Η πρώτη συνέντευξη του Γιώργου Νταλάρα μετά τη Χούντα
(στον «Ταχυδρόμο» και τον Κώστα Ρεσβάνη)
H Musicpaper παρουσιάζει για πρώτη φορά στο διαδίκτυο εκτενή αποσπάσματα από την πρώτη συνέντευξη του Γιώργου Νταλάρα μετά την πτώση της δικτατορίας. Η συνέντευξη δόθηκε στον γνωστό δημοσιογράφο Κώστα Ρεσβάνη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ο Ταχυδρόμος», αρ. 1064, σελ. 62-63, στις 29 Αυγούστου 1974. Ο τίτλος της; «Δίνει την πρώτη ελεύθερη συνέντευξή του - Νταλάρας: Ίσως να έμενα όρθιος, ίσως να λύγιζα κι εγώ». Ανάμεσα στα άλλα, ο αναγνώστης ίσως παραξενευθεί από την παρότρυνση του 25χρονου τότε Νταλάρα προς τον Γρηγόρη Μπιθικώτση να …«αποτραβηχτεί από το χορό». Την ίδια στιγμή, ο Νταλάρας υπενθυμίζει εν έτη 1974 ότι «το παρόν ανήκει σε άλλους», ενώ στρέφεται με θαυμασμό στον Μίκη Θεοδωράκη αποκαλώντας τον «αρχιστράτηγο». Μία ενδιαφέρουσα, από κάθε άποψη, κουβέντα!
ηρ.οικ.
-----
(…)
Γιώργος Νταλάρας: Μη με λογαριάζετε αντιστασιακό. Ούτε η παρουσία μου ανάμεσα στα παιδιά του Πολυτεχνείου είναι ηρωισμός. Τους άλλους τους ανώνυμους να βρεις. Αυτούς που τώρα ίσως να μην έχουν σταυρό στο μνήμα τους, και βγαίνουν τώρα και λένε ό,τι θέλουν οι μοντέρνοι αντιστασιακοί «της τρεχούσης εβδομάδος»…
Η μόνη δική μου πράξη αντίστασης υπήρξε η άρνησή μου να τραγουδήσω πολλά κακά τραγούδια, που προσπάθησαν να μου επιβάλλουν συνθέτες και εταιρείες. Τώρα, βλέπεις, πήραν την ιερή υπόθεση του Πολυτεχνείου και την έβαλαν στην επιθεώρηση. Είναι χυδαίο, ανήθικο.
Κώστας Ρεσβάνης: Ξέρεις πολλούς από τους συνθέτες και στιχουργούς που έμειναν όρθιοι στη διάρκεια της επταετίας και εξακολουθούν να υπάρχουν;
Ο Θεοδωράκης, φυσικά, ο Λοΐζος, ο Κουγιουμτζής και άλλοι. Από τους στιχουργούς ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου και λίγοι ακόμη. Δεν θα σου απαντήσω όμως αν με ρωτήσεις γι’ αυτούς που εκμαύλισαν τον κόσμο, αφού είναι γνωστοί σαν κάλπικες δεκάρες.
Βρέθηκες κάποια στιγμή στην επταετία σε αδυναμία, κάτω από τις πιέσεις. Ξέρουμε ότι ήσουν κομμένος από ραδιόφωνο και τηλεόραση το μεγαλύτερο διάστημα. Έφτασε κάποια στιγμή, που άρχιζες να λυγίζεις;
Αν ήξερες πόσο δυνατή είναι η αντίθεσή μου στη δικτατορία, δεν θα μου το έλεγες αυτό. Άλλωστε στο λέω πάλι: Εγώ λογαριάζομαι από τους τυχερούς της ιστορίας. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν χρησιμοποιούσαν βία. Ίσως έχανα τη ζωή μου ή την υγεία μου μένοντας όρθιος. Ίσως λύγιζα, οπότε αντίο Νταλάρα… Και είπα τότε αρκετά πράγματα, αλλά δεν γράφτηκαν. Δεν είμαι ο τραγουδιστής που τώρα ξαφνικά απέκτησε ανησυχίες. Δεν διεκδικών παράσημα αντιστασιακού, γιατί δεν τα αξίζω. Είμαι ένας άνθρωπος που τον λένε Γιώργο, που καταπιάστηκε τόσα χρόνια και που μιλάει για πράγματα που μπορούν σήμερα να γραφτούν. Μιλώ για λίγα, ουσιαστικά, από αυτά που σκέπτεται ο αγρότης, ο εργάτης, ο απλός άνθρωπος και που σ’ αυτούς δεν πάει ο δημοσιογράφος.
Μιλάς για «άσπρη μέρα». Ωστόσο όλα αυτά τα χρόνια δούλευες σε κοσμικό κέντρο, που δεν έχει σχέση με την σημερινή σου παρουσία. Βρέθηκαν πολλοί που σε κατηγόρησαν γι’ αυτό.
Δεν θα προσπαθήσω να δικαιολογηθώ. Απλώς θα σου εκθέσω τα γεγονότα με λίγα λόγια. Δημιουργώντας αυτό το μεγάλο κέντρο, είχαμε υπ’ όψη μας άλλα πράγματα. Ονειρευόμαστε να έλθει ο Καζαντζίδης, που τελικά, άγνωστο για ποιο λόγο, δεν ήλθε. Να έλθει ο Ξυλούρης και άλλοι νέοι άνθρωποι, ώστε να δημιουργήσουμε ένα πραγματικό λαϊκό κέντρο. Ο Στέλιος θα έφερνε πολύ κόσμο και εμείς οι άλλοι επίσης. Έτσι καθώς θα ήταν γεμάτο κάθε βράδυ, ια ρίχναμε τις τιμές. Απέτυχαν όλα αυτά. Και είδα ύστερα τις τιμές, που τοιχοκόλλησαν έξω από το κέντρο. Το κάθε άτομο έπρεπε να πληρώσει 170 δραχμές για ένα ποτό. Σκέφτηκα: Εντάξει. Όσο σχεδόν δίνουν σε μία μπουάτ. Ύστερα… έπεσα έξω. Όταν είδα να υποχρεώνεται ο κόσμος να τρώει φρούτα και να τα πληρώνει μ’ ένα μηνιάτικο μισθό. Και ξεσπάθωσα… φώναξα… κατηγόρησα το ίδιο μου το σπίτι, αλλά αυτό δεν έπεσε να με πλακώσει… Είπα: «Κόσμο σε κοροϊδεύουνε… σου παίρνουν τα λεφτά σου…». Και ο κόσμος εξακολουθούσε να έρχεται κι εγώ να μένω εκεί τυλιγμένος στο συμβόλαιό μου.
Και τώρα γιατί γυρίζεις στην Πλάκα; Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι ακολουθείς τη μόδα…
Δεν επιστρέφω, γιατί ποτέ δεν ήμουν στην Πλάκα. Πιστεύω ότι σ’ εκείνο τον τόπο τώρα μπορώ να πω αρκετά πράγματα, να φέρω πιο κοντά τον κόσμο. Τι μπορούσε να πει κανείς επί δικτατορίας στην Πλάκα; Λάθος δεν είναι αυτό, αλλά τα άλλα που έκανε ο Μπιθικώτσης. Καλύτερα όμως να μη σταθούμε εδώ…
Αντίθετα νομίζω ότι χρειάζεται να σταθούμε. Συγκρίνεται η φωνή σου αλλά και η στάση σου με τον Μπιθικώτση. Σου κάνω λοιπόν ίσια την ερώτηση: Τι πιστεύεις για τον Μπιθικώτση;
Άκουσε τότε… Πιστεύω στο παρελθόν του Μπιθικώτση. Υπήρξε το παντοδύναμο και το πιο ολοκληρωμένο ον του ελληνικού τραγουδιού. Με ουσιαστική προσφορά. Παρ’ ότι ξέρω ότι στα επτά χρόνια ήταν πιο αρνητικός απ’ ότι έπρεπε, συναισθηματικά του συγχωρώ όλα όσα έχει κάνει λόγω παρελθόντος. Θα έλεγα όμως τώρα ίσως έφτασε ο καιρός να αποτραβηχτεί από τον χορό… Το παρόν ανήκει σε άλλους. Σαν άνθρωπος είναι αξιολάτρευτος μέσα στην απλότητά του… Σωστός ρεμπέτης… όμως τα τραγούδια του σήμερα… και καλύτερα να τα πει, δεν θα μπορέσει να σταθεί μετά από όσα έγιναν.
Εδώ μπαίνει κανένας στον πειρασμό να σε ρωτήσει αν όσα λες για τον Μπιθικώτση έχουν σχέση και με τη δική σου παρουσία δίπλα στον Θεοδωράκη.
Όχι. Αυτή την στιγμή σου μιλάει ο ακροατής Νταλάρας, όχι ο τραγουδιστής. Θα πρέπει να ξαναπώ ότι εγώ τραγούδησα μόνο, επειδή άκουγα να τραγουδάει ο Μπιθικώτσης. Καταλαβαίνεις; Είμαι από τους πιο φανατικούς ακροατές του Γρηγόρη. Και όταν λέω «το παρόν ανήκει σε άλλους», δεν εννοώ τον εαυτό μου. Άλλωστε, ίσως να μη μπορέσω να πω εγώ όλα τα καλά τραγούδια του Θεοδωράκη.
Εκτός από τα «Λιανοτράγουδα», σε ποιο σημείο βρίσκεται η συνεργασία σου με τον Θεοδωράκη; Και επειδή μέχρι σήμερα δεν έχει ακουστεί η γνώμη σου για την παρουσία του Θεοδωράκη, θα ήθελα να μου μιλήσεις πάνω και σ’ αυτό.
Να ο κίνδυνος. Άντε να πείσεις τον άλλον ότι δεν υπάρχει περίπτωση κολακείας. Θα σου πω όμως ό,τι πιστεύω. Λοιπόν, ο Θεοδωράκης δεν τελειώνει πουθενά… Μια πηγή είναι. Αρχιστράτηγος και εμείς όλοι λοχίες… Μέχρι που να ξεκαθαρίσουν πάντως τα πράγματα, νομίζω ότι είναι συναισθηματικά δεμένος με τους παλιούς συνεργάτες του και δικαιολογημένα. Τα «Λιανοτράγουδα» πάντως, πέρα από όσες επιφυλάξεις υπάρχουν για τον τρόπο εκτελέσεώς τους, είναι δεμένα με κάτι το ανεπανάληπτο: Τα γυρίσαμε το τριήμερο που γινόταν το έπος του Πολυτεχνείου… Έφευγα από το στούντιο, πήγαινα εκεί… Καταλαβαίνεις… Και κάτι ακόμη: Ο Θεοδωράκης δεν είναι μόνο δικός μας. Ανήκει σε όλο τον κόσμο. Είναι ένα βιβλίο που γυρίζεις πέντε δισεκατομμύρια σελίδες και έχει ακόμη…
Τι στάθηκε καθοριστικό για την διαμόρφωση της σκέψης σου στην διάρκεια της δικτατορίας;
Η βία και η αστυνόμευση. Μέχρι τότε - ήμουν δεκαοχτώ ετών - πίστευα πως όλα αυτά τα πράγματα που ακούγαμε για τους διωγμούς, την εισβολή στα σπίτια, το τράβηγμα των ανθρώπων στις φυλακές, το κάψιμο των βιβλίων, ανήκαν στο χώρο της φαντασίας. Και τα αντίκρισα. Ανατρίχιασα καθώς διάβαζα τα απαγορευμένα βιβλία και έβλεπα πόσες χούντες έχουν περάσει… Τα φίδια άλλαζαν απλά και μόνο τα πουκάμισά τους. Και κατάλαβα πόσο δίκιο είχε ένα γεροντάκι, όταν μου είπε να προσέξω, γιατί τα παιδιά μας μπορεί να υπηρετήσουν στο αμερικανικό ναυτικό… Η Ελλάδα υπέφερε. Ξέρω γέρους κυνηγημένους, χτυπημένους και φυλακισμένους που στέκουν τρυπώντας τα πόδια τους με ενέσεις ινσουλίνης. Είδα να διώχνουν ένα ηλικιωμένο γκαρσόνι και να το στέλνουν κάθε εβδομάδα από Αθήνα Θεσσαλονίκη, γιατί, λέει, ήταν κομμουνιστής και θα μόλυνε τα άλλα γκαρσονάκια… Κομμουνιστής αυτός, κομμουνιστής κι εκείνος. Στο όνομα του αντικομμουνισμού έγιναν τα χειρότερα εγκλήματα. Δεν είμαι πολιτικό πρόσωπο, αλλά θέλω να πω ότι η Αστυνομία πρέπει να υπάρχει για να κυνηγάει τους ληστές και τίποτε άλλο. Δεν ξέρω αν είναι καλός ή κακός ο κομμουνισμός, αλλά εδώ το πράγμα έχει παραγίνει. Λες στον τροχονόμο ότι έχει άδικο - «Δεν πρέπει να με γράψετε κύριε» - και σου λέει «είσαι κομμουνιστής»…
Βλέπεις να υπάρχει ελπίδα για κάτι καλύτερο και από πού;
Από τους νέους θα προκύψει κάτι καλό. Φοβάμαι όμως μήπως βολευτούν, όταν περάσουν αυτή την ηλικία. Αν όλοι μείνουμε νέοι με κεφαλαίο «Ν», πολλά πράγματα θα ομορφύνουν.
(…)