Όχι άλλο Νταλάρα, Πάριο κι Αλεξίου.
Θέμα πρώτον: καινούργιος δίσκος του Γιώργου Νταλάρα ("Γι' αυτό υπάρχουνε οι φίλοι"). Θέμα δεύτερον: καινούργιος δίσκος του Γιάννη Πάριου ("Συμπέρασμα ένα"). Θέμα τρίτον: καινούργιος δίσκος της Χάρις Αλεξίου ("Η αγάπη θα σε βρει όπου και να 'σαι").
«Ποιο είναι το ζήτημα; Γιατί να μη βγάλουν ο Νταλάρας κι η Αλεξίου δίσκο;» θα ρωτήσετε. Το ζήτημα είναι ότι εδώ και σαράντα χρόνια, τα ίδια και τα ίδια άτομα επιμένουν να απασχολούν το σύνολο της καλλιτεχνικής επικαιρότητας και να διεκδικούν το σύνολο της δόξας και της πίτας του ελληνικού τραγουδιού. Και έχουν παγιωθεί σε τέτοιο βαθμό οι της παλαιάς φρουράς ώστε έχουν γίνει πλέον μέτρο σύγκρισης των πάντων, ορίζοντας ασφυκτικά τους όρους και τα κριτήρια του παιχνιδιού. Και του τραγουδιού, κάθε τραγουδιού. Πολιτικό τραγούδι, λέει, γράφει η Αλεξίου. Και επιστρατεύονται κοινές συνεντεύξεις με τους διευθυντές της ΕΡΑ2 και του Μελωδία για να πειστούμε. Μεγαλύτερος, λέει, ερμηνευτής του ρεμπέτικου τραγουδιού ο Νταλάρας. Και επιστρατεύεται το Μέγαρο κάθε χρόνο, για να πειστούμε. Αν δύο τόσο μεγάλοι πυλώνες όπως το πολιτικό τραγούδι και το ρεμπέτικο τραγούδι έχουν καταληφθεί «και με τη βούλα», τότε σίγουρα το ζήτημα της «παλιάς φρουράς» δεν είναι απλά θέμα φιλολογικής σημασίας.
Διάβασα οργισμένα άρθρα κατά της απάντησης της Μόνικας στη Δήμητρα Γαλάνη, όταν η τελευταία την αναζήτησε για να της προτείνει να συνεργαστούν. «Ναι, ειδικά αυτή έχει φρικάρει! Παίρνει συνέχεια τηλέφωνο και της λένε πως δεν είμαι διαθέσιμη και τσαντίζεται» φέρεται να είπε η νεαρά τραγουδοποιός αναφερόμενη στη Γαλάνη. Χίλια δίκια της δίνω της Μόνικας, κι ας μη συμφωνώ με την ορολογία της. Αντί να την κατακεραυνώνουμε, ας αναρωτηθούμε μέχρι πότε θα επιτρέπουμε στα κατεστημένα ονόματα να βρίσκουν σωσίβιο πλάι στα ανερχόμενα αστέρια. Φτάνει! Όχι άλλες φιλικές συμμετοχές, όχι άλλες κηδεμονίες.
Οι τρόποι της παλιάς φρουράς είναι ενδεικτικοί του πανικού της. Η Τάνια Τσανακλίδου αποκάλεσε τον καλό συνάδελφο Αντώνη Μποσκοΐτη «κομπλεξικό», «συμπλεγματικό» και «κάτι σαν το Χίτλερ» σε κουβέντα της με τη Μαργαρίτα Μυτιληναίου, επειδή τόλμησε αυτός να γράψει μια όχι και τόσο υμνητική κριτική για τον τελευταίο της δίσκο. Αξιότερη λόγου ήταν όμως η προσπάθεια της ραδιοφωνικής παραγωγού να κατακεραυνώσει τον συνάδελφό της! Το λάβαμε το μήνυμα: δεν επιτρέπεται καμία παρέκκλιση, καμία φυγή απ’ το κοπάδι, κανένα σπάσιμο της συναίνεσης. Ολόκληρες μουσικές ιστοσελίδες και περιοδικά επιστρατεύονται υπέρ βωμών και εστιών, δηλαδή υπέρ της παρουσίασης του νέου δίσκου του Νταλάρα από το στάδιο της σύλληψης του πρώτου τραγουδιού μέχρι το στάδιο πώλησης του νιοστού αντιτύπου. Ταυτόχρονα, η κριτική δεν τολμά να γράψει το αυτονόητο, ότι δηλαδή ο τελευταίος δίσκος του Νταλάρα είναι μέτριος, και εστιάζει σε εντελώς εξω-μουσικά κριτήρια που σχετίζονται με την τελειομανία και τον επαγγελματισμό του καλού μας τραγουδιστή. Αναμφισβήτητες αυτές οι αρετές του Νταλάρα. Δυστυχώς όμως, η τελειομανία και ο επαγγελματισμός του ερμηνευτή ποτέ δεν μπόρεσαν να υποκαταστήσουν την έλλειψη έμπνευσης των δημιουργών.
Με δεδομένη αυτή την έλλειψη, γιατί δεν διαβάζουμε για την Αναστασία Μουτσάτσου; Για την Καλλιόπη Βέττα; Για τη Σοφία Παπάζογλου; Για τη Λιζέττα Καλημέρη; Για τη Γιώτα Νέγκα; Για φωνές που βρίσκονται στην ακμή της καριέρας τους; Τα ονόματα είναι ενδεικτικά, προσθέστε εσείς τα δικά σας. Γιατί κάνουν όλοι κριτική στη Μελίνα Ασλανίδου για κάποιες ατυχείς επιλογές της, και δεν μιλά κανείς για τις ατυχείς επιλογές της Αλεξίου που κρατάνε δυο δεκαετίες; Γιατί κάποιοι παραπονιούνται που μιλάμε, δήθεν, πολύ για τη Νατάσα Μποφίλιου; Είναι μήπως αμαρτία να υποδέχεσαι μια μεγάλη φωνή που τολμά να είναι ηλικίας κάτω των τριάντα; Γιατί η Αρετή Κετιμέ έπρεπε να έχει μπάρμπα στην Κορώνη για να βγάλει - επιτέλους!!! - προσωπικό δίσκο; Ως πότε θα κάνει ο Γεράσιμος Ανδρεάτος δεύτερη φωνή στον Νταλάρα στο Μέγαρο; Και σε ποια ηλικία θα πρέπει να φτάσει ο Ανδρεάτος για να ανοίξει το Μέγαρο μόνο γι’ αυτόν; Γιατί ξεχάσαμε την παθιασμένη ερμηνεία του Παντελή Θεοχαρίδη στη «Μικρή Πατρίδα» και γιατί χρειάστηκε ο Νταλάρας για να κάνει γνωστό το τραγούδι; Γιατί δεν ακούω λέξη για τον Κώστα Μάντζιο την ώρα που ο Νταλάρας διασκευάζει το «Απόψε γίνε», τραγούδι που ο Μάντζιος έκανε γνωστό; Και ενώ οι παλαιοί μένουν στο απυρόβλητο, οι νεότεροι λαμβάνουν τα βέλη της κριτικής. Γιατί τόση δυσαρέσκεια επειδή η φωνή του Χαρούλη μοιάζει με του Ξυλούρη; Μας περισσεύει δηλαδή;
Τελικά, ο Πάριος, αν και ως προς τα προσωπικά μουσικά μου ακούσματα βρίσκεται μακρύτερα από τους υπόλοιπους της μαγικής τριάδας του Πανούση, αν και ο ίδιος αδίκησε βάναυσα με το ρεπερτόριό του τη φωνή του, μου είναι ο πιο συμπαθής και με την πιο αξιοπρεπή στάση. Δεν τον ακούσαμε σε κοινές συνεντεύξεις της ελληνικής ραδιοφωνίας, δεν βγήκε σε εξώφυλλα του χώρου, δεν μας σερβιρίστηκε με κουταλάκι του γλυκού επιχρυσωμένο και έντεχνο. Σε σχέση με τους άλλους δύο, είναι αυτός που αδίκησε τον εαυτό του και την καριέρα του κάνοντας λάθος επιλογές, ούτε συζήτηση. Αλλά ξέρει που ανήκει και δεν διεκδικεί χώρο μεγαλύτερο από αυτόν που αρμόζει στην τωρινή καλλιτεχνική του δράση. Και ας τρελαίνονται κάποιοι που έβγαλε το νέο cd του από μια εφημερίδα. Γιατί; Πιο πολύ τρελαίνομαι που βρέθηκαν 200.000 να την αγοράσουν…
Είναι υποχρέωση κάθε προβληματισμού να προτείνει και λύσεις. Ιδού μία: άμεση απόσυρση της παλιάς φρουράς μέσω ανοιγμάτων. Τονίζω, μέσω ανοιγμάτων, όχι μέσω διαταγμάτων. Ανοίξτε τα παράθυρα (δηλαδή τις σελίδες των περιοδικών, τα στούντιο, τις ραδιοφωνικές εκπομπές) στο νέο αίμα, σε νέους ερμηνευτές. Δεν γίνεται να ακούμε τα ίδια ονόματα εδώ και σαράντα χρόνια. Ακόμα και οι Beatles δεν μεσουράνησαν για πάνω από μια δεκαετία. Ακόμα και ο Καζαντζίδης, η φωνή των φωνών, τραγούδησε ουσιαστικά για 15-20 χρόνια και μετά τέλος. Προστατέψτε τις μεγάλες μας αγάπες από τη φθορά της έκθεσης και από τον φασισμό του «φρέσκου» και «νέου» ήχου. Η ιστορία κρίνει κάθε μεγάλη προσωπικότητα από το τέλος της, και επιτέλους πρέπει όλοι αυτοί που κόπτονται για τον Νταλάρα και την Αλεξίου να τους δείξουν τον αξιοπρεπέστερο δρόμο για τη δύση της καλλιτεχνικής τους καριέρας, όσο σκληρό κι αν ακούγεται αυτό. Δεν είναι έκφραση αγάπης το να συντηρείς εγωπάθειες και ανασφάλειες μέσω της κολακείας. Θεωρώ μεγαλύτερη έκφραση αγάπης το παρόν - κακογραμμένο και βιαστικό ίσως - σημείωμα, παρά τις φασόν υμνολογίες που διαβάζω για τους νέους δίσκους της "Χαρούλας" και του "Γιώργου".
Και όχι, η μπάλα δεν πρέπει να πάρει μόνο τους ερμηνευτές αλλά και τους δημιουργούς. Ας συμβιβαστούμε επιτέλους με την ιδέα ότι ο Σαββόπουλος ίσως και να τελείωσε δημιουργικά, όπως και ο Ξαρχάκος, όπως και ο Μαρκόπουλος. Δεν γίνεται η μουσική ανασκόπηση του 2009 να ξεκινάει με όρους περίπου ως εξής: «άσχημο το 2009, και πώς να μην είναι εφόσον δεν έβγαλε ακόμα δίσκο ο Μούτσης». Αν είναι δυνατόν, να περιμένουμε από τον - τεράστιο, ούτε συζήτηση - Μούτση να σώσει το ελληνικό τραγούδι.
Πίσω στο θέμα μας. Δεν γίνεται να βρίσκεις τις προθήκες του Metropolis στρωμένες με δεκάδες αντίτυπα του νέου δίσκου της Αλεξίου, και να μη βρίσκεις πρώτο τραπέζι πίστα το «Φαγιούμ» του Νεοκλή Νεοφυτίδη ή τον Homo Logotypus της Δανάης Παναγιωτοπούλου. Δεν γίνεται να αγκομαχούν ο Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης με τη Μαρία Παπαγεωργίου για να εκδώσουν δίσκο και άλλοι να βγάζουν δίσκους-εργολαβία κάθε χρόνο. Δεν γίνεται, τέλος, να δηλώνει ο Μητσιάς σε συνεντεύξεις και δελτία τύπου ότι εξέδωσε δίσκο για να βοηθήσει τους νέους δημιουργούς, και να μην επισημαίνει κανένας πώς οι νέοι δημιουργοί βοηθάνε αυτόν! Χάρη τους κάνει, δηλαδή; Πηγαίνοντας πέρα από το «χάσμα των γενεών» και μιλώντας και για τους παλαιότερους, δεν είναι δυνατόν να βγάζει η Μαρίζα Κωχ δίσκο - και τι δίσκο, δισκάρα! - και να περνάει στα ψιλά, απλά και μόνο επειδή δεν έχουμε άλλες σελίδες, άλλες εκπομπές, άλλες προθήκες διαθέσιμες. Τόσο απλά! Και πώς να έχουμε; Στατιστικά δείτε το: ο χρόνος έχει δώδεκα μήνες. Αν τον ένα μήνα ασχολούμαστε με τον νέο δίσκο του Νταλάρα, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο του Πάριου, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Αλεξίου, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Τσανακλίδου, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Γαλάνη, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο του Μητροπάνου - δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε σε ανθρώπινο επίπεδο πόσο πολύ χαιρόμαστε που ο μεγάλος μας τραγουδιστής είναι πλέον καλά στην υγεία του - τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Πρωτοψάλτη, τον άλλον μήνα με τον νέο δίσκο του Μητσιά, τότε πολύ απλά …κλείσαμε για όλη τη χρονιά.
«Δηλαδή», θα ρωτήσετε, «για όλα τα κακά φταίνε οι μεγάλοι τραγουδιστές του ελληνικού πενταγράμμου;». Όχι, δεν φταίνε για όλα. Φταίνε όμως για αρκετά. Φταίνε που έβαλαν τη σφραγίδα τους στη μανία των ζωντανών ηχογραφήσεων, η οποία μανία κατακρεούργησε μια και καλή το μουσικό έργο ως αδιαίρετη καλλιτεχνική αξία. Πόσες φορές θα εμφανιστεί στο Ηρώδειο ο Μητσιάς; Πόσες ζωντανές ηχογραφήσεις με τα ίδια τραγούδια θα βγάλει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου; Πόσοι Κεραμικοί, πόσα Μετρό και πόσοι Ζυγοί θα κληθούν «από καρδιάς» για να μπαλώσουν τις τρύπες της έλλειψης δημιουργίας; Φταίνε επίσης που, μέσα στην αγωνία τους να μείνουν στην επιφάνεια, προσέδωσαν κύρος σε περιπτώσεις όπως αυτή του καθ’ όλα συμπαθούς Μιχάλη Χατζηγιάννη και των αισθητικά συνοδοιπόρων του. Μας δίνει τραγούδια ο Μιχάλης; Τον υμνούμε και το ρίχνουμε στον «φρέσκο ήχο». Δεν μας δίνει; Τότε στρεφόμαστε στο «ποιοτικό». Συνήθως κάνουμε και τα δύο, μια εδώ και μια εκεί. Στην προσπάθεια να βρεθεί ένα τραγούδι της προκοπής, επιστρατεύονται μέχρι και επανεκτελέσεις τραγουδιών ηλικίας τριών δεκαετιών και βάλε, μέχρι και ανέκδοτα τραγούδια από τα συρτάρια μεγάλων ποιητών. Ο τελευταίος δίσκος του Νταλάρα περιέχει ένα τραγούδι που είχε μείνει απ’ έξω από το «Ρεμπέτικο» του Ξαρχάκου. Αποσιωπώ τις εύλογες απορίες μου, π.χ. γιατί να βγει ένα τραγούδι που οι συντελεστές του είχαν παλαιότερα «κόψει», όπως επίσης γιατί να κληρονομεί και το «Ρεμπέτικο» ο Νταλάρας, όταν υπάρχουν ακόμα η Σωτηρία Λεονάρδου και ο Νίκος Δημητράτος - να 'ναι πάντα καλά και οι δυο τους. Το κρίσιμο ερώτημα είναι άλλο: Για πόσο καιρό ακόμα θα τρώμε από τα έτοιμα;
Τέλος, δεν γίνεται τη σεζόν 2009-2010 να καταλαμβάνεται ο μεγαλύτερος συναυλιακός χώρος της Αθήνας - ναι, στο Παλλάς αναφέρομαι - από τον Σαββόπουλο και την Αλεξίου, και κάποιοι άλλοι να παίζουν σε σκηνές των 100 ατόμων. Πώς θα βγει το καινούργιο όταν έχουμε μάθει όλοι μας σε μια λογική ρετρό και αναπόλησης; Θα μου πεις, μπορεί να γεμίσει ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου το Παλλάς; Μπορεί να το γεμίσει η Μποφίλιου; Ξέρω ’γω; Δοκίμασε εσύ, και βλέπουμε. Μήπως ήξερε κανείς από πριν αν ο Νταλάρας θα γινόταν Νταλάρας; Κι όμως, από την πρώτη στιγμή του δόθηκε η δυνατότητα να κάνει προσωπικό δίσκο, του δόθηκε ενθάρρυνση, του δόθηκε αυτονομία, του δόθηκε γήπεδο.
Φυσικά κανείς δεν μπορεί - και δεν πρέπει - να απαγορεύσει στην παλιά φρουρά να βιοπορίζεται από την τέχνη της. Υπήρξαν οι καλύτεροι, ούτε συζήτηση. Και αγαπήθηκαν παλλαϊκά, ούτε συζήτηση επίσης. Έφτασαν εκεί που έφτασαν με την αξία τους, με το μεγαλείο της φωνής τους, με τη φλόγα της τέχνης τους. Τροφοδότησαν τα όνειρα και τα πάθη ενός λαού για τέσσερις δεκαετίες. Όμως, είναι πια καιρός να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να διεκδικούν, ούτε να απολαμβάνουν a priori τη σημερινή τους παντοκρατορία. Ας πάρουμε το αγγλοσαξονικό παράδειγμα. Κανένας δεν είπε να μη βγάλει δίσκο η Joan Baez. Όμως ένα υγιές μουσικό σύστημα δεν κάνει αυτή την κίνηση σημαία όλης της χρονιάς παρά της δίνει τη σημασία που αναλογεί σε μια μεγάλη καλλιτέχνιδα, η οποία βρίσκεται στη δύση της καριέρας της. Το ίδιο και ο Bob Dylan, θα βγάλει τον δίσκο του αλλά δεν θα δείτε μια χώρα ολόκληρη να τρέχει από πίσω του. Δεν θα τον δείτε, με άλλα λόγια, να βγαίνει εξώφυλλο στο ίδιο αγγλοσαξονικό περιοδικό λαϊκής μουσικής τρεις φορές το χρόνο, όπως ο Νταλάρας στην Ελλάδα.
Αν ένας εξωγήινος που επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1975, ξαναέκανε μια βόλτα σήμερα, θα έτριβε τα μάτια του: Νταλάρας, Πάριος, Αλεξίου, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Είμαι σίγουρος ότι θα προβληματιζόταν, και δεν θα χρειαζόταν να ξέρει τον - ομώνυμο με τον τίτλο του άρθρου - στίχο του Τζίμη Πανούση για να το κάνει αυτό. Τώρα, γιατί θα προβληματιζόταν ο εξωγήινος και δεν προβληματιζόμαστε εμείς, αυτό είναι ένα ζήτημα που ανάγεται στο χώρο της πολιτικής οικονομίας, της κοινωνιολογίας της τέχνης, και της κοινωνικής ψυχολογίας. Ίσως και της αστρονομίας, δηλαδή, αν μιλάμε για φιλότεχνο εξωγήινο.
ηρ.οικ.