Ο Λόρκα στο ελληνικό τραγούδι
Μια περιδιάβαση στα μουσικά μονοπάτια του «γελαστού ποιητή»
των Μάκη Γκαρτζόπουλου και Ηρακλή Οικονόμου
(Δημοσιεύτηκε στο ΔΙΦΩΝΟ, τ. 166, Δεκέμβριος 2009)
Πρόσφατα, το ισπανικό κράτος αποφάσισε να προχωρήσει στην εκταφή των οστών του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Εκτελεσμένος από τους φασίστες του Φράνκο, ο «γελαστός ποιητής» συνεχίζει να απασχολεί τη συλλογική μνήμη της πατρίδας του αλλά και του ελληνικού τραγουδιού.
«ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ ΜΟΥΣΙΚΟΣ»
Ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα γεννήθηκε το 1898 έξω απ’ τη Γρανάδα. Τριάντα οχτώ χρόνια μετά, στις 19 Αυγούστου 1936, έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες των φαλαγγιτών «μες στου Βιθνάρ το ρέμα». Στη σύντομη ζωή του πρόλαβε να σημαδέψει ανεξίτηλα τα Ισπανικά γράμματα, ως ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Μια άλλη, λιγότερο γνωστή πτυχή της πολύπλευρης προσωπικότητάς του είναι η μουσική. Ο ίδιος ήταν ταλαντούχος μουσικός, έχοντας λάβει μαθήματα από τον πιανίστα Αντόνιο Σεγούρα και τον περίφημο Μανουέλ ντε Φάλλια. Στην ποίηση, εξάλλου, στράφηκε μόνο όταν οι γονείς του απαγόρεψαν να συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές στο Παρίσι. Στον ποιητή άρεσαν πολύ τα Τσιγγάνικα τραγούδια και η λαϊκή μουσική τέχνη της Ισπανίας, και γι’ αυτό είχε διοργανώσει ως και μουσικά φεστιβάλ, ενώ χαρακτηριστική είναι η παρουσία μουσικών όρων στα ποιήματά του. Αποκορύφωμα της μουσικής του δραστηριότητας στάθηκε ο δίσκος Collecion de Canciones Populares Españolas. Πρόκειται για διασκευές παραδοσιακών ισπανικών τραγουδιών που γραμμοφωνήθηκαν το 1931 με την τραγουδίστρια του φλαμέγκο, Argentinita και τον ποιητή στο πιάνο.
Ο ΛΟΡΚΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΘΕΤΩΝ
Η πρώτη «συνάντηση» του Λόρκα με τους έλληνες συνθέτες πραγματοποιείται το 1948, με αφορμή την παράσταση του «Ματωμένου γάμου» από το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Ο μόλις 23 ετών Μάνος Χατζιδάκις, γράφει τη μουσική και μελοποιεί πέντε τραγούδια σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου. Το έργο παρέμεινε ανέκδοτο μέχρι το 1965, όταν εκδόθηκε με ερμηνευτή τον Λάκη Παππά. Ο Χατζιδάκις έγραψε μουσικές και τραγούδια και για άλλες θεατρικές παραστάσεις έργων του Λόρκα. Στη δισκογραφία συναντάμε στον «Μεγάλο Ερωτικό» την αξεπέραστη ερμηνεία της Φλέρυς Ντανωνάκη στο τραγούδι Πέρα στο θολό ποτάμι από το έργο «Περλιμπλίν και Μπελίσα», αλλά και το Τριαντάφυλλο, τραγούδι που ακούστηκε πρώτη φορά στην παράσταση «Δόνια Ροζίτα» του 1959 και ηχογραφήθηκε στη «Λαϊκή Αγορά» με ερμηνευτή τον Βασίλη Λέκκα.
Το 1967, ο Μίκης Θεοδωράκης ολοκληρώνει την μελοποίηση τού «Romancero Gitano» σε απόδοση Οδυσσέα Ελύτη. Αρχικά, το έργο προοριζόταν να κυκλοφορήσει με ερμηνεύτρια την Αρλέτα. Η επιβολή της δικτατορίας ακύρωσε την έκδοση του έργου, το οποίο τελικά κυκλοφόρησε το 1975 με τη Μαρία Φαραντούρη και το 1978 με την Αρλέτα. Το έργο ηχογραφήθηκε ξανά για φωνή και κιθάρα με τη Φαραντούρη και τον διεθνούς φήμης κιθαρίστα John Williams.
Μέσα στη δικτατορία, το 1969, συναντάμε την ιδιαίτερα αξιόλογη προσέγγιση του Γιάννη Γλέζου στα «12 τραγούδια του Λόρκα», με βασικό ερμηνευτή τον Γιάννη Πουλόπουλο και τη συμμετοχή της Έλενας Κυρανά. Την απόδοση των στίχων υπογράφει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ενώ την εξαιρετική ενορχήστρωση επιμελείται ο Νίκος Μαμαγκάκης. Το 1974, ο Γλέζος καταπιάνεται ξανά με την ποίηση του Λόρκα, μελοποιώντας τον «Αντόνιο Τόρες Χερέδια», με ερμηνεύτρια την Μαρία Δημητριάδη. Σημαντικός σταθμός στις μελοποιήσεις Λόρκα αποτελεί η μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου στο ποίημα «Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας», εμπνευσμένο από τον θάνατο στην αρένα τού ομώνυμου φίλου τού. Η μετάφραση του έργου ανήκει στον Νίκο Γκάτσο, και το έργο ερμήνευσαν ο βαρύτονος Κώστας Πασχάλης και ο Μάνος Κατράκης στο ρόλο του αφηγητή. Το 1974, ο Χρήστος Λεοντής μελοποίησε Λόρκα στο δίσκο «Αχ Έρωτα», σε ερμηνεία Τάνιας Τσανακλίδου και Μανώλη Μητσιά, και απόδοση Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τραγούδια όπως Μέρα γεμάτη θλίψη, Αβάσταχτο να σ’ αγαπώ και φυσικά το Λούζεται η αγάπη μου αγαπήθηκαν από το κοινό για τον αβίαστο λυρισμό τους.
Εξίσου επιτυχημένη υπήρξε και η συνάντηση του Λόρκα με τον Νίκο Μαμαγκάκη το 1983, στον κύκλο τραγουδιών «Του έρωτα και του πάθους», σε μετάφραση Αγαθής Δημητρούκα. Ο δίσκος περιλαμβάνει τα παραδοσιακά τραγούδια που ο ίδιος ο Λόρκα είχε διασκευάσει στη Collecion de Canciones Populares Españolas, σε εναρμόνιση του Μαμαγκάκη και ερμηνεία της Νένας Βενετσάνου. Tο έργο κυκλοφόρησε ξανά το 2008 με ερμηνευτές τον Τάση Χριστογιαννόπουλο και τη Ναταλί Ρασούλη.
Ο Λόρκα έχει εμπνεύσει και δημιουργούς που έχουν πειραματιστεί με πιο λόγιες μουσικές φόρμες, όπως ο Γιώργος Κουρουπός που έγραψε τα «8 τραγούδια σε ποίηση Λόρκα» σε μετάφραση Αντρέα Αγγελάκη με ερμηνευτή τον Σπύρο Σακκά. Ο Λόρκα απασχολεί και εμπνέει και μια νεότερη γενιά δημιουργών όπως ο Δημήτρης Μαραμής, που το 2006 παρουσίασε τον δίσκο «Του Σκοτεινού Έρωτα» σε απόδοση Σωτήρη Τριβιζά και ερμηνεία Μίνωα Θεοχάρη, ενώ τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε τον «Σκοτεινό Έρωτα» με τον Μάριο Φραγκούλη.
Στην ελληνική δισκογραφία συναντάμε πλήθος σκόρπιων μελοποιήσεων του Λόρκα. Ο ποιητής σημάδεψε το δισκογραφικό ντεμπούτο του Μάνου Λοΐζου με το Τραγούδι του Δρόμου σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου, που πρωτοηχογραφήθηκε το 1962 σε δίσκο 45 στροφών με τη φωνή του Γιώργου Μούτσιου και ηχογραφήθηκε ξανά με ερμηνεία του συνθέτη στα «Τραγούδια του δρόμου». Τους στίχους ανακαλύπτει ο Λοΐζος στην «Επιθεώρηση Τέχνης», το ιστορικό περιοδικό της Αριστεράς. Ο Θεοδωράκης συνέθεσε το τραγούδι «Φεύγω για το Σαντιάγκο», που ερμήνευσε πρώτα ο Ζωρζ Μουστακί και στη συνέχεια η Αλίκη Καγιαλόγλου σε απόδοση Μιχάλη Μπουρμπούλη. Τρία μεμονωμένα ποιήματα του Λόρκα σε μετάφραση Ξενοφώντα Κοκόλη και μουσική του Μαμαγκάκη τραγουδάει η Λιζέτα Καλημέρη στο δίσκο «Αιφνιδιασμός». Στο δίσκο του Θανάση Παπακωνσταντίνου «Η βροχή από κάτω» βρίσκουμε την Άυπνη πόλη σε απόδοση Μαρίας Ευσταθιάδη, ενώ και οι Όναρ τραγούδησαν τη Μπαλάντα του νερού της θάλασσας στο δίσκο «Μην πετάς θα σε δουν».
Άξιες προσοχής είναι οι μελοποιήσεις ελλήνων συνθετών σε ποιήματα του Λόρκα απευθείας απ’ το πρωτότυπο. Ενδεικτικά, αναφέρουμε το ποίημα Στις 27 του Αυγούστου και το γνωστό Τώρα νυφούλα μου χρυσή από τον «Ματωμένο γάμο» που μελοποίησε απ’ τα ισπανικά ο Ηρακλής Πασχαλίδης και περιλαμβάνονται στο δίσκο «12 μουσικά κομμάτια και 6 τραγούδια». Η Λαμπρινή Σκλήνου έχει μελοποιήσει απ’ το πρωτότυπο τις Πληγές της αγάπης στο δίσκο «Οι ένδοξες κατακτήσεις ενός κούκου» και ο Επαμεινώνδας Παπαμιχαήλ το Αίνιγμα της κιθάρας στο δίσκο «Βλέποντας το θρίλερ».
Οι δισκογραφημένες συνθέσεις για θεατρικά έργα του Λόρκα στα ελληνικά είναι αμέτρητες, με πρώτο φυσικά διδάξαντα τον Χατζιδάκι και τον «Ματωμένο Γάμο» του. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις δουλειές του Νίκου Κυπουργού στη «Γερμα» από τον δίσκο «Music on Stage» και του Τάσου Καρακατσάνη στη «Θαυμαστή μπαλωματού» που κυκλοφόρησε στο δίσκο «Έξι ενότητες θεατρικής μουσικής». Ξεχωριστή θέση κατέχει και Το τραγούδι της Χοσέφα σε μουσική Νότη Μαυρουδή, φτιαγμένο για «Το σπίτι της Μπερνέρντα Άλμπα». Το έργο ανέβηκε το καλοκαίρι του 1987 στις γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού από ομάδα κρατουμένων, ενώ το τραγούδι ερμήνευσε η Αρλέτα στο δίσκο «Κάπου ανατολικοδυτικά». Και ο Γιάννης Αγγελάκας μελοποίησε ποίηση του Λόρκα, για τις ανάγκες του θεατρικού έργου «Μοργκεντάου».
Τέλος, αμέτρητες είναι οι επανεκτελέσεις τραγουδιών του Λόρκα. Ξεχωρίζουμε ενδεικτικά τη ζωντανή ηχογράφηση «Του φεγγαριού τα πάθη» (2002), όπου η Μαρία Φαραντούρη ερμηνεύει τρεις κύκλους του Λόρκα: τον «Ματωμένο Γάμο» σε μουσική Χατζιδάκι, τα “Canciones Populares” και το “Romancero Gitano” του Θεοδωράκη.
ΤΟ «ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΛΟΡΚΑ» ΚΑΙ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ
«Στην Ισπανία» είπε κάποτε ο Λόρκα, «οι νεκροί είναι πιο ζωντανοί από τους νεκρούς οποιασδήποτε άλλης χώρας στον κόσμο». Στην Ελλάδα, ο Λόρκα είναι πιο ζωντανός παρά ποτέ, στα τραγούδια του. Με διαφορά ο πιο ευρέως μελοποιημένος ξένος ποιητής, ο Λόρκα ενέπνευσε μια τεράστια γκάμα ελλήνων συνθετών. Η επιρροή του στην ελληνική μουσική επιτρέπει να τον θεωρήσουμε ως «δικό μας», ως εγχώριο ποιητή. Ενδεικτικά της απήχησης του υπήρξαν και τραγούδια άλλων γι’ αυτόν: το ποίημα Federico Garcia Lorca του Νίκου Καββαδία που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος, και το τραγούδι Ο θάνατος του ποιητή σε στίχους Πυθαγόρα και μουσική Απόστολου Καλδάρα: «Γιατί τον σκότωσαν, γιατί / τον γελαστό τον ποιητή;»
Ποιοι παράγοντες όμως έδωσαν στον Λόρκα αυτή την περίοπτη θέση στο τραγούδι; Καταρχήν, το μέγεθος της ποίησής του και ο αντίκτυπος της σε συνθέτες που διψούσαν να μελοποιήσουν ποιητικό λόγο. Ο Λόρκα ενσάρκωσε το διττό αίτημα της πρωτοπορίας και της λαϊκότητας που οι Έλληνες δημιουργοί είχαν ως σημαία στο έργο τους. Ο εκλεκτός των συνθετών Οδυσσέας Ελύτης αναφέρει στα 1942: «Ο ποιητής που αυτή τη στιγμή μ’ ενδιαφέρει περισσότερο, είναι ο Ισπανός Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα». Στην ποίηση του Λόρκα, οι Έλληνες συνθέτες συνάντησαν γνώριμα Μεσογειακά μοτίβα. Όπως λέει ο Μαμαγκάκης, «σαν Μεσογειακός ποιητής, ο Λόρκα μας άρπαξε απ’ την καρδιά και το μυαλό». Ταυτόχρονα, οι συνθέτες ανακάλυψαν στο έργο του ένα δημιουργικό χώνεμά της παράδοσης μέσα σε νεωτεριστικές αισθητικές μορφές, που δεν μπορούσε παρά να έλξει μια γενιά δημιουργών ταγμένων στην αναζήτηση της «ελληνικότητας», στην «επιστροφή στις ρίζες» και σε ένα όραμα εθνικής και κοινωνικής αυτογνωσίας. Εξάλλου, και η ίδια η σχέση του Λόρκα με τη μουσική έκανε το έργο του ιδιαίτερα ελκυστικό για τους συνθέτες. Η ποίησή του εμπεριέχει ρυθμό και μουσικότητα που επέτρεψε την αβίαστη μελοποίησή της.
Επίσης, η ποίηση του Λόρκα αναδύθηκε σε συνθήκες όμοιες με αυτές μιας Ελλάδας καταπιεσμένης και ανελεύθερης, εκείνης δηλαδή της Ελλάδας που βίωσε η γενιά του «έντεχνου-λαϊκού» τραγουδιού των δεκαετιών του ’60 και ’70. Το έργο του Λόρκα ήταν απαγορευμένο στην ίδια τη χώρα του μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’50, μετά πέρασε μέσα από το ψαλίδι της λογοκρισίας, και έπρεπε να περιμένει τον θάνατο του Φράνκο το 1975 για να ακολουθήσει ελεύθερο την πορεία του. Τραγούδια του ποιητή βρέθηκαν στο στόμα των Δημοκρατικών στις μάχες κατά του Φράνκο. Η πολιτική διάσταση του σοσιαλιστή Λόρκα δεν άφησε ασυγκίνητους τους Έλληνες δημιουργούς.
Αντί επιλόγου, παραθέτουμε τα λόγια του ποιητή: «Σ’ αυτή τη δραματική στιγμή του κόσμου, ο καλλιτέχνης πρέπει να κλαίει και να γελάει με το λαό του… Ο πόνος του ανθρώπου και η σταθερή αδικία που βασιλεύει στον κόσμο μ’ εμποδίζουν να μεταφέρω το σπίτι μου στ’ άστρα». Ας δώσουμε τώρα το λόγο στη στιχουργό Αγαθή Δημητρούκα, τους συνθέτες Νίκο Μαμαγκάκη και Δημήτρη Μαραμή, και την τραγουδίστρια Μαρία Φαραντούρη, το έργο των οποίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον Ισπανό ποιητή. Τους ευχαριστούμε θερμά για την ανταπόκριση.
ΑΓΑΘΗ ΔΗΜΗΤΡΟΥΚΑ
«Κορίτσι δεκατριών δεκατεσσάρων χρόνων», παραφράζοντας ένα στίχο του φίλου Χρονά, ξόδευα το χαρτζιλίκι μου στα βιβλιοπωλεία κάποιας επαρχίας. Το όνομα Γκάτσος μού ήταν οικείο από τα τραγούδια που θαύμαζα και το θέατρο της Τετάρτης, που άκουγα στο ραδιόφωνο. Έτσι πήρα το «Ματωμένο γάμο» κι ώσπου να τελειώσω το διάβασμά του, μου έγινε και το όνομα Λόρκα οικείο. Κι όταν, αργότερα, ο ίδιος ο Γκάτσος μού διάβασε αγαπημένα του αποσπάσματα από το πρωτότυπο, αποφάσισα να μάθω κι εγώ ισπανικά. Γι’ αυτό, λίγο μετά το ’80 και μπρος στην άρνηση του Γκάτσου –λόγω έλλειψης χρόνου– να αποδώσει στα ελληνικά τα παραδοσιακά ισπανικά τραγούδια που ο Λόρκα είχε συλλέξει και εναρμονίσει, ο Πατσιφάς τον ρώτησε «Μήπως μπορεί η Αγαθή;» κι εκείνος απάντησε «Θα μπορέσει· θα τη βοηθήσω κι εγώ».
Όταν μεταφράζει κανείς ένα τραγούδι, λαμβάνει υπόψη του και το αίσθημα που του δίνει η μελωδία. Έτσι, στο τραγούδι Το παλιό το καφενείο, σε μια μελωδία που μου έβγαζε μελαγχολία, προτίμησα ένα δραματικό τέλος αντί για το ευτυχές που αφηγούνται οι ισπανικοί στίχοι. Ως προς τη γλώσσα, ακολούθησα το δημοτικό ύφος του πρωτοτύπου χωρίς αστικά ή λόγια στοιχεία. Γι’ αυτό με ξένισε η μουσική απόδοσή τους, όπως με ξένισε και ο τίτλος «Του έρωτα και του πάθους», επειδή παραπέμπει σε μια αντίληψη περί εξωτισμού της Ισπανίας. Τα περισσότερα από αυτά τα τραγούδια, με παράλλαξη των στίχων τους, είχαν γίνει εμβατήρια και παιάνες των δημοκρατικών στον ισπανικό εμφύλιο. Για παράδειγμα, το τραγούδι Τα τέσσερα παλικάρια, θρυλούσε την αντίσταση της Μαδρίτης.
Συχνά ανατρέχω στα άπαντα του Λόρκα, είτε για να διαβάσω είτε για να μεταφράσω κάποιο ποίημά του ή κάτι που είχε πει. Πάντα, όμως, αναζητώ πίσω απ’ τα κείμενα την εικόνα του όπως αποτυπώθηκε σε χρονικά της εποχής: με τη φόρμα της Barraca, να εκπέμπει μια γλυκιά αύρα και να ίπταται κάμποσους πόντους από το έδαφος, σαν να είχε ξεκινήσει την πορεία του προς τον ουρανό.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΜΑΓΚΑΚΗΣ
Η γοητεία του Λόρκα ήρθε σε μένα βλέποντας τα θεατρικά του έργα, και ιδιαίτερα τον «Ματωμένο Γάμο». Η επιρροή πάνω μου ήταν άμεση, καθώς το έργο αυτό έχει πολλά Κρητικά στοιχεία. Στη συνέχεια, βρήκα εντελώς σύγχρονη και ξεχωριστή την ποίησή του ενώ, όταν σπούδαζα στο Μόναχο, ήμουν φίλος με τον αρχιμουσικό Ραφαέλ Φρίμπεκ ντε Μπούργκος ο οποίος με μύησε στον Λόρκα και στη φιλία του με τον Μανουέλ ντε Φάλια. Όταν ο Λόρκα συνελήφθη από τους μπασκίνες του Φράνκο, το έμαθε ο ντε Φάλλια και προσπάθησε να τον συναντήσει. Νόμιζε ότι με τη φήμη του θα μπορούσε να τον σώσει…
Ένας συνθέτης διαβάζοντας Λόρκα οδηγείται κατευθείαν σε μελοποιίες… ο στίχος του Λόρκα είναι προκλητικός για κάθε συνθέτη. Ο ίδιος ο Λόρκα είχε εναρμονίσει μια συλλογή λαϊκών τραγουδιών με τρόπο εντελώς ορθόδοξο, τα οποία καταχωρήθηκαν σαν τραγούδια του Λόρκα αλλά στην πραγματικότητα είναι παμπάλαια λαϊκά τραγούδια της Ισπανίας. Αυτά τα τραγούδια τα πήρα εγώ με τη Νένα Βενετσάνου, άφησα μόνο τα μελίσματα των στίχων, τα εναρμόνισα από την αρχή, έβαλα εισαγωγές και επεισόδια που δεν υπήρχαν μέσα, και έγινε ένα έργο με τη δική του αυτονομία. Έβαλα τον τίτλο «Του έρωτα και του πάθους». Η κυρία Δημητρούκα που έκανε τη μετάφραση δεν συμφώνησε με τον τίτλο και τον θεώρησε υπερβολικό, λέγοντας ότι στα τραγούδια αυτά ούτε έρωτας υπάρχει ούτε πάθος. Για μένα ο Λόρκα ολόκληρος είναι έρωτας, αβυσσαλέος! Και ένας μεγάλος, τρανός ποιητής. Και η ζωή του τον έκανε ακόμα μεγαλύτερο. Ήταν ένας άνθρωπος δημοκράτης και είχε έναν άσχημο θάνατο «ο κακορίζικος ο Λόρκα» που γράφει και ο Εγγονόπουλος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΑΜΗΣ
Η δημιουργία του κύκλου «Σκοτεινός Έρωτας» ξεκίνησε με αφορμή τα «Σονέτα του Σκοτεινού Έρωτα», το κύκνειο άσμα του ποιητή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, και την απόδοσή τους στα ελληνικά από τον ποιητή Σωτήρη Τριβιζά. Πρώτα μελοποιήθηκε το σονέτο «Γλυκό Παράπονο», ένα σπαραχτικό ερωτικό ποίημα, κι έπειτα ο κύκλος συμπληρώθηκε με άλλα, κυρίως νεανικά ποιήματα του μεγάλου λυρικού ποιητή. Κοινή θεματική των ποιημάτων αυτών είναι η μυστικιστική και ενίοτε τραγική πλευρά του οικουμενικού αισθήματος που λέγεται έρωτας. Ο συνθέτης εδώ ήρθε αντιμέτωπος με ποιήματα «απίστευτης ωραιότητας», όπως τα χαρακτήριζε ο Πάμπλο Νερούδα. Στα ποιήματα αυτά ο έρωτας έχει αποδοθεί με τόσο αιθέριους και ταυτοχρόνως τόσο γήινους τόνους, ώστε ποτέ άλλοτε στη νεότερη ποίηση δεν έσμιξαν τόσο ταιριαστά το πάθος με την απώλεια, η ευτυχία με το πένθος, η σάρκα με τον ουρανό. Πρόκειται, καθώς είπαν, για ένα θαύμα πάθους, ενθουσιασμού, ευτυχίας, βασάνων, για ένα φλογερό μνημείο υψωμένο στον έρωτα, που η πρώτη ύλη του είναι η σάρκα, η ψυχή του ποιητή τη σταυρική στιγμή του αφανισμού του.
Για μια πρωτότυπη μελοποίηση, πιστεύω πως δεν αρκεί να γίνεται μια στεγνή μουσική ανάγνωση του ποιήματος, αλλά χρειάζεται το τραγούδι να φέρει και την προσωπική σφραγίδα του συνθέτη. Θεωρώ μάλιστα ενδιαφέρον να γίνονται εκ μέρους του και ορισμένες ανατροπές σε σχέση με την αναμενόμενη μουσικότητα του ποιήματος, ώστε η «έκπληξη» που προκύπτει να διερμηνεύει πιο έντονα το συναίσθημα. Στο «Σκοτεινό Έρωτα», απέδωσα την ποίηση με λυρισμό, μελωδικότητα, απλότητα, χωρίς φλυαρίες στην ενορχήστρωση και με μια διάθεση το μουσικό μου ύφος να μην ανήκει σε κάποια συγκεκριμένη εποχή ή μόδα.
ΜΑΡΙΑ ΦΑΡΑΝΤΟΥΡΗ
Το ελληνικό κοινό γνώρισε τον Λόρκα με τα θεατρικά του έργα και την εξαίσια μουσική του Μάνου Χατζιδάκι για τον «Ματωμένο Γάμο» και τον αγάπησε αμέσως. Όλοι τον θεωρήσαμε δικό μας άνθρωπο. Συνδεθήκαμε με την ιστορία του, το έργο του και το τραγικό του τέλος. Έγινε μύθος σε όλο τον κόσμο, αλλά και για μας τους Έλληνες ιδιαίτερα, ένα μεγάλο σύμβολο του πνεύματος και της τέχνης, που εκτέλεσαν οι φασίστες του Φράνκο. Είχα τη χαρά και την τύχη να τραγουδήσω το Romancero Gitano, μελοποιημένο μοναδικά από τον Μίκη Θεοδωράκη, στην εξαιρετική απόδοση του Οδυσσέα Ελύτη στα ελληνικά. Το 1987, με προσκάλεσαν για μια συναυλία στη γενέτειρα του Lorca, το Φουέντε Βακέρος. Η συγκίνησή μου ήταν πολύ βαθειά, όταν έμαθα ότι θα τραγουδούσα μέσα στο σπίτι που είχε γεννηθεί ο ποιητής και το οποίο σήμερα λειτουργεί ως μουσείο. Πάντα στις συναυλίες μου συνηθίζω να τραγουδώ τραγούδια του Λόρκα. Αισθάνομαι δεμένη με το έργο του, στο οποίο συνυπάρχουν λυρισμός και τραγικότητα, και το οποίο διαπνέεται από το περίφημο ντουέντε: πάθος. Είναι αυτό το πάθος που χαρακτήριζε και τον ίδιο τον Λόρκα στη σύντομη, αλλά γεμάτη ζωή του.
2 σχόλια:
Είναι δικός μας, δεν υπάρχει αμφιβολία.
Το "Αχ έρωτα" είναι ένας από τους αγαπημένους μου δίσκους, μέσα στην δεκάδα των αγαπημένων. Έχει το σπάνιο χαρακτηριστικό πως όλα, μα όλα, τα τραγούδια του δίσκου είναι εξαιρετικά. Πολύ μ'αρέσει και η προσέγγιση του Γλέζου, τη θεωρώ παραπάνω από ιδιαίτερα αξιόλογη, πραγματικά υπέροχη. Και για να κλείσω, καταστάλαξα με τα χρόνια στην ερμηνεία του Μωραΐτη στο "Σαντιάγο".
Στρατολάτη, πλάκα μας κάνεις;
:)
Μάλλον έχεις μαντικές ικανότητες... το "Σαντιάγο" το έχω λιώσει εδώ και τρεις μέρες, προετοιμάζοντας την ανάρτηση μαζί με τον Μάκη. Ναι, ο Μωραΐτης είναι συγκλονιστικός! Χωρίς να υποτιμούμε τις εξίσου δυνατές ερμηνείες Καγιαλόγλου και Μουστακί.
Γεια χαρά, ηρ.
Δημοσίευση σχολίου