Δήθεν, για να επιβεβαιώνουν την καθαρότητα του «ελληνικού ρεμπέτικου» από κάθε ανατολίτικο στοιχείο! Υπερασπίζονται, τάχα, την ανωτερότητά μας από τους… απολίτιστους Τούρκους! Όταν η βαλκανική προίκα υφαίνεται συλλογικά σε αμέτρητους αργαλειούς, από άπειρους τεχνίτες, κανείς δεν εκδηλώνει το αίσθημα της ιδιοκτησίας και το ψώνιο της μοναδικότητας. Ξεδιψούν στο κοινόχρηστο ποτάμι, που ποτίζει όλα τα μποστάνια. Μετά. οι εξουσίες εκδίδουν πλαστά πιστοποιητικά γνησιότητας, αζήτητα, ψευδεπίγραφα δελτία ταυτότητας.
Ως πότε, άραγε, πρέπει να βασανιζόμαστε από φρικτές ενοχές, επειδή ο Ελληνισμός… συναγελάζεται με «βαρβάρους»; Να νοιώθουμε κόμπλεξ, γιατί ο φταίχτης τόσων υπέροχων «κακών», ο Διόνυσος, έρχεται από την Ανατολή και ο Ορφέας από την Θράκη; Και αν ακόμα, ανοήτως θεωρούμε τους γείτονες –και τους Τούρκους- μεταφορείς πολιτιστικών προϊόντων, πρέπει να τους αντικρίζουμε, με τα φιλικά αισθήματα του συνοδοιπόρου, αφού δανείζονται, μοιράζονται με τους προγόνους μας, συνεταιρικά δουλεύουν την πανέμορφη παράδοση. Πρωτεύον δεν είναι τα δάνεια, που παίρνει το λαϊκό αστικό τραγούδι –κάθε καλλιτεχνικό είδος- αλλά πώς τα… επενδύει.
Το βαφτίζουν αταίριαστα ρεμπέτικο. Στο όνομα χάνεσαι; Άστοχες, ευπρόσβλητες συμβάσεις επικοινωνίας οι λέξεις. Δεν θα είχε σημασία, όπως και να λεγόταν. Το πρώτο ή το έσχατο είναι είδος, που η ονομασία συνιστά φυλακή, ακύρωση ευρύτατου περιεχομένου; Το κίβδηλο, όμως, όνομα γίνεται αφετηρία και πρόσχημα ανιστόρητων απόψεων.
Μέχρι να μάθουμε να πετάμε το λεξικό και το μικροσκόπιο και να αρμενίζουμε με το καλοτάξιδο σκαρί του λαϊκού τραγουδιού. Όπως εύστοχα σημειώνει σε αθηναϊκή εφημερίδα, Οκτώβριος 1911, ανώνυμος κανταδόρος: «Η μουσική είναι άχτι, το βγάζεις που το λες και ανάβεις φωτιά σε εκείνον που το ακούει». Είναι, ίσως, η στιγμή, που ο μύθος ξαναποκτά και στις συγχυσμένες μέρες μας την παλιά, παντοτινά επίκαιρη, ζωοποιό σημασία. Την τεχνουργό του δύναμη!"
Ηλίας Βολιότης – Καπετανάκης
Μούσα Πολύτροπος, Αθήνα: Μετρονόμος, 2007, σελ. 524-526.
2 σχόλια:
μέσω του blog σας(μέσω των link στα blog μετά μουσικής)είχα ανακαλύψει ένα πολύ ενδιαφέρον, ραδιοφωνικό,νομίζω ήταν, blog, το οποίο τώρα δεν μπορώ να βρω στα ίδια links.
συγχαρητήρια για την προσπάθειά σας!
Δυστυχώς δεν ξέρουμε σε ποιο αναφέρεστε. Κάποιες φορές πάντως, σβήνουμε συνδέσμους σε ανενεργά blog. Ευχαριστούμε για την επικοινωνία.
Δημοσίευση σχολίου