Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Είμαστε εργαζόμενοι με μπλοκάκι




Οι "μπλοκάκηδες" οργανώνονται και αντιδρούν, μαζί με όλους τους υπόλοιπους εργαζόμενους! Γιατί το να πληρώνεσαι με απόδειξη παροχής υπηρεσιών ή επαγγελματικής δαπάνης δεν σε καθιστά ούτε επιχειρηματία, ούτε εργοδότη. Σε καθιστά εργαζόμενο, με δικαιώματα και ανάγκες. Σε μία εποχή όπου το βάρος της αυτασφάλισης και της φορολόγησης είναι πλέον δυσβάστακτο, η επιλογή της συλλογικής δράσης είναι πλέον μονόδρομος...

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Συγκέντρωση στο Υπουργείο Οικονομικών (Καραγεώργη Σερβίας 10, Σύνταγμα)

mplokakides.blogspot.gr

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Μιχάλης Γρηγορίου: "Βίος Παράλληλος" (17)






ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ
Ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις του συνθέτη Μιχάλη Γρηγορίου
Ενότητα: "Εσυ, ο χρονος, ο θανατος κι’ εγω"
Επεισόδιο 17ο



Παρασκευη 13/8/2010

Κοβεις το τσιγαρο για λογους υγιειας και ξαφνικα παθαινεις ενα ανευρισμα και μενεις στον τοπο. Ξεκινας διαιτα, κι’ ενω εχεις αρχισει να χανεις βαρος, ξαφνικα παθαινεις ενα εγκεφαλικο και μενεις στον τοπο. Σταματας το ποτο επειδη το ειχες παρακανει και ξαφνικα παθαινεις ανακοπη καρδιας και μενεις στον τοπο.  Αλλα επισης, κερδιζεις τον πρωτο αριθμο στο λαχειο και την μερα που πας να εισπραξεις τα χρηματα σε παταει ενα φορτηγο. Το εργο σου αρχιζει να αναγνωριζεται διεθνως και τη μερα που σε καλουν στην Metropolitan πεθαινει η γυναικα σου και ουτω καθεξης.

Με τετοιους χιουμοριστικους τροπους παρεμβαινει συχνα η φυση για να σπασει τον τσαμπουκα οσων επιχειρουν να αναζητησουν λογικη και νοημα στη ζωη.

     
Κυριακη 15/8/2010

Συνειδητοποιω πως μερικες φορες εχω την ταση να υπερτιμω τις διανοητικες και πνευματικες δυνατοτητες καποιων ανθρωπων, με αποτελεσμα να γινομαι απλοϊκος. Εδωσα τις προαλλες, σαν μια χειρονομια καλης θελησης, μερικα εργα μου σε cd –οχι τιποτα “δυσκολα” πραγματα, αλλα κυκλους τραγουδιων- σε ενα γνωστο της παρεας, εχοντας την αφελεια να περιμενω πως θα τα ακουσει και θα μου πει καποια γνωμη. Ο λογος που το εκανα αυτο ηταν επειδη ο ανθρωπος μου δηλωνε διαρκως την “μανια του με τη μουσικη” και πως “οι συνθηκες δεν του επετρεψαν να ασχοληθει συστηματικα”, κλπ. Κρινοντας βεβαια απο τα κομματια που αναφερει κι’ απο τα ονοματα διαφορων τραγουδιστων που εκτιμαει θα επρεπε να καταλαβαινα εξ’ αρχης πως οι μουσικες αντιληπτικες του δυνατοτητες ειναι εντελως συμβατικες και περιορισμενες. Παρ’ ολα αυτα του εδωσα αυτα τα κομματια ... και φυσικα ηταν σαν να τα ειχα δοσει στον σκυλο μου, τον  γουτσου-γουτσου!

Δεν με πειραζει φυσικα αυτη η σταση, ουτε θιγει τον ... καλλιτεχνικο μου ναρκισσισμο !  Μου δινει απλως για μια ακομα φορα την ευκαιρια να σκεφτω πως ενα μεγαλο –εως τεραστιο- μερος οσων εγω τεινω να θεωρω ως αυτονοητα, για την πλειοψηφια των ανθρωπων αποτελουν πραγματα που ειναι εντελως ακαταληπτα και παραδοξα, πραγμα που, οχι απλως δυσχεραινει την επικοινωνια, αλλα μερικες φορες την απαγορευει εντελως. Το ολον ζητημα θα μπορουσε να περιγραφει με ορους συμβατοτητας προγραμματων computer. To hardware –ο εγκεφαλος και οι φυσικες αντιληπτικες του δυνατοτητες- μπορει να ειναι λιγο-πολυ κοινο, οταν διαφερουν ομως τα software, τοτε βραστα. Εσυ επιχειρεις, μεσω του συμβολικου software της γλωσσας (ή και της μουσικης, εν προκειμενω) να περασεις στον αλλον καποιες πληροφοριες, αυτες ομως μπαινουν σε ενα περιβαλλον οπου δεν εχει εγκατασταθει το καταλληλο προγραμμα που μπορει να τις διαχειριστει, οποτε παραμενουν αναξιοποιητες. Θα μου πεις, αποτελει ηδη ενα συγκλονιστικο θαυμα το οτι δυο διαφορετικοι εγκεφαλοι μπορουν να επικοινωνουν, εστω μερικες φορες ατελως, με το εργαλειο της γλωσσας. Απο κει και περα αρχιζουν οι εκλεπτυνσεις, οι οποιες μπορουν βεβαια να ειναι ιδιαιτερα καιριες σε οτι αφορα στο περιεχομενο και στα αποτελεσματα της επικοινωνιας. Αν μας εκρινε ομως ενας σκυλος π.χ θα μας χαρακτηριζε ως τρομερα κακομαθημενους. Ο καημενος προσπαθει να μεταδοσει οσα νοηματα μπορει, μεσω κινησεων της ουρας και του σωματος, διαφοροποιησεων των γρυλισματων του, κλπ και εχει απεναντι του οντα που μπορουν να διαχειριζονται αφηρημενες εννοιες μεσω ηχων που βγαζουν με το στομα τους !  Θα ειχε δικηο λοιπον να μας θεωρησει ως κακομαθημενους.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Ο Θανάσης Μωραΐτης για τον Μάρκο Δραγούμη



Απόσπασμα από την ομιλία του Θανάση Μωραΐτη που έγινε κατά την διάρκεια της τιμητικής εκδήλωσης των Λευκαδιτών για τον Μάρκο Δραγούμη (Αθήνα 2009)


Όντας κοντά του 19 χρόνια καταθέτω ως μουσικός (στην τιμητική εκδήλωση που οργανώσατε οι απόγονοι του τόπου καταγωγής της μητέρας του) το μεγαλείο του μουσικού και ταυτόχρονα του λάτρη και ερευνητή της μουσικής κάθε είδους –αν μπορεί η μουσική να χωριστεί σε είδη– όπου γης. Μεγάλη η ανάγκη και η χαρά της μουσικής να ασχολούνται μαζί της τέτοιοι ερευνητές. Από τη φύση της η μουσική είναι ελεύθερη ψυχή-άνεμος και μόνον ελεύθεροι μουσικοί αξίζουν να ασχολούνται μαζί της.

Κανείς δεν έχει αμφισβητήσει την αξιοσύνη του Μάρκου Δραγούμη και την ικανότητά του να συνεχίσει την εμπνευσμένη διοίκηση και δραστηριότητα του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου των ιδρυτών του: Μέλπως Λογοθέτη-Μερλιέ και Οκτάβιου Μερλιέ.

Χαρακτηριστική περίπτωση ήσυχου πνεύματος κι αυτόφωτου. Φανατικός και ταυτόχρονα αποστασιοποιημένος. Παραμερίζει, αφήνοντας την ένταση των γεγονότων να πρωταγωνιστήσει.

Έμπλεος πάθους και πολύπλευρη μουσική προσωπικότητα, δίνει έμφαση μόνον σε οτιδήποτε αφορά στην υψηλής αισθητικής μουσική δημιουργία, είτε αυτό είναι ένα δημοτικό τραγούδι, είτε ρεμπέτικο είτε συμφωνική μουσική. Σχεδόν ταυτίζεται με τον δημιουργό όχι υποκαθιστώντας τον αλλά συμπάσχοντας μαζί του στην τραγωδία της δημιουργίας –κατά Γκαίτε, άρα έτοιμος να αντιληφθεί τις λεπτεπίλεπτες αποχρώσεις τόσο αυτής όσο και της εποχής που δημιουργήθηκε.

Ίχνος καλλιτεχνικής προπαγάνδας και σοβινισμού, ίχνος εμπάθειας, ίχνος εξουσίας, ίχνος έστω και ελάχιστης κακίας ή υστεροβουλίας απέναντι στους εκφραστές της μουσικής ακόμα κι αν τους αντιπαθεί σε ανθρώπινο επίπεδο. Δίκαιος και καθόλου λιγόψυχος απέναντι στη δημιουργία των εμπνευσμένων.

Δάσκαλος και μαθητής ταυτόχρονα. Ευγενικός και διακριτικά ορκισμένος εχθρός όλων των ‘Εθνικώς’ μουσικολογούντων. Ιδανικός στο να ‘κατεβάζει’ τον τόνο του θορυβούντα δημιουργού και να ‘ανεβάζει’ τον τόνο της δημιουργίας αυτού. Αηδιάζει με την ‘επιλεγμένη αφαίρεση’ οιουδήποτε ουσιαστικού συστατικού στοιχείου ενός τραγουδιού. Λάτρης του ‘διαφορετικού’. Απόλυτα πεπεισμένος ότι όλα μα όλα τα δημιουργήματα αποσκοπούν στην διαιώνιση της συμπαντικής αρμονίας.

Αν κάποιος μεταβεί μαζί με τον Μάρκο σε αποστολές επιτόπιων ηχογραφήσεων θα δει και θα καταλάβει την περηφάνια του για τους –κατά πολλούς– άξεστους και ήσσονος σημασίας μουσικούς και τραγουδιστές. Καταξιώνει και προσεγγίζει όλους τους άγνωστους μουσικούς με τον ίδιο τρόπο που καταξιώνει και τον λατρεμένο του συνθέτη Έκτωρ Μπερλιόζ.

Οι μουσικοί όπου γης –ιδιαίτερα οι αγέννητοι Έλληνες μουσικοί– οφείλουν πολλά σε όλους εκείνους που προσεγγίζουν τη μουσική μ’ αυτόν τον τρόπο. Είμαι βέβαιος ότι η ιστορία της μουσικής θα καταδεχτεί να συμπεριλάβει τον Μάρκο ανάμεσά τους.


Θανάσης Μωραΐτης

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Ένα "ευχαριστώ" για τον μαέστρο Θανάση Τσιπινάκη



Πέθανε ο ιδρυτής και μαέστρος της Ορχήστρας Νυκτών Εγχόρδων Πάτρας Θανάσης Τσιπινάκης. Και επειδή δεν είπαμε μια καλή κουβέντα όσο ζούσε, ας την πούμε τώρα που έφυγε. Γιατί όλοι όσοι αγαπούν την ελληνική μουσική οφείλουν ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στον άνθρωπο που οργάνωσε, ενέπνευσε και τροφοδότησε με τις γνώσεις και το μεράκι του μία ορχήστρα - πρότυπο στην Ελλάδα. Η Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων άνοιξε νέους δρόμους στον ελληνικό ήχο, συνδέοντας έναν παρελθοντικό ρομαντισμό με έναν πειστικό πειραματισμό, και όλα αυτά υπό τον γλυκύτατο ήχο του μαντολίνου. Δεν είναι εύκολο το όργανο αυτό, ούτε προσφέρεται για εντυπωσιασμούς - μικρή η διάρκεια του ήχου του, και άρα εξαιρετικά δύσκολο το "γέμισμα" του χώρου και του ηχείου. Κι όμως, χάρη στην ορχήστρα αυτή βάλαμε το μαντολίνο στο CD player, το ακούσαμε ζωντανά, το αγαπήσαμε. Χωρίς στείρες προσκολλήσεις στην παράδοση, χωρίς προκαταλήψεις, η ορχήστρα και ο διευθυντής της μας έμαθαν να ακούμε μουσική αξεκομπλεξάριστα. Μας χάρισαν νυχτερινές περιπλανήσεις στο χειμαρρώδες συναίσθημα, μας θύμισαν την ιταλική μας καταγωγή, μας θύμισαν και τη σμυρνέικη, μας έβγαλαν στο δρόμο για καντάδα, μας τάισαν με όνειρο και φαντασία. Μιλάμε για μία ορχήστρα πλουραλιστική, πολυδιάστατη, χάρη στην οποία ακούσαμε έναν Λάγιο, έναν Ανδρέου και έναν Μαυρουδή αλλιώς, αλλά κι έναν Πιοβάνι, κι έναν Τσιτσάνη, και τις ζακυνθινές μας σερενάτες! Δεν προσκολλήθηκε σε κάποιον συνθέτη, δεν λειτούργησε με προστάτες, δεν έγινε δημοσιοϋπαλληλικό φέουδο, παρά αποτέλεσε με συνέπεια ένα παράθυρο ανοιχτό στη λιακάδα ενός πρωτόγνωρα τρυφερού ήχου - του ήχου της.

Άραγε να ήταν εύκολο το στήσιμο μιας τέτοιας ορχήστρας; Να πώς περιγράφει ο ίδιος ο Τσιπινάκης το ιστορικό της μεθοδικής του προσπάθειάς (από την ιστοσελίδα www.psopatras.gr)
 
"Δημιουργήσαμε την Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων τον Ιούνιο του 1985 επειδή πιστεύαμε στις τεχνικές και ηχητικές δυνατότητες ενός τέτοιου μουσικού συνόλου. Από την αρχή αντιμετωπίσαμε δυσκολία στην εξεύρεση μελών για τη στελέχωση της ορχήστρας, τη δυσπιστία του κοινού αλλά και των μουσικών ως προς τα αποτελέσματα και τη μουσική αξία μιας τέτοιας προσπάθειας. Γι' αυτό το λόγο ιεραρχώντας τους στόχους μας αποφασίσαμε να δουλέψουμε στις εξής κατευθύνσεις:
1. Δημιουργία σχολής μαντολίνου απ' όπου θα εξασφαλίζαμε εκτελεστές του οργάνου και μέλη της ορχήστρας.
2. Συναυλίες στην Πάτρα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας όπου θα προσπαθούσαμε να επιβάλουμε τις απόψεις μας για το κλασικό ρεπερτόριο και παραμερίζοντας τα έργα που θα έδιναν την εντύπωση ενός φολκλόρ συγκροτήματος και θα αναπαρήγαγαν την μέχρι σήμερα παρουσιαζόμενη μουσική άποψη στη χώρα μας γι' αυτό το μουσικό σχήμα.
3. Υποστήριξη από κέντρα μαντολίνου άλλων χωρών, απ' όπου θα εξασφαλίζαμε γνώσεις για τις σύγχρονες εξελίξεις στην τεχνική του μαντολίνου, σύγχρονο ρεπερτόριο και δισκογραφία.
4. Επαφές με σύγχρονους Έλληνες συνθέτες ζητώντας τους να γράψουν έργα για ορχήστρα νυκτών εγχόρδων, γνωρίζοντας ότι μ' αυτό τον τρόπο θα προκαλέσουμε το ενδιαφέρον του μουσικού κόσμου.
5. Δισκογραφία εφ' όσον είχαμε έργα σύγχρονων Ελλήνων συνθετών.
6. Επαφές με ορχήστρες του εξωτερικού προκειμένου να δώσουμε συναυλίες σ' άλλες χώρες, κίνηση που θα μας έδινε καινούργιες εμπειρίες.


Ανταποκρίθηκε η Ορχήστρα στις προσδοκίες και στην αποστολή της; Αναμφίβολα ναι. Γι' αυτό και δεν ταιριάζει χρόνος αόριστος, παρά την απώλεια του αρχηγού της. Η ορχήστρα ζει, δημιουργεί και μακάρι να συνεχίσει τη θαυμαστή πορεία της σε δύσκολους καιρούς, τιμώντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο τη μνήμη του Θανάση Τσιπινάκη. ηρ.οικ.

Ο μελλοθάνατος Χρόνης Μίσσιος "βεβαίως δεν στάθηκε στο πλευρό των λαϊκών αγώνων"


Μήπως το γράφει η "Εστία"; Μήπως η "Ελεύθερη Ώρα"; Όχι, το γράφει ο Ριζοσπάστης:

"Απεβίωσε χτες, σε ηλικία 82 χρόνων, ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος. Γεννημένος στην Καβάλα, από γονείς καπνεργάτες, έζησε τα παιδικά του χρόνια σε μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες. Στα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός, μαζί με άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στο ΕΑΜ, ενώ πέρασε για λίγο και από το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας. Με το έργο του βεβαίως στην πορεία δε στάθηκε στο πλευρό των λαϊκών αγώνων και της δράσης των κομμουνιστών, αφού δεν πίστευε στη διέξοδο της ταξικής πάλης, ενώ βρήκε «στέγη» στη λεγόμενη «ανανεωτική» Αριστερά."


Αυτός που "πέρασε για λίγο από το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας" ήταν ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΣ ΣΕ ΘΑΝΑΤΟ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ 17 ΕΤΩΝ. Αυτός ο άνθρωπος υπήρξε μελλοθάνατος επί εννιά μήνες. Βασανίστηκε, φυλακίστηκε για έξι χρόνια, εξορίστηκε για άλλα τόσα (και βάλε). Γιατί; Για να έρθει τώρα πάνω από τον τάφο του κάποιος τσόγλανος να βγάλει το δηλητήριό του. Πάνω σε ποιόν ρε; Στον Μίσσιο; Αυτός βλέπετε που έγραψε αυτή τη ντροπιαστική παράγραφο, ο επαγγελματίας της επανάστασης, πέρασε πολύ καιρό στον Δημοκρατικό Στρατό (όντας ...αγέννητος), ενώ ο Μίσσιος πέρασε λίγο. Και αυτός βέβαια ο κειμενογράφος στέκεται στο πλευρό των λαϊκών αγώνων (με την ασφάλεια του κομματικού μισθού του) ενώ ο Μίσσιος της Μακρονήσου και του Άη-Στράτη δεν στάθηκε. Ανώνυμε γραφιά, ο Μίσσιος έκατσε "λίγο" στον ΔΣΕ γιατί συνελήφθη, φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Δεν έφυγε για να γίνει καταδότης, δεν έφυγε για να πάει διακοπές στη Χαβάη, δεν έφυγε για να πιεί τα ουζάκια του σε κάποια ωραία παραλία. Έφυγε για να βασανιστεί.


Δεν είναι το ψέμμα που πονάει. Δεν είναι η διαστρέβλωση της ιστορίας και η αποσιώπησή της. Δεν είναι που αντί για - την πάντα σεβαστή - ιδεολογική διαφωνία το κείμενο εκφράζει εμπάθεια και μικρότητα, και μάλιστα απέναντι σε ένα νεκρό. Είναι αυτή η διαολεμένη αλαζονεία του "τα ξέρω όλα" που πονάει, αυτή η μαυρόασπρη αντίληψη της πραγματικότητας, αυτή η καναπεδάτη βεβαιότητα, μία βεβαιότητα που βγάζει τέτοια προσβλητικά εκτρώματα σαν τη νεκρολογία του Μίσσιου και που παρεμποδίζει - όχι μόνο αυτή, αλλά και αυτή - τη μετωπική συνάντηση της Αριστεράς που απαιτεί η τρέχουσα συγκυρία. Είναι που μικραίνοντας το ΚΚΕ και φέρνοντάς το στα δικά τους μέτρα, οι κ.κ. της ηγετικής του ομάδας μικραίνουν ολόκληρη την υπόθεση του κοινωνικού μετασχηματισμού στη χώρα μας.
ηρ.οικ.

ΥΓ: Καλό του ταξίδι. Μία φορά αντάρτης, πάντα αντάρτης.

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

Ξεκίνησε η λειτουργία της Λέσχης "Αναιρέσεις"

(Το κείμενο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα www.anaireseis.gr)

H Λέσχη Αναιρέσεις – “Τάσος Κοζανιτάς” είναι γεγονός.

Μετά τα καλοκαιρινά ραντεβού με το φεστιβάλ των Αναιρέσεων και το κάμπινγκ στο Χορευτό του Πηλίου, η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση ανοίγει τις πόρτες της Λέσχης των Αναιρέσεων στην Αθήνα. Με κέντρο βάρους την παρέμβαση στα ζητήματα θεωρίας, πολιτισμού, ιστορίας και πολιτικής, ευελπιστούμε ο χώρος των Αναιρέσεων να αποτελέσει ένα διαρκές σημείο αναφοράς στο κέντρο της πόλης, όπου θα μπορούμε να χτίσουμε τις δικές μας αξίες και να σταθούμε συλλογικά απέναντι στα ζητήματα που γεννά η καπιταλιστική κρίση.

Η Λέσχη των Αναιρέσεων φιλοδοξεί να είναι μια πολύπλευρη διαδικασία, ένας χώρος ανοιχτός στη δημιουργία του δικού μας πολιτισμού και την άρθρωση της δικής μας απάντησης. Ένας χώρος φιλόξενος στην αναζήτηση, την πληροφόρηση, την γνώση, την θέση, την άποψη και τον διάλογο, την καινοτόμα δράση. Δημιούργημα της εποχής της κρίσης φιλοδοξεί να στεγάσει μια σειρά δραστηριοτήτων ώστε να συμβάλλει στην καλλιέργεια του πνεύματος αλληλεγγύης, της συλλογικότητας, της νέας εργατικής ηθικής και του νεολαιίστικου ριζοσπαστισμού.

Η Λέσχη των Αναιρέσεων θέλει να γίνει σημείο συνάντησης των ανήσυχων ρευμάτων της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής, πολιτικής και θεωρητικής αναζήτησης, της κριτικής και της ριζοσπαστικής θεωρίας. Να μετατραπεί σε ζωντανό εργαστήρι ανταλλαγής, επεξεργασίας, συγκρότησης κι εξόρμησης των επαναστατικών ιδεών. Η Λέσχη των Αναιρέσεων θέλει να είναι είναι η σκηνή ενός πολιτισμού, που γυρνά την πλάτη στα θεάματα του κέρδους και γεννιέται από τους “κάτω”, από την εργαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία και τη νεολαία. Είναι ανοιχτή στην ανθρώπινη δημιουργία που μπορεί να γίνει η αντεπίθεση στη βαρβαρότητα της εποχής μας και επιδιώκει να δώσει στέγη και χώρο στους δημιουργούς, το έργο και τις αναζητήσεις τους. Μουσική, βιβλίο, θέατρο, κινηματογράφος, εικαστικά, όλα θέλουμε και μπορούν εδώ, να βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση. Η Λέσχη των Αναιρέσεων θέλει να γίνει εφαλτήριο για να απελευθερωθούν οι δημιουργικές δυνάμεις, να αλληλεπιδράσουν πολιτιστικές τάσεις, να συναντηθούν καλλιτεχνικά ρεύματα. Μαζί και χώρος για να στεγάσει τις συναντήσεις μας, τον καφέ, το ποτό, τις συζητήσεις και τις γιορτές μας.

Το νεοκλασικό κτίριο της Ιπποκράτους στον αριθμό 175 (με Λασκάρεως) ανοίγει τις πόρτες του την Παρασκευή 23 και το Σάββατο 24 Νοέμβρη. Οι πρώτες μας εκδηλώσεις σε αυτή τη νέα αρχή, επιλέξαμε να παρουσιάζουν τους σκοπούς και τη λειτουργία της Λέσχης αλλά και να ξανα – ανοίγουν τη συζήτηση για τις “δομές αντίστασης, αλληλεγγύης και οργάνωσης” στον καιρό της κρίσης. Φυσικά, είναι πλέον γνωστό ότι “Αναιρέσεις” σημαίνει -εκτός των άλλων- και μουσική, διασκέδαση, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και τα συναφή, τα οποία προφανώς δε θα μπορούσαν να λείπουν και σε αυτή μας την πρώτη μας συνάντηση. Τέλος με χαρά μπορούμε να κοινοποιήσουμε και προς κάθε ενδιαφερόμενο, ότι ήδη βρίσκεται στα σκαριά η δημιουργία των πρώτων ομάδων και σεμιναρίων της Λέσχης για το θέατρο, τη φωτογραφία, τη μαρξιστική θεωρία, την ιστορία και άλλα. Τις επόμενες μέρες μέσα από το site μας αλλά και από κοντά θα μπορείτε να πληροφορηθείτε περισσότερες λεπτομέρειες που αφορούν τέτοιες δραστηριότητες.

Μπήκαμε με μεγάλη χαρά κι ανυπομονησία σε μια προσπάθεια που στόχο είχε να δημιουργήσουμε με τα χέρια μας έναν χώρο που να μπορεί να γεμίσει με την έμπνευση των ανθρώπων που χτίζουν τον απελευθερωτικό πολιτισμό της εποχής μας. Τα πρώτα βήματα έγιναν, μαζί με τις πρώτες εργασίες. Σας καλούμε τώρα να γνωρίσετε τη Λέσχη των Αναιρέσεων και να κάνουμε μαζί το επόμενο βήμα. Να γίνουμε, με κάθε τρόπο, φορείς της ανατροπής.

Γνωρίμία με τα όργανα στο Μουσείο Λαϊκών Μουσικών Οργάνων




Κυριακή πρωί στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων
Φοίβου Ανωγειανάκη

Για όσους θέλουν να βάλουν λίγη μουσική σε μια κυριακάτικη βόλτα στην Πλάκα, ο Σύλλογος Φίλων του Μουσείου Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων προτείνει μια γνωριμία με τα μουσικά όργανα της παράδοσής μας, με ξεναγούς ορισμένους από τους σημαντικότερους δεξιοτέχνες τους.
 
Για δύο ακόμα Κυριακές, 25/11 και 2/12, από 11:30 έως 1:30 το μεσημέρι, στην αίθουσα διαλέξεων του Μουσείου οι επισκέπτες θα έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν κάθε φορά έναν ιδιαίτερο τύπο ή οικογένεια μουσικών οργάνων, τον τρόπο παιξίματος, την κατασκευή τους και φυσικά αντιπροσωπευτικά κομμάτια από το ρεπερτόριό τους.
Η είσοδος είναι ελεύθερη

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012, 11:30
Ο ήχος των λαϊκών αερόφωνων
Δημήτρης Κώτσικας: κλαρίνο, φλογέρα, ζουρνάς
Επιμέλεια: Χάρης Σαρρής

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012, 11:30
Ο ήχος των χορδόφωνων Β’ Μέρος
Στέλιος Βαρβέρης: ούτι, Γιώργος Παππάς: πολίτικο λαγούτο
και Παναγιώτης Ηλιόπουλος:  νέι
Επιμέλεια: Πέτρος Μουστάκας

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Κι αν σ' αγαπώ




Πατάμε play και ακούμε την - ωριμότερη παρά ποτέ - φωνή της Μαρίας Λούκα σε μία πικρή, όλο μελαγχολία μπαλάντα. "Κι αν σ' αγαπώ τίποτε δεν αλλάζει / κάθε στροφή στον ίδιο δρόμο βγάζει".

Παρουσίαση του "Φταίνε τα τραγούδια" στο Χαλάνδρι


Παρουσίαση του βιβλίου του Δημήτρη Θεολόγου
Φταίνε τα τραγούδια
Τετάρτη 28 Νοεμβρίου, 7 μ.μ.
Κέντρο Νεότητας Δήμου Χαλανδρίου (Αντιγόνης & Δαναΐδων)

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Συναυλιακό διήμερο αλληλεγγύης




ΣΥΝΑΥΛΙΑΚΟ ΔΙΗΜΕΡΟ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΛΥΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ METROPOLIS
28-29 Νοεμβρίου 2012, στο An Club

Έχοντας περάσει το μεγαλύτερο μέρος του 2012 σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις ζητώντας την καταβολή των δεδουλευμένων αλλά και των νόμιμων αποζημιώσεών μας, προχωράμε στη διοργάνωση συναυλιακού διήμερου αλληλεγγύης και οικονομικής ενίσχυσης των απολυμένων των Metropolis την Τετάρτη 28 και Πέμπτη 29 Νοεμβρίου στο An Club (Σολωμού 13-15, Εξάρχεια) με τη συμμετοχή μερικών εκ των καλυτέρων εκπροσώπων της ελληνικής αγγλόφωνης underground σκηνής.

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου
- Rosewood Brothers with special guests Thanos Amorginos (Last Drive) & Stavros X. (Deus X Machina)
- The Ward with special guest Alex K. (Last Drive)
- Surf BBP Spectacular [Babis Bone, S.Pyros.D. (ex members of Rockin’ Bones), Panos Tomaras (ex member of Earthbound)]
- Automaton

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου
- Cyanna
- Dustbowl
- Illegal Operation with special guest Alex K
- Mamma Kin

Και τις δύο μέρες DJ Sets από τους George (700 Machines) και Gregg Vaios.

Κουπόνι οικονομικής ενίσχυσης: 5 Ευρώ.
Οι πόρτες ανοίγουν στις 21:00.

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Victor Jara - Acqui me quedo



Μετάφραση - επιλογή: Ειρήνη Φιλιππίδου



Aquí me quedo
ποίηση: Pablo Neruda
τραγούδι: Victor Jara
μουσική: Patricio Castillo, Victor Jara
δίσκος: Manifiesto (1974)
κυκλοφόρησε μετά το θάνατο του Jara, βασισμένο στο άλπουμ “tiempos que cambian” που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει καθώς δολοφονήθηκε από το καθεστώς Πινοσέτ.


Yo no quiero la patria dividida
ni por siete cuchillos desangrada
quiero la luz de Chile enarbolada
sobre la nueva casa construida
yo no quiero la patria dividida
ni por siete cuchillos desangrada.

Yo no quiero la patria dividida
cabemos todos en la tierra mía
y que los que se creen prisioneros
se vayan lejos con su melodía
siempre los ricos fueron extranjeros
que se vayan a Miami con sus tías
Yo no quiero la patria dividida
se vayan lejos con su melodía.


Yo no quiero la patria dividida
cabemos todos en la tierra mía
yo me quedo a cantar con los obreros
en esta nueva historia y geografía
en esta nueva historia y geografía

*** 


Εδώ θα μείνω

δεν θέλω την πατρίδα χωρισμένη
ούτε να αιμορραγεί από εφτά μαχαίρια
θέλω το φως της Χιλής υψωμένο
πάνω άπ’ το καινούργιο μας σπίτι
δεν θέλω την πατρίδα χωρισμένη
ούτε να αιμορραγεί από εφτά μαχαίρια

δεν θέλω την πατρίδα χωρισμένη
χωράμε όλοι στη γη μου
κι όσοι νοιώθουν φυλακισμένοι
ας φύγουν μακριά με τη μελωδία της
πάντα οι πλούσιοι ήταν ξένοι
ας πάνε στο Μαϊάμι με τις θείες τους
δεν θέλω την πατρίδα χωρισμένη
ας φύγουν με τη μελωδία της.

δεν θέλω την πατρίδα χωρισμένη
χωράμε όλοι στη γη μου
θα μείνω να τραγουδάω με τους εργάτες
αυτήν τη νέα ιστορία και γεωγραφία
αυτήν τη νέα ιστορία και γεωγραφία

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Ο Αλέξης Βάκης για τον Μανώλη Χιώτη





ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΙΩΤΗΣ

ΠΡΟΣΩΠΟ- ΚΛΕΙΔΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΗΣ «ΡΕΥΣΤΗΣ» ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
 

του Αλέξη Βάκη(*)
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς, Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011)


Ένα όνομα το οποίο επανέρχεται σταθερά στις συζητήσεις μεταξύ εκείνων που αγαπούν την ελληνική μουσική και το τραγούδι του 20ου αιώνα, είναι εκείνο του Μανώλη Χιώτη. Φαντάζει δε απολύτως λογικό, διότι ο Χιώτης, ως δημιουργός και εκτελεστής, καλύπτει τις αισθητικές ανάγκες αρκετών -και διαφορετικών- κατηγοριών ακροατών: από αυτούς που θεωρούν το κλασικό ρεμπέτικο ως την κορυφαία μουσική έκφραση του τόπου μας, μέχρι τους λάτρεις των τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και εκείνους που ρέπουν προς «παγκόσμια» ακούσματα (τζαζ κλπ). Το καταπληκτικό πάντως είναι ότι η κάθε μία από τις παραπάνω κατηγορίες ακροατών τον «διεκδικεί» για λογαριασμό της, εστιάζοντας σε πτυχές της μουσικής δραστηριότητάς του που εμπίπτουν στα αυστηρά τους standards, και μόνον αυτά. Π.χ. οι μύστες του ρεμπέτικου, οι οποίοι εκστασιάζονται με τον Πασατέμπο ή με Το βουνό με το βουνό, δεν συγχωρούν στον Χιώτη το ότι πρόσθεσε στο μπουζούκι την τέταρτη χορδή, κάνοντας τον ήχο του οργάνου πιο ευέλικτο και κιθαριστικό, δηλαδή λιγότερο ξερακιανό και μάγκικο. Πολλώ δε μάλλον όταν με αυτό το υβριδικό όργανο γράφτηκαν και παίχτηκαν τραγούδια κατά πολύ «ελαφρότερα» της ρεμπέτικης υφολογίας και θεματικής (Πάρε με στο τηλέφωνο, Λαός και Κολωνάκι, Κίνδυνος θάνατος κ.α.) τα οποία έγιναν το λαϊκό glamour της εποχής. Οι ίδιοι μάλιστα ακροατές είναι που αντιμετωπίζουν ακόμα και σήμερα αρνητικά την συμμετοχή του Χιώτη ως εκτελεστή στον Επιτάφιο, το Αρχιπέλαγος και την Πολιτεία του Θεοδωράκη (όπως και κάποιοι άλλοι, μερικά χρόνια αργότερα, το ότι ο Νίκος Ξυλούρης τραγούδησε κύκλους τραγουδιών του Μαρκόπουλου, του Ξαρχάκου και του Λεοντή), διότι θεωρούν ότι το νέο τραγούδι που προέκυψε επιβλήθηκε από τις δισκογραφικές εταιρείες για να χτυπήσει εκ των έσω το κλασικό λαϊκό –ή, εν προκειμένω, το παραδοσιακό κρητικό- τραγούδι, το οποίο εξέφραζε «αυθεντικά» τον λαό.

Δεν προτίθεμαι φυσικά να αντικρούσω τόσον δογματισμό μαζεμένο, μπαίνοντας στη συζήτηση για το αν η προσθήκη μιας χορδής σε ένα λαϊκό όργανο του αφαιρεί τα «ταξικά» χαρακτηριστικά του. Ούτε βέβαια να αντιμετωπίσω τους ένδοξους ήχους του παρελθόντος ως κλειστό και αναλλοίωτο σύστημα αξιών, ώστε αν κάποιος ξεφύγει από το ήδη γνωστό να είναι ένοχος εσχάτης προδοσίας. Κατά τη γνώμη μου, η κατανόηση μια σύνθετης περίπτωσης σαν κι αυτής του Μανώλη Χιώτη, που μπήκε στη ρεμπέτικη πιάτσα ως γιος του Διαμαντή Χιώτη απ’ τ’ Ανάπλι (ο οποίος δολοφονήθηκε νωρίς, σε κάποιο νυχτερινό ξεκαθάρισμα λογαριασμών) και κατέληξε να έχει ως έδρα του την κοσμική Σπηλιά του Παρασκευά, στην Καστέλλα, άπτεται των φιλοδοξιών ενός νέου και ταλαντούχου μουσικού να είναι εκείνος που θα εκφράσει τη νέα τάση στη νεοελληνική διασκέδαση. Η συγκυρία βεβαίως ευνοούσε κάτι τέτοιο. Διότι, από τα τέλη του ’40 και μετά, τα αρχοντορεμπέτικα τραγούδια του Σουγιούλ, του Μουζάκη και του Ριτσιάρδη -παρά το ότι παίζονταν με βιολί, ακορντεόν και κιθάρα, δηλαδή όχι με μπουζούκι- είχαν ήδη μπει στο στόμα όλων των Ελλήνων, μιας και είχαν καμφθεί οι όποιες «μη μου άπτου» παλαιότερες αντιδράσεις προς τους λαϊκούς ήχους και ρυθμούς. Όπερ μεταφραζόμενον: το όνειρο των ανθρώπων του ρεμπέτικου να ξεφύγουν από την Κοκκινιά και να μπουν στα σαλόνια γινόταν επιτέλους πραγματικότητα.

Μπορεί λοιπόν στην Αριστερά να αναφερόμαστε πάντα –και καλώς- στον συλλογικό λαϊκό άνθρωπο που θα ορθώσει το ανάστημά του στα δύσκολα και θα συγκροτήσει εκ νέου μια ισχυρή πολιτισμική έκφραση (όπως συνέβη με τα «γκρίζα» ζεϊμπέκικα του ’50, που ζωγράφισαν υποδειγματικά την μετεμφυλιακή Ελλάδα και τις πληγές της), αν όμως ξεχάσουμε πως ο ίδιος άνθρωπος λαχταράει ταυτοχρόνως να υπερβεί την τάξη των πραγμάτων μέσα στην οποία μεγάλωσε, είμαστε απλώς εκτός πραγματικότητας. Πρόκειται για μια συζήτηση που, κόντρα στην ένδεια ιδεών που μας διακρίνει τις τελευταίες δεκαετίες, πρέπει κάποτε να γίνει. Και με σοβαρότητα. Με τα τραγούδια του Μανώλη Χιώτη πάντως, είτε μιλάμε για τα αυστηρά του ζεϊμπέκικα είτε για τις ρούμπες και τα μάμπο που ερμήνευσε η Μαίρη Λίντα, να παρέχουν μια ιδανική «βιβλιογραφία» επί του θέματος. Αν τουλάχιστον θελήσουμε να ακολουθήσουμε τη ρήση του Jacques Attalli στους Θορύβους, πως «τον κόσμο δεν τον βλέπεις, τον ακούς. Δεν τον διαβάζεις, τον ακροάσαι.»

(*) Ο Αλέξης Βάκης είναι μουσικός, συνθέτης και ενορχηστρωτής. Επίσης, αρθρογραφεί σε έντυπα και ιστοσελίδες, και κάνει εκπομπές Στο Κόκκινο 105,5.

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

Συνέντευξη του Δήμου Αβδελιώδη στον Σωτήρη Κακίση







Δήμος Αβδελιώδης:

« Η περίοδος της μάθησης είναι ιερό πράγμα »… 



του ΣΩΤήΡΗ ΚΑΚίΣΗ 


Ετοιμάζει τώρα στο θέατρο μια ιστορία του Θεάτρου Σκιών, του Καραγκιόζη: το «Λίγο Απ' Όλα» του Μόλλα, λέει. Μόνο που ο Δήμος ο Αβδελιώδης μόνο λίγο απ' όλα δεν είναι. Μοιάζει σαν νά 'ναι όλα μαζί ο άνθρωπος αυτός, ένας κόσμος ολόκληρος, πάντα φλεγόμενος, πάντα παρών. Το σινεμά του, το υπέροχο, τη δική του Ελλάδα υψώνει, τον δικό του ουρανό, τα δικά του νερά, τις δικές του, ορθάνοιχτες θάλασσες. Και οι εικόνες του πάντα Λόγο έχουν, πάντα Ψυχή. Κουβεντιάζοντας μαζί του σε χρόνο δικό του απαραίτητα μπαίνεις, στην προσωπική του συγκινημένη επικράτεια. Στη φιλόξενη ιδιωτική του ηρεμία μαζί του περπατάς. 



Τι έχετε να μας πείτε, αγαπητέ κύριε Αβδελιώδη, για τη... χειμερινή σύναξη των κινηματογράφων, των θεάτρων; 

Δήμος Αβδελιώδης: «Τι εννοείτε τώρα; Εξηγήστε μου». 

Δεν εννοώ τίποτα τρομερό, ένα απλό λογοπαίγνιο με την «Εαρινή» σας «Σύναξη των Αγροφυλάκων» τόλμησα... Αλλά, επιπλέον, εσείς, όσο κι αν κάνετε πάντα σινεμά και θέατρο, μοιάζετε να μην είστε για κλειστές αίθουσες. Του βουνού και του ...λόγγου εμένα θα μου μοιάζετε και σήμερα, κι αύριο! 

«Του λόγγου; Όχι του λόγου;». 

Του λόγου του λόγγου! Πώς απαντάτε επί αυτών των ...κατηγοριών; 

«Μπορεί να φαίνεται βαρύ, αλλά αυτό που έχω να πω εγώ είναι πως η Τέχνη είναι περισσότερο μια υπόθεση της λογικής και της αρχιτεκτονικής. Αυτό που με μια λέξη το λέμε δραματουργία». 

Οπότε; 

«Οπότε, οποιοδήποτε και να είναι το θέμα που χειρίζεσαι, το υλικό, θέλω να πω, της μνήμης και των βιωμάτων που έχεις, αυτό που σου δίνει και την κάποια ιδιαιτερότητα στη γραφή, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο αυτό όλο δεν έχει κάποιον συγκεκριμένο χώρο. Ο χώρος θα είσαι πάντα εσύ ο ίδιος. Εσύ τα φέρεις όλα μέσα σου. Οπότε το κάθε αποτέλεσμα δεν μπορεί να έχει σχέση με κανέναν πραγματικό χώρο. Ίσα-ίσα, όταν σου λείπει ο πραγματικός χώρος, η αίσθηση της απώλειας ή της απόστασης αυτής σε κάνει ακόμα πιο οξύ». 

Πολύ πιο δημιουργό; Πολύ πιο ποιητή; 

«Δεν μ' αρέσει αυτή η δεύτερη λέξη που είπατε». 

Ήρθε και η σειρά μου, λοιπόν. Τι εννοείτε τώρα; Εξηγήστε μου. 

«Θέλω να πω πως, όταν ένας έχει βάλει αυτή την εμμονή στο μυαλό του, πως θα είναι, σώνει και καλά, ποιητής, μόνο ποιητής δεν γίνεται. Εγώ νομίζω πως η Ποίηση βγαίνει μέσα από ένα ξέχασμα της ίδιας της Ποίησης. Και πρέπει κανείς να έχει ανά πάσα στιγμή την ετοιμότητα να αντιστέκεται σε προσωπικές ορέξεις και φιλοδοξίες, να ξεχνιέται μέσα σ' ό,τι θέλει να κάνει. Έτσι μόνο μπορεί κανείς να δουλεύει χωρίς ιδιοτέλεια. Και η έλλειψη ιδιοτέλειας ακριβώς σε κάνει να είσαι και πιο εύστοχος, και πιο ειλικρινής απέναντι στα πράγματα. Πρέπει κάτι ν' αφήσεις, για να μπορέσεις κάτι να πάρεις». 

Σαν αξίωμα μοιάζει αυτό που λέτε. 

«Αν δεν αφήσεις πίσω σου τις φιλοδοξίες, τις διάφορες εμμονές, τις όποιες ναρκισσιστικές τάσεις που παρεμβάλλονται συνέχεια στο έργο, δεν πρόκειται να τα καταφέρεις, τελικά. Εσύ ο ίδιος δηλαδή, αν δεν υπηρετείς το έργο αλλά υπηρετείς τον εαυτό σου, βρίσκεσαι κιόλας εκτός σωστής πορείας». 



(Το δέντρο που πληγώναμε)



Δύσκολη εποχή για να ξεχνάει κανείς τον εγωισμό, τον εαυτό του. Σαν φουσκωμένοι διάνοι φαίνονται οι άνθρωποι όλοι σήμερα. Από 'κείνους που γράφουν ποιήματα έως τους πολιτικούς, βέβαια, τους όλο κόμματα και ...στιγμές. Τους ατέλειωτους... 

«Σ' αυτό συμφωνούμε. Αλλά ο εγωισμός κάνει κακό παντού. Σε όλους τους ανθρώπους, σ' όλα τα επαγγέλματα, σ' όλες τις δουλειές. Σ' όλες τις τέχνες». 

Ο εγωισμός ή η εγωπάθεια; Να το ξεκαθαρίσουμε λίγο κι αυτό, παρακαλώ. 

«Ε, ναι. Είναι μεγάλη η έννοια του εγωισμού. Την χρησιμοποιήσαμε τώρα με την έννοια που κάποιος σκέφτεται συνέχεια τι θα κερδίσει μέσα από αυτό που κάνει. Που ο στόχος του είναι διαρκώς αυτός. Που, το ξανάπα, δεν ξεχνιέται μέσα στη δουλειά του. Το "ξέχασμα" αυτό είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο. Και απλό, θά 'λεγα». 

Είναι; 

«Είναι. Αλλά φαίνεται δύσκολο, γιατί η ίδια η ζωή αντιστέκεται, μας αντιστέκεται. Η ζωή και η καθημερινότητα μας μαθαίνουν να είμαστε εγωιστές, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε μέσα σε μια κοινωνία τελείως ανταγωνιστική, όπου συμβαίνει συχνά το γνωστό "ο θάνατός σου, η ζωή μου". Κι αυτού του είδους ο εγωισμός»… 

Ο κακοφορμισμένος... 

«Ειδικά στην Τέχνη φαίνεται πολύ περισσότερο. Αλλού μπορεί και να κρυφτεί. Μέχρι που μπορεί, σε κάποια επαγγέλματα, να εκλαμβάνεται και για αρετή». 

Πού; Στον πόλεμο; 

«Κοιτάξτε να δείτε. Όταν, π.χ., ένα καλλυντικό, ένα προϊόν άλφα, ανταγωνίζεται ένα άλλο προϊόν, πίσω από την εικόνα μιας ωραίας διαφήμισης αυτό ακριβώς υπάρχει: ο θάνατός σου, η ζωή μου. Να πεθάνει το άλλο προϊόν, για να επιζήσει το δικό μας. Τα πράγματα εδώ είναι πάρα πολύ απλά. Κι όχι μόνο εδώ. Πίσω από ένα σωρό θεωρίες, κρύβεται συχνά η πιο απλή κουβέντα. Αυτά που μας έλεγαν και μας λένε πάντα οι λαϊκές ρήσεις». 

Εδώ λέω, πάντως, να κάνουμε και λίγη θεωρία, για να φτάσουμε και στης Ποίησης τα δύσκολα πεδία: η άκρα ταπεινότητα δεν είναι η άλλη όψη πολύ μεγάλου εγωισμού; 

«Τι εννοείτε πάλι; Εξηγήστε μου». 

Ο Παπαδιαμάντης, παραδείγματος χάρη: τον τραβούσαν, για να καταφέρουν να τον φωτογραφήσουν έστω μία φορά στη ζωή του. Τι δείχνει μια τέτοια στάση; Ταπεινότητα ή τεράστιο, άραγε, εγωισμό; 

«Ο Παπαδιαμάντης δεν παρίστανε τον ταπεινό για να δημιουργήσει εντυπώσεις. Εγώ νομίζω πως μέσα από τον τρόπο ζωής που επέλεξε και που τον περιφρούρησε μέχρις εσχάτων»…

Ως φτωχοδιάβολος των Αθηνών... 

«Δεν είχε καμία στρατηγική εντυπώσεων. Ο Παπαδιαμάντης ήταν αυθεντικός: έτσι ένιωθε, έτσι έκανε. Κι όταν είναι κανείς αυθεντικός, όταν τρέφεται από το έργο του τρέφοντάς το ταυτόχρονα, η αυτάρκεια είναι δεδομένη. Τότε υπάρχει ένα είδος βαθιάς επίγνωσης του φαινομένου της ζωής και των προεκτάσεών του. Αυτών που λέμε μεταφυσική, αγωνία θανάτου, όλων αυτών. Μια τέτοια σοφία οδηγούσε, πιστεύω εγώ, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη να φέρεται έτσι κι όχι κάπως αλλιώς. Αυτή η βαθιά γνώση που είχε ο άνθρωπος αυτός για τα ανθρώπινα πράγματα. Έτσι ήταν το έργο του, έτσι ήταν κι αυτός». 

Είπατε τη λέξη αυτάρκεια. Μήπως αυτή είναι μια έννοια που αντιλαμβάνεστε πιο καλά από εμάς εσείς οι νησιώτες; Οι Χιώτες, οι Σκιαθίτες... 

«Οι λέξεις καμιά φορά ταλαντεύονται, όσον αφορά το νόημά τους, από το ένα άκρο της έννοιάς τους στο άλλο. Χρησιμοποιώντας τη λέξη αυτάρκεια, εγώ ήθελα να μιλήσω για την περίπτωση που, καταθέτοντας το έργο του ένας δημιουργός, καθόλου δεν νιώθει την ανάγκη και για επιπλέον εύσημα. Που νιώθει υπερπλήρης με την κατάθεση και την κοινοποίηση των σκέψεών του. Που δεν ενδιαφέρεται ούτε να γίνει και πλούσιος, ούτε διάσημος παντού, ούτε ο Παπαδιαμάντης που, όπου πάει, τον αναγνωρίζουν και τον αποθεώνουν. Που είναι αυτός και το έργο του». 

Με κανέναν άλλον ανάμεσά τους. 

«Ναι. Γι' αυτού του είδους την αυτάρκεια εγώ μίλησα. Γιατί υπάρχει και άλλου είδους αυτάρκεια, τελείως εγωιστική, πράγματι. Αυτή η αυτάρκεια όταν εμπλέκεται, ας πούμε, στις ανθρώπινες σχέσεις, γίνεται κάτι κακό. Πώς να είναι κανείς αυτάρκης και ταυτόχρονα κοινωνικό ον; Δεν γίνεται». 



(Η Νίκη της Σαμοθράκης)



Πείτε μας και λίγο για εσάς και τον κινηματογράφο: από «Το Δέντρο Που Πληγώναμε» έως την «Εαρινή Σύναξη των Αγροφυλάκων» μοιάζετε να την έχετε αυτήν τη μη-κακοφορμισμένη αυτάρκεια. 

«Εγώ ο ίδιος δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να υπερηφανεύομαι για ο,τιδήποτε. Το μόνο που μπορώ να βεβαιώσω, το μόνο που μου έχει μείνει από όλη αυτήν την πορεία που λέτε, είναι το γεγονός ότι πάντα αισθάνομαι την ίδια δυσκολία της πρώτης φοράς. Δεν έχω δηλαδή τη συναίσθηση πως έχω καταφέρει κάτι. Απεναντίας, αισθάνομαι όλο και πιο ανεπαρκής ο ίδιος μπροστά σ' εκείνα που, κάθε φορά, ελπίζω κι επιδιώκω». 

Γιατί σας συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο; Τις πταίει; 

«Η αλήθεια είναι πως ο κινηματογράφος είναι ένα είδος τέχνης συλλογικής, δεν είναι υπόθεση ενός ανθρώπου. Μπορεί να είναι υπόθεση του ενός, όσον αφορά τη δημιουργική του πλευρά, αλλά οι συγκυρίες της κατασκευής μιας ταινίας εμπλέκονται στις ανθρώπινες σχέσεις, στις επαγγελματικές, στην προϋπόθεση του νά 'χεις εξασφαλίσει τα χρήματα που απαιτούνται». 

Σ' ένα σωρό δύσκολα πάρε-δώσε... 

«Ακριβώς. Κι εκεί πλέον βλέπεις πως το έργο δεν πρόκειται να πάρει ποτέ την τελική μορφή που ήθελες εσύ να πάρει. Και, αναγκαστικά, με όλες αυτές τις παρεμβολές, γίνονται και οι εκάστοτε προσαρμογές, για να μπορέσει να τελειώσει ό,τι έχει αρχίσει. Πάντα υπάρχουν και θα υπάρχουν απώλειες. Δραματικές απώλειες, θά 'λεγα». 

Δεν υπάρχουν κι ευχάριστες εκπλήξεις; Δεν γυρίζονται και μερικές σκηνές από μόνες τους; 

«Κι αυτό γίνεται. Αλλά οι δυσκολίες είναι τεράστιες. Σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι δουλεύουν στον ίδιο χώρο για χρόνια και πάλι είναι δύσκολο να συνεννοηθούν. Εμείς, εγώ, κάνουμε μια ταινία κάθε πόσα χρόνια, συναντώντας καινούργιους ανθρώπους τις πιο πολλές φορές. Ή ανθρώπους που έχουν αλλάξει εν τω μεταξύ. Μιλάμε για μια υπόθεση πολύ, πάρα πολύ αντίξοη». 

Αυτό που είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον μ' εσάς είναι πως δεν σας έφτανε μάλλον το σινεμά κι ανοιχτήκατε, και κλειστήκατε και στο θέατρο. Έχετε πια και μια παράλληλη πορεία ως σκηνοθέτης θεατρικός. 

«Αυτό δεν νομίζω πως είναι αλήθεια, εγώ δεν μπορώ να το πω. Δεν έχω κάνει πολλές δουλειές στο θέατρο. Αυτή η τωρινή είναι η τρίτη μου δουλειά ουσιαστικά». 

Πρώτον, δεν μετριέται με το στρέμμα. Δεύτερον, τρεις μεγάλες ταινίες, τρία εν Αθήναις θεατρικά. Μη βάλουμε και τα μικρού μήκους ή τις διευθύνσεις των ΔΗΠΕΘΕ... 

«Μια άλλη αλήθεια είναι πως εγώ ξεκίνησα από το θέατρο. Δραματική Σχολή έχω τελειώσει, στο θέατρο έπαιζα επαγγελματικά... Αλλά το είχα εγκαταλείψει, σε κάποια φάση, το θέατρο, μια κι ο τότε τρόπος δουλειάς καθόλου δεν με ικανοποιούσε. Δεν μπορούσα να ενταχθώ ψυχικά, οπότε τα παράτησα». 

Για να ξαναγυρίσετε στον ...τόπο του εγκλήματος αργότερα.

«Έγινε η γνωριμία μου με την Άννα Κοκκίνου, κι έτσι ξαναμπήκα στο θέατρο. Με ιδιαίτερο, θά 'λεγα, οίστρο επέστρεψα». 

Και συσσωρευμένη, προφανώς, επιθυμία. 

«Το θέατρο την τροφοδοτεί τη σκέψη μας και από την άποψη ότι καταπιάνεται κανείς κάθε φορά μ' ένα έργο που θεωρείται τελειωμένο»…

Τελει-ωμένο, όχι τελειωμένο. Τέλειο, έτοιμο, όχι άχρηστο πια, παρελθόν... 

«Ακριβώς. Έτσι σου δίνεται η δυνατότητα να αποκρυπτογραφήσεις έναν Λόγο που είναι γραμμένος σε οπτικά σύμβολα, να τον αποκωδικοποιήσεις, να του δώσεις την πραγματικότητά του. Αυτό είναι εξαιρετικά γοητευτικό ομολογώ, επειδή σε αναγκάζει να σκεφτείς και να μπεις σε βιωματικά πράγματα, ώστε να ανταποκριθείς σ' αυτά με τα οποία, χάριν του έργου, συνδιαλέγεσαι. Συγκεντρώνεσαι έτσι πολύ, οργανώνεται το μυαλό σου. Και από την άλλη άποψη εισέρχεται το θέμα της υποκριτικής». 

Άλλο μέγα θέμα κι αυτό, πράγματι. 

«Γιατί στην υποκριτική στηρίζεται, πέραν του εικαστικού, και ο κινηματογράφος. Πρέπει να ξέρει κανείς όσο γίνεται κι αυτόν τον τρόπο». 

Το πώς η αλήθεια να ξαναμοιάζει αλήθεια; 

«Θέλω να πω, εν ολίγοις, πως το θέατρο πάντα θα τροφοδοτεί τον κινηματογράφο, αυτό καινούργιο δεν είναι. Κι όλοι οι σκηνοθέτες του κινηματογράφου που, παλιότερα, κατέθεσαν σπουδαίο έργο, είχαν πολύ μεγάλη, πολύ καλή σχέση με το θέατρο». 

Βλέπε, πριν απ' όλους όσον αφορά αυτό, Ελία Καζάν. 

«Ή πάρτε τον Όρσον Γουέλς. Αυτοί οι άνθρωποι, αν δεν είχαν μέσα τους και τη συγκρότηση του θεάτρου, δεν νομίζω πως θα μπορούσαν να προχωρήσουν στον κινηματογράφο. Είναι βέβαιο πως όσοι ασχολήθηκαν με επιτυχία με τον κινηματογράφο, είχαν βαθιά γνώση του θεάτρου. Και ο Μπέργκμαν επίσης». 

Εννοείται. Εκεί έχουμε θέατρο μες στο σινεμά, κανονικότατα. 

«Όχι. Κι εδώ μιλάμε για πραγματικό κινηματογράφο. Για μοναδικό κινηματογράφο». 

Εδώ μιλάμε για μοναδικό κινηματογράφο και με τις ταινίες του Σακελλάριου, με τον Λογοθετίδη και όχι μόνο. 

«Εντάξει, είναι λίγο απότομος ο τελευταίος αυτός συνειρμός σας. Γιατί για τελείως διαφορετικά μεγέθη μιλάμε. Δεν νομίζω πως ταιριάζουν αυτά τα δύο ονόματα μαζί... Δεν αμφισβητώ τώρα τίποτα. Γιατί ο Σακελλάριος όντως έχει κάνει ταινίες της προκοπής, ταινίες που έχουν πολύ ταλέντο και χαρά. Κι αυτό φαίνεται, κι αυτή η χαρά εξακολουθεί να μεταδίδεται. Απλώς, άλλη ήταν η προβληματική τού ενός, άλλη του άλλου. Αυτά τα δύο δεν μπορούν να συγκριθούν. Ως προς τις προθέσεις και τη σοβαρότητα και των δύο, αμφισβήτηση, όντως, δεν μπορεί να υπάρξει. Ούτε καμία υποτίμηση κανενός». 



(Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων)



Έχουμε κινηματογράφο; Έχουμε θέατρο; Η Ελλάδα τι έκανε τον 20ό αιώνα σ' αυτές τις δύο Τέχνες; Γιατί εσείς ξαναγυρνάτε στον Καραγκιόζη για να κάνετε τώρα θέατρο, στο Θέατρο Σκιών; 

«Το θέατρο στην Ελλάδα, όπως εμείς το γνωρίσαμε, έλαμπε πάντα εκεί που θα υπήρχε κάποια δυνατή προσωπικότητα, ένα μεγάλο ταλέντο, κάποιος που θα κατάφερνε να κάνει την προσωπική του κατάθεση. Εκείνο που μας λείπει πάντα εμάς είναι μια εθνική Σχολή Θεάτρου, που θα κατάφερνε να μεταδίδει την πείρα και τη γνώση της σε κάθε γενιά. Περνούν σαν κομήτες διάφορα φαινόμενα ηθοποιών και σκηνοθετών, Βεάκης και Κουν, ας πούμε, αστράφτουν αυτοί οπωσδήποτε, αλλά μετά χάνεται, μοιάζει να χάνεται, η συνέχεια». 

Μήπως αυτό είναι και κακό, όμως; Μήπως η ελευθερία η δική μας μάς κρατάει πάντα πιο κοντά σε όλο και πιο μεγάλες ανακαλύψεις της ψυχής; 

«Όχι. Αυτό εγώ δεν το δέχομαι. Το ίδιο ισχύει και για τον κινηματογράφο. Η παράδοση πρέπει να μεταδίδεται. Η σκυτάλη πρέπει ν' αλλάζει σωστά χέρια. Κι αυτό εδώ γίνεται μόνο ιδιωτικά, ανεπίσημα. Καμία κωδικοποίηση της μάθησης δεν έχουμε εμείς εδώ». 

Ίσως όμως, επειδή δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, έχουμε και τη δική σας, τόσο ιδιότυπη περίπτωση, καθώς και τόσων, διαφορετικών μ' εσάς, άλλων, επίσης καλών, νεώτερων σκηνοθετών... 

«Εγώ υποστηρίζω πως θα ήταν πολύ καλύτερα όταν ξεκινούσα εγώ, ας πούμε, να γνώριζα συστηματικά όλες αυτές τις καταθέσεις των προηγουμένων». 

Να ξέρατε και Κανελλόπουλο και Δαμιανό, κι όλους, λέτε. 

«Μέσα σ' ένα σύστημα μάθησης. Όχι μόνο βλέπουμε κάτι, και μας αρέσει ή δεν μας αρέσει. Αυτό ούτως ή άλλως γίνεται κάποια στιγμή. Όποιος έχει την αγωνία της δημιουργίας αναγκάζεται όλα να τα ψάχνει, σε όλα να προσπαθεί να στηριχθεί. Αλλά αν δεν μάθει ποτέ τον τρόπο που σπάνε κάποιοι κώδικες; Η περίοδος της μάθησης είναι ιερό πράγμα. Πώς να το κάνουμε τώρα»; 

Εντάξει, μη σας αντιλέγω άλλο. Δικηγόρος του διαβόλου, καμιά φορά, κι εγώ γίνομαι. Και η επόμενή σας ταινία; Ποια θά 'ναι; 

«Θέλω να κάνω κάποτε μια ταινία για τη ναυτοσύνη της Χίου. Για τους ναυτικούς, και τη ναυτοσύνη της πατρίδας μου, της Χίου». 



ΤΑ ΝέΑ, ΠΡόΣΩΠΑ,
ΣάΒΒΑΤΟ 23 ΔΕΚΕΜΒΡίΟΥ 2000