ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ
Ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις του συνθέτη Μιχάλη Γρηγορίου
Ενότητα: "Εσυ, ο χρονος, ο θανατος κι’ εγω"
Επεισόδιο 7ο
Κυριακη 21/2/2010
Ενω, οταν παρατηρει κανεις τις ζωες των αλλων ανθρωπων μπορει να τις διαβασει σαν σελιδες ενος μυθιστορηματος, οπου υπαρχει η διαδοχη διαφορων επι μερους περιστατικων, δεν μπορει να κανει το ιδιο και για την δικηα του ζωη. Μπορει κανεις να αντιλαμβανεται τις ζωες των αλλων ως διαδοχη “μυθιστορηματικων” διδιαστατων περιστατικων που διαδεχονται το ενα το αλλο μεσα στο χρονο, οταν ομως παρατηρει τη δικηα του ζωη, τοτε εχει την ταση να την αντιλαμβανεται ως κατι το αχρονικο, ως κατι οπου τα βιωματα ειναι και διαδοχικα, αλλα και συγχρονικα. Η μνημη, οταν λειτουργει ως ανακληση, εχει την ταση να αποδιδει τον χαρακτηρα του διαδοχικου σε οσα εχεις ζησει, η μνημη ομως οταν λειτουργει ως αναβιωση, εχει την ταση να τους αποδιδει τον χαρακτηρα του συγχρονικου και, εν τελει, του αχρονικου. Στα εχω ξαναπει ολα αυτα με διαφορους τροπους. Η αισθηση του “εγω” που μας διαφοροποιει συνολικα απο τους “αλλους” –κι’ οχι των διαδοχικων “εγω” των “τοτε” και του “τωρα”- εχει μεσα της κατι το αχρονικο. Ισως τουτο να περιγραφει με διαφορετικο τροπο τον αυτοκατοπτρικο χαρακτηρα της συνειδησης, δηλαδη την εννοια της αυτοσυνειδησιας. Μεσα στα αλληλοαντανακλουμενα κατοπτρα που γεννουν την αισθηση της αυτοσυνειδησιας χανεται η αισθηση της χρονικης προοπτικης των διαδοχικων “εγω” τα οποια την απαρτιζουν.
Κυριακη 28/2/2010
Καθως εχω ξαναρχισει, υστερα απο αρκετα χρονια, να παιζω πιανο καθε μερα εχω καταφερει να εκτελω παλι κουτσα-στραβα καποια εργα του Schumann του Beethoven, αλλα και τα παληα μου εργα. Αυτο που δεν προκειται ομως να καταφερω ειναι να αποκτησω ξανα τους παληους σωματικους αυτοματισμους που με εκαναν να αυτοσχεδιαζω με ενα συγκεκριμμενο τροπο. Τουτο ομως δεν εχει τοσο σχεση με την επανακτηση καποιας τεχνικης, οσο με το οτι εχουν μεταβληθει πλεον οι αισθητικες μου ματιες και προτιμησεις. Τωρα πλεον δεν θα μπορουσα να γραψω εργα σαν την “Σονατα” ή σαν το “Ανεπιστρεπτει”, γιατι εχουν παψει να με αντιπροσωπευουν και να με πειθουν τα μουσικα επιχειρηματα εκεινων των εποχων. Το ιδιο ισχυει και για τους κυκλους των παραλλαγων που βασιζοντουσαν στη λογικη και στην τεχνικη του στυλιστικου collage –στην ιδια λογικη και τεχνικη στην οποια βασιστηκαν και εργα για synthesizers οπως το “Καλοκαιρι κι’ η ζωη περνα....” και “Το Παρασημον του Λουτρου”.
Παντως, ενα ερωτημα που με εχει απασχολησει αρκετες φορες τα τελευταια χρονια σχετιζεται με την τεχνικη και τη λειτουργια της εκτεταμμενης “μουσικης αφηγησης” που επετρεπε σε παλαιωτερες μουσικες μορφες να βασιζονται σε καποιο ψυχολογικο-νοηματικο “σεναριο” και να εξελισσονται μεσα στο χρονο. Αναφερομαι σ’ αυτη την τεχνικη που μπορουσε να συνδυαζει τη λειτουργια της “αρμονικης αφηγησης” με τη λειτουργια των εσωτερικων παραλλαγων και μετασχηματισμων καποιου βασικου θεματικου υλικου. Αυτη την τεχνικη ειχα καταφερει να την ακολουθησω καπως –σε πρωτολειακο επιπεδο μαθητευομενου- σε μερικα παληα μου εργα, οπως το “Ανεπιστρεπτει”, την “Σονατα”, σε μερικα κομματια του “Η Αγαπη ειναι ο φοβος”, καθως και σε “ηλεκτρονικα ποιηματα” οπως το “Time as an Helix…”, “When we went to see…”, “Celephais”, κλπ. Μετα την εγκατελειψα και στραφηκα στην δημιουργια εργων που αποτελουνταν απο συρραφη τμηματων, ειτε αυτα επροκειτο για κυκλους τραγουδιων, ή για κυκλους παραλλαγων, πρελουντιων, κλπ. Ο λογος που με οδηγησε να ακολουθησω μια τετοια πορεια δεν νομιζω πως σχετιζεται μονο με μια αδυναμια στο επιπεδο της τεχνικης (χωρις να το αποκλειω και τουτο), οσο με το ειδος και με τις λειτουργιες της μουσικης με την οποια αποφασισα να καταπιαστω, και αναφερομαι κυριως στη φορμα του τραγουδιου.
Κατ’ αρχην, τα τραγουδια δεν ευνοουν τις μεγαλες φορμες, γιατι αυτες καταστρατηγουν αυτη καθαυτη τη λειτουργια τους που προϋποθετει μικρες και ευκρινεις gestalt. Αλλο πραγμα ειναι ενα μυθιστορημα κι’ αλλο πραγμα ειναι ενα διηγημα. Και, ναι μεν, ποτε μου δεν εφτιαξα τραγουδια με την γνωριμη λογικη της πολυ απλης τριλεπτης φορμας –γι’ αυτο αλλωστε τα δικα μου τραγουδια ποτε δεν εγιναν “σουξε”- προσπαθουσα ομως παντοτε να μην χανω αυτη την αισθηση της gestalt, αρα απεφευγα τις μεγαλες θεματικες αναπτυξεις. Επειτα, νομιζω πως οι σημερινες λειτουργιες της μουσικης –και η βασικωτερη απ’ αυτες ειναι η δυνατοτητα ηχογραφησης, κυκλοφοριας της σε cd και αναμεταδοσης της απο καποιο ηλεκτρονικο μεσον- δεν ευνοουν την λογικη της εκτεταμμενης “μουσικης αφηγησης”. Ισως να μην εχουν παψει να γραφονται και στις μερες μας τετοια εργα –ορισμενα απο τα οποια μπορει να ειναι καλα και εμπνευσμενα, κι’ αλλα μπορει να ειναι απλως ηλιθιοι νεοακαδημαϊκοι ψευτοαβανγκασντιστικοι σχολαστικισμοι- τα οποια ομως, ανεξαρτητως ποιοτητας, ενταφιαζονται μεσα σε διαφορες αιθουσες συναυλιων και καταληγουν να ειναι “εργα μιας χρησης”. Δεν εχω διαπιστωσει να κυκλοφορουν στις μερες μας εργα καποιας οργανικης μουσικης που να διεκδικουν απο τον ακροατη μια αναλογη σταση προσοχης και παρακολουθησης μ’ εκεινη που διεκδικουσαν τα εργα προγενεστερων περιοδων της “εντεχνης” μουσικης. Μονο ο χωρος της Jazz –εστω υπο την ευρυτερη εννοια- εμφανιζει τετοια δειγματα οργανικης μουσικης, κι’ εκει ομως λειπει η λειτουργια της μουσικης αφηγησης που βασιζεται σε καποιες φορμες. Γιατι η Jazz, εκ της φυσεως της, βασιζεται σε αυτοσχεδιασμους και σε επιδειξεις σωματικης δεξιοτεχνιας κι’ οχι σε τεχνικες οργανωμενης δομησης. Στο χωρο της Jazz μπορει να υπαρχουν εξαιρετικοι μουσικοι, δεν υπαρχουν ομως εξαιρετικοι συνθετες, γιατι ειναι διαφορετικες οι προθεσεις και οι λειτουργιες του ειδους. Στο χωρο της Jazz μπορει ισως κανεις να ανακαλυψει αναλογες αισθητικες προθεσεις μ’ εκεινες των πρελουντιων ενος Chopin, ενος Debussy, ενος Rachmaninoff, κλπ, δεν θα ανακαλυψει ομως ποτε αναλογες προθεσεις μ’ εκεινες των συμφωνιων του Brahms, των εργων του Shostakovitch, του Prokofiev, κλπ, κλπ.
Υπαρχουν λοιπον λογοι που μπορουν να εξηγησουν γιατι δεν επεμεινα στη δημιουργια εργων που θα βασιζοντουσαν στην λογικη μιας εκτεταμμενης “μουσικης αφηγησης”. Τουτο ομως δεν σημαινει πως μια τετοια σταση εχει παψει να αποτελει προκληση για μενα. Εαν δεν ισχυε κατι τετοιο τοτε δεν θα με απασχολουσε το ερωτημα. Ομως με απασχολει. Μιλωντας λοιπον εντελως προσωπικα, τωρα πλεον, οπου εχει παψει να με ενδιαφερει σχεδον τελειως η οποιαδηποτε διεκδικηση κοινωνικης αναγνωρισης, κυκλοφοριας εργων μου σε cd, κλπ, νομιζω πως η μονη πορτα μεσα απο την οποια θα μπορουσε να με κινητοποιησει ξανα η μουσικη θα ηταν η στροφη μου προς τετοιες κατευθυνσεις. Η δημιουργια εργων που θα στηνουν αρθρωμενα ψυχολογικα σεναρια και φανταστικα τοπεια μεσα στα οποια θα μπορω να ταξιδευω. Διευκρινιζω ομως : Οχι με την συμβατικη λογικη της “επιννοησης” του εργου πανω σε μια παρτιτουρα, αλλα με την αξιοποιηση καποιων δικων μου σωματικων και εκφραστικων δεξιοτητων που μου επετρεπαν να αυτοσχεδιαζω εργα σαν την “Celephais”, κλπ. Με μια μικτη τεχνικη που θα μου επετρεπε να στηνω, δηλαδη να “αφηγουμαι” κατ’ αρχην στον εαυτο μου, το εργο με τα χερια μου, πανω σε ενα mother-keyboard και σε περιφερειακα clavier, που θα ελεγχουν συνθετες παλλετες ηχων, και στη συνεχεια να μπορω να το ανασυνθεσω και σε παρτιτουρα. Αυτο δηλαδη που ειχα καποτε με το παληο cubase, οπου μπορουσα να καταγραφω σε ενα midi no-channel ολες μου τις αυτοσχεδιαστικες ενεργειες –που την στιγμη που γινονται δεν ελεγχονται- και στη συνεχεια να μπορω να κανω ενα midi mix-down που θα αποκαλυπτει και θα διαφοροποιει τα διαφορα δομικα επιπεδα, ωστε να μπορουν μετα να καταγραφουν στο χαρτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου