Στέλλα Βλαχογιάννη:
«Η καλή κριτική αρθρώνει λόγο χωρίς ιαχές και φωνασκίες»
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ)
Με την μουσικοκριτική ενεπλάκην τα πολύ τελευταία χρόνια. Είχε όμως προηγηθεί μια μακροχρόνια θητεία στην ενασχόληση με το ελληνικό τραγούδι, τους ανθρώπους του και την ιστορία του. Σταθμός υπήρξε το επί Άννας Βλαβιανού Δίφωνο, το οποίο είτε ως αρχισυντάκτρια είτε ως συνεργάτης με βοήθησε να επικεντρωθώ επαγγελματικά στη μεγάλη αγάπη μου που είναι το ελληνικό τραγούδι. Ανήκω στη γενιά (1980) που οι περισσότεροι από εμάς υπήρξαμε «εμπειρικοί», κατά βάση, κριτές του τραγουδιού. Οι παλαιότερες γενιές είχαν μουσικολόγους, μερικοί εκ των οποίων είχαν και ιδιαίτερο βάρος. Η μουσική εκπαίδευση, όταν υπάρχει, προσθέτει ένα κύρος αλλά φοβάμαι πως παράλληλα χάνεται στους τύπους και αφαιρεί το συναίσθημα που μπορεί να εκμαιεύει ένα τραγούδι. Εκείνο που απορρίπτω με αυστηρότητα είναι να ασκούν κριτική άνθρωποι που εμπλέκονται οι ίδιοι με το τραγούδι, είτε ως συνθέτες, είτε ως παραγωγοί προγραμμάτων και συναυλιών.
Έχω κουραστεί να ακούω για καλές κριτικές όταν είναι θετικές και για θάψιμο όταν είναι αρνητικές. Οι λέξεις έχουν τη δική τους βαρύτητα και θα πρέπει να προσέχουμε όταν τις διατυπώνουμε. Το αντίθετο του καλή είναι κακή ή αρνητική και το αντίθετο του θαψίματος είναι το γλείψιμο. Ο χιαστί χειρισμός αυτών των εννοιών μόνον εκ του πονηρού είναι. Καλή θεωρώ την εμπεριστατωμένη κριτική· εκείνην που με επιχειρήματα αρθρώνει τον λόγο της χωρίς ιαχές και φωνασκίες. Επειδή είμαι λογοκρατούμενος άνθρωπος, δίνω την μέγιστη βαρύτητα στο στίχο. Άλλωστε, πιστεύω ότι ένα τραγούδι παλιώνει από τα λόγια του πρωτίστως.
Όταν γράφω την γνώμη μου για μια δισκογραφική εργασία προσέχω πάντα να εντάσσω τον δίσκο στην ιστορική του στιγμή. Δηλαδή να δω σε ποιο κομμάτι του παζλ της ιστορίας του τραγουδιού προσεγγίζει. Το χώρο και το χρόνο του. Τις επιδράσεις ή τις καινοτομίες. Για να είμαστε σοβαροί η κριτική σήμερα γίνεται για τους ανθρώπους του χώρου. Ο καλλιτέχνης που τον αφορά, εάν είναι θετική θα την ανεμίζει στον αέρα διαφορετικά θα την ξεπετάξει με ένα «θάψιμο», το δε κοινό έχει ήδη… πάρει τον δίσκο του μουσικού, του τραγουδιστή καλύτερα, της αρεσκείας του. Δεν περιμένει να διαβάσει κανέναν.
Γι’ αυτή τη ρημάδα την αξιοπιστία της γνώμης δεν καλλιέργησα ποτέ φιλίες με καλλιτέχνες. Φυσικά κι έχω τις συμπάθειές μου και τις «αντιπάθειές» μου με γνώμονα πάντα το προϊόν εργασίας ενός εκάστου. Η μεγαλύτερη παραχώρηση που μπορώ να κάνω σε καλλιτέχνη που αγαπώ είναι, όταν υποπίπτει σε φάουλ, να σωπάσω. Αναγκάζεσαι κάποια στιγμή να διαχωρίσεις το πρόσωπο από το έργο του, διαφορετικά πολύ λίγα πράγματα θα μείνουν όρθια και στη θέση τους.
Με την έλευση του διαδικτύου ο καθένας πήρε από ένα πληκτρολόγιο. Δεν υπάρχει κανένας εκδημοκρατισμός στο διαδίκτυο σε κανέναν τομέα. Ασυδοσία, συχνά δε και αλητεία, κυκλοφορεί. Ο χρήστης καλείται να επιλέξει ποιους θεωρεί αξιόπιστους και ποιους όχι, πράγμα δύσκολο. Δεν βλέπω καμία διέξοδο στην κρίση της ελληνικής δισκογραφίας αφού ενεργή ελληνική βιομηχανία του δίσκου δεν έχουμε πια. Έτσι βλέπουμε τα νέα παιδιά με το όραμα του CD που δεν πουλάει τίποτα πλέον να παίρνουν τα βουνά και τις ραχούλες και να τραγουδάνε για να κάνουν γνωστή τη δουλειά τους και να βιοπορίζονται κιόλας. Εδώ έχει παίξει ρόλο και η υποβάθμιση των μουσικών ραδιοφώνων και ο τυφώνας play list. Κάποιοι βλέπουν το μέλλον στο Ίντερνετ αλλά δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορεί να γίνει αυτό έτσι που οι καλλιτέχνες και να επικοινωνούν και να ζουν από τη δουλειά τους. Κι αυτά τα live πόσο θ’ αντέξουν πια;
Με την έλευση του διαδικτύου ο καθένας πήρε από ένα πληκτρολόγιο. Δεν υπάρχει κανένας εκδημοκρατισμός στο διαδίκτυο σε κανέναν τομέα. Ασυδοσία, συχνά δε και αλητεία, κυκλοφορεί. Ο χρήστης καλείται να επιλέξει ποιους θεωρεί αξιόπιστους και ποιους όχι, πράγμα δύσκολο. Δεν βλέπω καμία διέξοδο στην κρίση της ελληνικής δισκογραφίας αφού ενεργή ελληνική βιομηχανία του δίσκου δεν έχουμε πια. Έτσι βλέπουμε τα νέα παιδιά με το όραμα του CD που δεν πουλάει τίποτα πλέον να παίρνουν τα βουνά και τις ραχούλες και να τραγουδάνε για να κάνουν γνωστή τη δουλειά τους και να βιοπορίζονται κιόλας. Εδώ έχει παίξει ρόλο και η υποβάθμιση των μουσικών ραδιοφώνων και ο τυφώνας play list. Κάποιοι βλέπουν το μέλλον στο Ίντερνετ αλλά δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορεί να γίνει αυτό έτσι που οι καλλιτέχνες και να επικοινωνούν και να ζουν από τη δουλειά τους. Κι αυτά τα live πόσο θ’ αντέξουν πια;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου