Τα free-press περιοδικά έχουν ευτυχώς και κάποιες αναλαμπές, κάποιες εξαιρέσεις στον κανόνα της αγοραίας αισθητικής και του ύπουλου καταναλωτισμού τους. Μία τέτοια αναλαμπή είναι και η συνέντευξη της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, που δημοσιεύτηκε πέρυσι στο LIFO (20-26/03/2008, σελ. 33-34). Το παρακάτω εκτενές απόσπασμα μας μεταφέρει στη δεκαετία του ’80 και δικαιώνει εντελώς την επιχειρηματολογία των Προαστίων ως προς την σαφώς υποτιμημένη αξία αυτής της περιόδου για το ελληνικό τραγούδι. Παρακαλώ να διαβαστεί με προσοχή· κάθε λέξη της Αρβανιτάκη είναι προσεγμένη και ουσιαστική, παραπέμποντας στο θαύμα εκείνο που αποτέλεσε η «Οπισθοδρομική Κομπανία». Θα επανέλθουμε στην περίπτωση της "Οπισθοδρομικής", όχι μόνο λόγω προσωπικού κολλήματος, αλλά και γιατί ο φίλος και συνεργάτης των Μ.Π. Σωτήρης Κακίσης τυγχάνει να είναι εκείνος που με τους στίχους του στο τραγούδι "Στη μέση της κομπανίας" απογείωσε τον ομώνυμο δίσκο του συγκροτήματος, το 1984, και θα ήθελα πολύ κάποια στιγμή να μεταφέρω τις δικές του μαρτυρίες από εκείνη την περίοδο. Τώρα βέβαια, πώς γίνεται ευγενείς μορφές σαν την Αρβανιτάκη να πηγαίνουν με τέρμα γκάζι στο καλλιτεχνικό στερέωμα και παράλληλα οι ρίζες τους, τα ξεκινήματά τους, οι πρώτες τους αποσκευές να έχουν ξεχαρβαλωθεί κατασυκοφαντημένες από τη συλλογική μας συνείδηση, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.
ηρ.οικ.
«Δεν ήθελα να γίνω τραγουδίστρια, ούτε το είχα σκεφτεί. Καθόλου. Ήθελα να γίνω αρχαιολόγος. Ο αδελφός μου πήγε να κάνει σπουδές αρχιτεκτονικής στην Αμερική σε δύσκολα χρόνια, έδωσε για να μπει στο Πολυτεχνείο, αλλά ως γιος αριστερού ήταν φακελωμένος κι αναγκάστηκε να φύγει. Εγώ θα ήμουν το επόμενο βήμα, γιατί η οικογένεια έπρεπε να τα βγάλει πέρα και οικονομικά. Μέχρι να γίνει αυτό, γνωρίστηκα με τα παιδιά της Οπισθοδρομικής. Στις διακοπές. Δεν είχαν όνομα τότε, ήταν η φοβερή ομάδα ηθοποιών και φοιτητών η οποία κυκλοφορούσε στο κέντρο της Αθήνας, στις ταβέρνες, έπαιζε ρεμπέτικα και έβγαζε καπέλο. Ήταν γνωστοί.
Κάποιος φίλος που έφυγε για φαντάρος μου άφησε ένα μπομπινόφωνο τεράστιο, με απίστευτα ρεμπέτικα κι εκεί ήταν που ερωτεύθηκα τη Μαρίκα Νίνου. Έμεινα άφωνη. Πραγματικά όμως, γιατί γύρναγα στο σπίτι και άκουγα τραγούδια επί ώρες, τα μάθαινα, πήγα κι αγόρασα μπαγλαμά και άρχισα να τα παίζω. Νομίζω ότι αυτό συνέβη σε πάρα πολύ κόσμο στις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Ήταν μια αποκαλυπτική περίοδος. Για μένα ήταν πολύ πιο ροκ εντ ρολ από το ροκ της εποχής. Ήταν τραγούδια κοινωνικά, απλά, λιτά, βαθιά, δυνατά, και μια ολόκληρη περίοδος στην Ελλάδα η οποία ήταν κρυφή μέχρι τότε. Δεν την ξέραμε. Ήταν μεγάλη εμπειρία. Θεωρώ τα χρόνια που πέρασα με την Οπισθοδρομική Κομπανία από τα πιο δυνατά χρόνια της ζωής μου. Χρόνια ομάδας, τρέλας, ήταν άλλη περίοδος, διαφορετική. Στον τρόπο που γλεντάγαμε, στην ομαδικότητα που δεν υπάρχει σήμερα. Είχαμε μια αγάπη σε αυτό που λέγεται ελληνική μουσική με τον πολύ ευρύ της όρο και μια εκτίμηση που την αποκτούσαμε τότε, γιατί φεύγοντας η χούντα είχε αφήσει ένα μίσος για την ελληνική μουσική.
Ξαφνικά ανακαλύψαμε έναν πλούτο απίστευτο, σπουδαίες προσωπικότητες, τραγουδιστές, συνθέτες, στιχουργούς. Μεγάλο σχολείο. Αυτή η περίοδος με διαμόρφωσε ως μουσικό, και βεβαίως η ομάδα. Το να ξεκινάς με ένα γκρουπ είναι εντελώς διαφορετικό από το να ξεκινάς σόλο. Κι επίσης, επειδή δεν είχα ονειρευτεί ποτέ να γίνω τραγουδίστρια, όλο αυτό που μου συνέβαινε ήταν τόσο τρελό, τόσο γοητευτικό και τόσο απρόσμενο. Λες, πάμε να το κάνουμε κι όπου βγει. Την προηγούμενη χρονιά ήμουν κάτω στο κοινό του Σαββόπουλου και παθιαζόμουν μαζί του και την επόμενη ήμουν δίπλα του πάνω στη σκηνή! Γι’ αυτό και μόλις τελείωσε η χρονιά με τον Διονύση σταμάτησα για ένα χρόνο, δεν ήμουν σίγουρη αν ήθελα να συνεχίσω. Όπως ξανασταμάτησα όταν διαλύθηκε η Οπισθοδρομική. Η επιθυμία μου ήταν να σταματήσω, ήρθε η συγκυρία όμως έτσι και προχώρησα. (...)
Η Οπισθοδρομική διαλύθηκε επειδή είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου, είχε κάνει τον κύκλο της. Ήταν μια παρέα η οποία από την πρώτη μέρα που έπαιξε μόνη της –στα ρεπό, τότε που παίζαμε με τον Σαββόπουλο- είχε πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία. Είχε ένα τεράστιο κοινό που την ακολούθησε και στη συνέχεια κάναμε συναυλίες σε ολόκληρη την Ελλάδα. Σε γήπεδα, σε χιλιάδες κόσμου. Χόρευε ο κόσμος τότε, γλένταγε – και τώρα χορεύει, αλλά αλλιώς, λίγο πιο πλαστικά. Αν πας στα πανηγύρια, ο κόσμος χορεύει ακόμα. Νομίζω ότι αυτό αναπαρήγαγε η Οπισθοδρομική Κομπανία εκείνης της εποχής. Είχε μια μοναδικότητα και μία συλλογικότητα χωρίς την προσωπική προβολή. Ο καθένας δεν ανέβαινε πάνω στο πάλκο για να δείξει πόσο μάγκας είναι, εκείνη την ώρα μοιραζόταν μια τεράστια χαρά, ένα γλέντι».
Ελευθερία Αρβανιτάκη
LIFO (20-26/03/2008, σελ. 33).
Ελευθερία Αρβανιτάκη
LIFO (20-26/03/2008, σελ. 33).
3 σχόλια:
Πόσο δίκιο έχει..Αυτό το "ο κόσμος τότε ήξερε να γλεντάει" μου ξαναφέρνει έντονα τις παιδικές μου αναμνήσεις από τα γλέντια στο σπίτι ή σε κάποιο όμορφο κοσμικό κέντρο..Γραφικές εικόνες πλέον για κάποιους..
Πάντως καλό θα ήταν να τα θυμάται πιο συχνά όλα αυτά η Αρβανιτάκη, καθότι η μουσική της διαδρομή παρεξέκλινε κομματάκι από την αρχική της πορεία..Πάντα καλή ήταν βέβαια, κατ'εμέ σε ό,τι κι αν έκανε - οι μεγάλες φωνές άλλωστε πάντα μεγάλες μένουν - απλά το όλο ρεπερτόριό της την τελευταία δεκαετία σαν να μη μου κολλάει, σαν να αδικεί τον εαυτό της πρώτα απ'όλα.
Βέβαια, υπάρχει και το επιχείρημα του "κι εμείς πρέπει να ζήσουμε" ή ότι "η σιωπή καμιά φορά είναι πολυτέλεια" για ορισμένους καλλιτέχνες..Πιστεύω όμως ότι αν και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες και, πρωτίστως, οι δημιουργοί έμεναν συνεπείς ως προς τις αρχικές τους εξαγγελίες, να ήταν καλύτερα τα πράγματα..
Έχεις δίκιο. Πόσο έλεγχο όμως μπορεί να έχει η Αρβανιτάκη πάνω στο ρεπερτόριό της, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η σύγχρονη μουσική βιομηχανία; Ακόμα χειρότερα, πώς εξηγείται η ταυτόχρονη εμφάνιση αυτής της τάσης ασυνέπειας στο σύνολο των "μεγάλων" ερμηνευτών;
Γι'αυτό λέω "αν πρωτίστως οι δημιουργοί παρέμεναν συνεπείς". Η Αρβανιτάκη ή η Πρωτοψάλτη που δεν είναι τραγουδοποιοί προφανώς δεν έχουν και πολλά περιθώρια. Η βιομηχανία φυσικά κοιτάει το κέρδος της, αλλά απ'την άλλη δεν ήταν εμπορικοί π.χ. ο Μάλαμας ή ο Περίδης στα πρώτα τους χρόνια ή και σήμερα ακόμα; Και χωρίς να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα.
Στο κάτω-κάτω, ας δουν και τις πωλήσεις δίσκων οι εταιρείες για να καταλάβουν πού τους οδηγεί αυτή η κατηφόρα. Βέβαια, δεν περιμένω από τις εταιρείες να επενδύσουν στην ποιότητα (ένας ήταν ο Πατσιφάς και τέλος)αλλά δεν μπορώ να πιστέψω πια ότι οι τραγουδοποιοί και οι δημιουργοί, εν γένει, είναι πια τόσο ανίσχυροι μπροστά στο "εύκολο" τραγούδι. Στο κάτω-κάτω ας φτιάξουν μια εταιρεία μόνοι τους να διανέμουν τα έργα τους κι εμείς εκεί θάμαστε να τ'αγοράσουμε!
Δημοσίευση σχολίου