Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Ο Αριστοφάνης του Λεοντή, ο Λεοντής του Αριστοφάνη





Ο Αριστοφάνης του Λεοντή, ο Λεοντής του Αριστοφάνη


του Ηρακλή Οικονόμου
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ)


Με αφορμή την πρόσφατη έκδοση του έργου «Χελιδών ηδομένη…», της ζωντανής ηχογράφησης της ομώνυμης παράστασης από το Ηρώδειο, κάνουμε μια σύντομη περιδιάβαση στο διάλογο του γνωστού συνθέτη με τον αρχαίο Έλληνα κωμωδιογράφο.



Λεοντής, μουσική για το θέατρο, και το κεφάλαιο «Αριστοφάνης»


Το θέατρο είναι ένας χώρος στον οποίο αισθάνομαι πλήρη ελευθερία δημιουργίας. Είναι μια δουλειά μιας ομάδας ανθρώπων όπου ο καθένας καταθέτει το ταλέντο του: Συγγραφέας, σκηνοθέτης, χορογράφος, ηθοποιοί, σκηνογράφος... Κάνεις έναν πνευματικό διάλογο ουσίας εκεί πέρα. Και αυτό σε βοηθάει και σένα να δημιουργήσεις (Συνέντευξη στη Ρουμπίνη Σούλη, Ριζοσπάστης, 7 Αυγούστου 2005).

Για πάνω από τέσσερις δεκαετίες, το θέατρο έχει αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για να ξεδιπλώσει ο Χρήστος Λεοντής την τέχνη του. Έχοντας γράψει μουσική για πάνω από 100 θεατρικά έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, καθώς και για 30 περίπου παραστάσεις αρχαίου δράματος, ο ίδιος μπορεί να θεωρηθεί ως ο κατεξοχήν θεατρικός συνθέτης της έντεχνης-λαϊκής δημιουργίας. Ο Αριστοφάνης κατέχει εξέχουσα θέση στην εργογραφία του συνθέτη, εφόσον σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνονται μουσικές για πολλά έργα του επιφανούς εκπροσώπου της αρχαίας αττικής κωμωδίας (Σφήκες, Αχαρνής, Ειρήνη, Εκκλησιάζουσες, Ιππής, Πλούτος, Λυσιστράτη). Κομβική για ολόκληρο το διάλογο Λεοντή - Αριστοφάνη στάθηκε η συνεργασία του συνθέτη με το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.

Αυτή η συνεργασία ξεκινάει το 1973, με το έργο «Ο Καραγκιόζης παραλίγο Βεζύρης» του Γιώργου Σκούρτη. Η παράσταση έκανε μεγάλη εντύπωση επειδή, επί Χούντας, έβαλλε με σαφήνεια κατά της εξουσίας. Το 1974 ο Λεοντής επενδύει μουσικά κάποια μονόπρακτα του Ηλία Καπετανάκη, ενώ ένα χρόνο αργότερα ακολουθεί η «Τύχη της Μαρούλας» του Δημητρίου Κορομηλά. Ο Αριστοφάνης προκύπτει το 1976, όταν ο Κουν ζητάει από τον Λεοντή να γράψει μουσική για τους Αχαρνής. Οι ζουρνάδες και τα ούτια που ο Λεοντής έχει ήδη χρησιμοποιήσει στον «Καραγκιόζη» του Σκούρτη προκρίνονται και στους Αχαρνής, όντας συμβατοί με την ιδιοσυγκρασία του Κουν. Εξάλλου, ο ίδιος ο συνθέτης θεωρεί τον Κουν ως «φορέα μιας ανατολίτικης ιδεολογίας». Ακολουθεί η «Ειρήνη» το 1977. Οι δύο αυτές εργασίες πάνω στον Αριστοφάνη καθιερώνουν τον Λεοντή ως συνθέτη μουσικής για θέατρο και τον αναδεικνύουν παράλληλα ως εκπρόσωπο μιας ολόκληρης σχολής σε σχέση με την προσέγγιση του Αριστοφάνη, έχοντας απέναντί του τον Μάνο Χατζιδάκι και τις «Όρνιθές» του. Στον κανταδόρικο, αστικό ήχο του Χατζιδάκι, ο Λεοντής αντιπαραβάλλει τον ήχο της αγροτικής ζωής και εμπειρίας.

Στη μουσική προσέγγιση του Λεοντή, ο ακροατής δεν θα συναντήσει στοιχεία επανάληψης και μανιέρας, ούτε όμως και δυσκολοχώνευτες μουσικές επενδύσεις αφηρημένων στιγμών. Οι μουσικές στέκονται κάλλιστα και έξω από τη θεατρική σκηνή, και αποτελούνται καταρχήν από τραγούδια που τραγουδιούνται. Διαθέτουν έτσι μιαν αυτονομία που δεν προδίδει την αρχική λειτουργία τους για το θέατρο. Αλλά και αυτή η λειτουργία τους δεν γίνεται αντιληπτή ως απλή αναπαραστατική λειτουργία περιγραφής εικόνων. Σύμφωνα με τον Λεοντή, «Στο θέατρο υπηρετείς ένα κείμενο στο οποίο … ενυπάρχουνε διάφορες καταστάσεις, ψυχολογικές, συναισθηματικές, ρεαλιστικές, όπου το ένα στοιχείο διαδέχεται το άλλο. Μέσα από εκεί σου δημιουργούνται εικόνες … Άλλος θέλει να την περιγράψει, άλλος θέλει να δώσει μία άλλη διάσταση. Εγώ ποτέ μου δεν φωτογραφίζω εικόνες, προσπαθώ να δώσω τη δική μου διάσταση, ένα άλλο επίπεδο της εικόνας που βλέπω» (Συνέντευξη στα Μ.Π., 12 Ιουλίου 2007). Στέκονται, δηλαδή, αυτές οι μουσικές παράλληλα με το θεατρικό κείμενο και όχι πίσω απ’ αυτό, ως ουρά του. Πάνω απ’ όλα, αντιμετωπίζονται όχι ως μουσικές υποκρούσεις αλλά ως εν δυνάμει εξω-θεατρικά αυτάρκεις συνθέσεις.

Βασικό ερέθισμα στη δουλειά του Λεοντή για το θέατρο, και ειδικά για τον Αριστοφάνη, είναι η προσέγγιση και προαγωγή της «λαϊκής συνείδησης»: «Εγώ δεν κάνω τίποτε άλλο από το να προσπαθώ να ανακαλύψω αυτό που αυθαίρετα ονομάζω "λαϊκή συνείδηση", να το εγκολπωθώ και να το προσφέρω». Ο δημιουργός φεύγει από το ρόλο του ως συνθέτη και έρχεται στη θέση μας, στη θέση του θεατή-ακροατή, κατεβαίνει στην πλατεία, προσπαθεί να δει ολοκληρωμένη την παράσταση. Ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζεται όχι ως πομπός του αισθητικού προτάγματος το οποίο ο συνθέτης καλείται να ακολουθήσει, αλλά ως υποψήφιος δέκτης των προτάσεων του συνθέτη.

Πάνω απ’ όλα, πρόθεση του Λεοντή είναι η εστίαση σε ό,τι ικανοποιεί περισσότερο το αισθητήριό του ως θεατή του έργου, σε μια προσπάθεια σύζευξης της σκηνής με την πλατεία. Γι’ αυτό, εξάλλου, και το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής για θέατρο ο Λεοντής το σχεδιάζει στις πρόβες, βλέποντας και ακούγοντας τους ηθοποιούς, διδασκόμενος απ’ αυτούς και απ’ τα λάθη τους. Αυτό που άλλοι συνθέτες θα θεωρούσαν υποταγή και υποχώρηση, δηλαδή το συγχρονισμό με το βηματισμό του θεατή, ο Λεοντής το θεωρεί πηγή βελτίωσης για τον ίδιο. Κατά βάθος, δηλαδή, το αρχαίο δράμα αντιμετωπίζεται εδώ ως μορφή λαϊκής τέχνης. Ο Αριστοφάνης αλλά και οι μεγάλοι τραγικοί παίρνουν, στα μάτια του Λεοντή, λαϊκούς μύθους και τους μετουσιώνουν σε θεάματα στα οποία ο κόσμος γίνεται κοινωνός του θεατρικού υλικού. Ο Αριστοφάνης, για τον Λεοντή, είναι μια λαϊκή υπόθεση.


«Χελιδών ηδομένη…»


Το 1994, η Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής υπό τη διεύθυνση του Σταύρου Ξαρχάκου παρουσιάζει την παράσταση «Αριστοφάνους Έξοδος» στο «Ρεξ», σε οχτώ συναυλίες. Ο Λεοντής παίρνει τα μοτίβα, τα επεξεργάζεται, αλλάζει τη σειρά τους, συνταιριάζει ρυθμούς και τονικότητες, και σχηματίζει πέντε μουσικές ενότητες. Η φόρμα της κάθε ενότητας είναι πρωτότυπη, καθώς το ένα κομμάτι διαδέχεται το άλλο δίχως διακοπή. Έτσι, φτάνουμε στο καλοκαίρι 2005 όπου σε ένα κατάμεστο Ηρώδειο ο Λεοντής παρουσιάζει σε ολοκληρωμένη μορφή τη δουλειά του πάνω στον Αριστοφάνη μαζί με άλλα γνωστά του τραγούδια, με τον παράξενο τίτλο «Χελιδών ηδομένη…! και τραγούδια ευφρόσυνα».

Ο τίτλος «Χελιδών ηδομένη» συναντάται ως φράση στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη και υποδηλώνει, σύμφωνα με τον Γιώργη Γιατρομανωλάκη «χελιδόνι που χαίρεται να τραγουδάει και, ακούγοντας τον εαυτό του, τρελαίνεται από τον σεβντά» (Ελευθεροτυπία, 10 Αυγούστου 2005). Όμως, στην έκδοση που κυκλοφορεί συναντάμε μόνο το …χελιδόνι χωρίς τραγούδια ευφρόσυνα, καθώς η έκδοση εστιάζει αποκλειστικά στον Αριστοφάνη αποκτώντας μια ιδιαίτερα συνεκτική θεματική.

Η «Χελιδών ηδομένη…» δεν είναι ούτε θέατρο, ούτε συναυλία, αλλά μια σύνθετη μουσικοχορευτική παράσταση. Περιλαμβάνει μουσικές και τραγούδια γραμμένα για θέατρο, που λειτουργούν αυτόνομα, έξω και πέρα από το θεατρικό δρώμενο που κάποτε υπηρέτησαν. Το υλικό αντλήθηκε από πέντε παραστάσεις έργων του Αριστοφάνη που είχαν παρουσιάσει το Θέατρο Τέχνης, το Εθνικό Θέατρο και το Θεατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών: τους «Αχαρνής», την «Ειρήνη», τους «Ιππείς», τις «Σφήκες» και τον «Πλούτο». Τα τραγούδια ερμηνεύουν ο Πέτρος Δαμουλής, ο Δώρος Δημοσθένους, ο Γιάννης Κούτρας, η Μαρία Σουλτάτου και η Ιωάννα Φόρτη, με τη συνοδεία της Μικτής Χορωδίας του Δήμου Κηφισιάς υπό τη διεύθυνση του Θανάση Αρβανίτη, καθώς και 17μελούς ορχήστρας με βοηθό μαέστρου τον συνθέτη και πιανίστα Νεοκλή Νεοφυτίδη. Σε όλα κομμάτια συμμετέχει το χοροθέατρο του ΚΘΒΕ σε χορογραφίες του Κωνσταντίνου Ρήγου - ο οποίος επιμελήθηκε και τη σκηνοθεσία της παράστασης - προσδίδοντας μιαν αέρινη, χορευτική διάσταση στο έργο. Το cd με τη ζωντανή ηχογράφηση συνοδεύεται από dvd, στο οποίο το ίδιο ακριβώς υλικό αποτυπώνεται και οπτικά. Το μοντάζ επιμελήθηκαν από κοινού ο συνθέτης μαζί με τον συνεργάτη του Χρήστο Τσαγάκη. Τέλος, η έκδοση περιλαμβάνει και ένα βιβλιαράκι με κείμενα σχετικά με την παράσταση. Με άλλα λόγια, ο Αριστοφάνης του Λεοντή και ο Λεοντής του Αριστοφάνη, όπως αυτοί οι δύο συνυπάρχουν στο έργοΧελιδών ηδομένη» αξίζουν μια θέση στη δισκοθήκη κάθε μουσικόφιλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: