Η ιστορία που θα σας διηγηθώ είναι πέρα ως πέρα αληθινή:
Όπως κάθε καλός μπακουρο-εργένης, έχω συνάψει ιδιαίτερες σχέσεις στοργής και αγάπης με το τοπικό φαγοποτείο, γαλλιστί σουβλακερί. Χθες το βράδυ, εν μέσω μιας μετάφρασης που με είχε φέρει στα όριά μου - κάτι για τη Μενεγάκη και τις συνήθειες των celebrities - αποφάσισα να κατηφορίσω προς το μαγαζί για να εφοδιαστώ με κάνα σουβλάκι και μια λάχανο-καρότο. Ω τι έκπληξις! Εκεί, εκτός από τα οικεία και εξόχως φιλικά μέλη του προσωπικού του μαγαζιού, με υποδέχθηκε ξάφνου η φωνή της γλυκύτατης Ελεονώρας Ζουγανέλη από τα ηχεία. "Μετακόμιση τώρα", "μετακόμιση τώρα", και μετά "μετακόμιση τώρα", και δώσ' του "μετακόμιση τώρα", και ξανά-μανά "μετακόμιση τώρα", με ολίγη από "μπόρα" και "φόρα" και ένα νερόβραστο πιάνο αλά Χούλιο Ιγκλέσιας να γεμίζει τα κενά. Ομολογώ ότι το αγνοούσα το τραγούδι. Γυρνάω στον κύριο που ήταν στο ταμείο και τον ρωτάω: "Ζουγανέλη, ή κάνω λάθος"; Δεν ήθελε και πολύ ο φίλος μας για να πάρει μπρος: "Έχω βαρεθεί να το ακούω αυτό το τραγούδι! Από το πρωί μέχρι το βράδυ, μόνο αυτό παίζει ο Μελωδία. Δεν αντέχω άλλο." Τη σκυτάλη δεν άργησε να πάρει ο ψήστης: "Αμάν πια με τη μετακόμιση! Καλά, άλλο τραγούδι δεν έχουν να βάλουνε;". Και το γκαρσόνι ήρθε στην παρέα μας απλώς για να "τριτώσει" τη λαϊκή οργή: "Τέτοιο μονότονο τραγούδι καιρό είχα να ακούσω." Δεν σας κάνω πλάκα: για κάνα τέταρτο, ήμουν περιτριγυρισμένος από τα παιδιά του ταβερνείου και μου σιχτίριζαν όλοι μαζί το ραδιόφωνο και το συγκεκριμένο τραγούδι!
Να όμως που το αισθητήριο των σουβλατζήδων δεν το συμμερίζονται οι αγαπητοί μας μουσικο-δημοσιογράφοι, εξ' ου και το σιωπητήριο που έχει πέσει στις γραμμές μας. Καλέ, τι πράγμα είναι τούτο με το συγκεκριμένο τραγούδι; Η μελωδία του - κατά τα άλλα πανάξιου, ούτε συζήτηση, και δεν ειρωνεύομαι - Κώστα Λειβαδά είναι τόσο βαρετή που τη φαντάζομαι να τρώει αργά και βαριεστημένα έναν κουβά ποπ-κορν μπροστά από μία τηλεοπτική οθόνη που δείχνει μεξικάνικη σαπουνόπερα, Μαριμάρ, ή κάτι τέτοιο. Σκέτο σάουντρακ από την "Τόλμη και Γοητεία", και η Καρολάιν να μου χαμογελάει με την τέλεια οδοντοστοιχία της! Μην είμαστε όμως μίζεροι κι άδικοι... και οι στίχοι είναι άπαιχτοι: ούτε διαφήμιση για μεταφορική εταιρεία να ήτανε! Τύφλα να έχουν τα τζάμπο και η θεά Στανίση. Εδώ μιλάμε για το όνειρο - ή μάλλον την ονείρωξη - του καλού μικροαστού, σε αντισυμβατικό περιτύλιγμα! Ε, μετά από την άλλη μεγάλη επιτυχία με τον απίθανο στίχο "μονάχα εγώ κι άλλος κανένας" (σε απλή μετάφραση: "ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθαίνουν"), η επανάσταση της Ελεονώρας ολοκληρώνεται: Χρυσή Ευκαιρία από το περίπτερο, λίγο ψάξιμο, τηλέφωνο στον κολλητό με το φορτηγάκι, και βουρ για το καινούργιο σπίτι!
Ποιος είπε ότι δεν γράφεται πολιτικό τραγούδι στις μέρες μας; Διότι, εδώ ο Λειβαδάς αναμφισβήτητα θίγει την αποξένωση της σύγχρονης μεγαλούπολης αλλά και τον καταναλωτισμό του ύστερου καπιταλισμού: "όσο κι αν μου λείπουν οι δικοί μου / τώρα είμαι γεμάτη δώρα και φιλιά". Ποιος ασχολείται με τους δικούς μου ανθρώπους όταν εγώ έχω τα δωράκια μου από το house-warming party; Ο ποιητής χρησιμοποιεί και μεταφορικό λόγο "βρήκα ένα σπίτι καινούργιο, φτηνό / κάτω στο κέντρο με θέα". Ούτε ο πρωθυπουργός μας να είχε γράψει το στίχο! Άνθρωπέ μου, πού το είδες το καινούργιο και φτηνό σπίτι; Και να έχει και θέα μες στο κέντρο; Μπας και πρέπει να ανοίξει ο στιχουργός μας γραφείο real estate, να χεστεί στο τάλιρο με τέτοια ικανότητα μάρκετινγκ; Αλλιώς, ας σκεφτεί μία καριέρα στη συμβουλευτική ψυχολογία: "τώρα ειδικά μες στην κρίση εγώ / έχω κάτι ωραίο να σου πω / κάτι που μ' έχει βοηθήσει / μήπως και σένα σε πείσει". Να με πείσει τι; Ότι η ζωή είναι ωραία και να μην ακούω τους μίζερους ανταρσυο-συριζαίους που μας τα έχουν πρήξει με τη γκρίνια για τα μνημόνια και την ανεργία; Με έπεισες δικέ μου, μην κουράζεσαι άλλο, θα ψηφίσω Κουβέλη για να είμαι κουλ και ψύχραιμος.
Αυτό το "τέρμα γκάζι", πάλι, γιατί μου κάθεται στο λαιμό; Μήπως γιατί το έχω ήδη ακούσει από τους Ονειράμα ("πάτα τέρμα το γκάζι") σε ένα παρεμφερούς αισθητικής χαζο-ποπ; Ή μήπως γιατί έχει κατακυρωθεί με τη μουσική (πραγματική μουσική που συμβαδίζει με το στίχο και σε κινητοποιεί, όχι μοιρολόι βαρεμάρας για να κλαις τη μοίρα σου) του Θάνου Μικρούτσικου και τη φωνή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στο "Μηδέν" του Λαζόπουλου ("βάλαμε φωτιά στα φρένα και μας έμεινε το γκάζι"). Εν τέλει, μάλλον μου χτυπάει άσχημα γιατί μέσα στη νύστα και το χασμουρητό της μελωδίας, το μόνο γκάζι που σκέφτομαι είναι το γκαζάκι της κουζίνας που ψήνεις καφέ.
Ποιος είπε ότι δεν γράφεται πολιτικό τραγούδι στις μέρες μας; Διότι, εδώ ο Λειβαδάς αναμφισβήτητα θίγει την αποξένωση της σύγχρονης μεγαλούπολης αλλά και τον καταναλωτισμό του ύστερου καπιταλισμού: "όσο κι αν μου λείπουν οι δικοί μου / τώρα είμαι γεμάτη δώρα και φιλιά". Ποιος ασχολείται με τους δικούς μου ανθρώπους όταν εγώ έχω τα δωράκια μου από το house-warming party; Ο ποιητής χρησιμοποιεί και μεταφορικό λόγο "βρήκα ένα σπίτι καινούργιο, φτηνό / κάτω στο κέντρο με θέα". Ούτε ο πρωθυπουργός μας να είχε γράψει το στίχο! Άνθρωπέ μου, πού το είδες το καινούργιο και φτηνό σπίτι; Και να έχει και θέα μες στο κέντρο; Μπας και πρέπει να ανοίξει ο στιχουργός μας γραφείο real estate, να χεστεί στο τάλιρο με τέτοια ικανότητα μάρκετινγκ; Αλλιώς, ας σκεφτεί μία καριέρα στη συμβουλευτική ψυχολογία: "τώρα ειδικά μες στην κρίση εγώ / έχω κάτι ωραίο να σου πω / κάτι που μ' έχει βοηθήσει / μήπως και σένα σε πείσει". Να με πείσει τι; Ότι η ζωή είναι ωραία και να μην ακούω τους μίζερους ανταρσυο-συριζαίους που μας τα έχουν πρήξει με τη γκρίνια για τα μνημόνια και την ανεργία; Με έπεισες δικέ μου, μην κουράζεσαι άλλο, θα ψηφίσω Κουβέλη για να είμαι κουλ και ψύχραιμος.
Αυτό το "τέρμα γκάζι", πάλι, γιατί μου κάθεται στο λαιμό; Μήπως γιατί το έχω ήδη ακούσει από τους Ονειράμα ("πάτα τέρμα το γκάζι") σε ένα παρεμφερούς αισθητικής χαζο-ποπ; Ή μήπως γιατί έχει κατακυρωθεί με τη μουσική (πραγματική μουσική που συμβαδίζει με το στίχο και σε κινητοποιεί, όχι μοιρολόι βαρεμάρας για να κλαις τη μοίρα σου) του Θάνου Μικρούτσικου και τη φωνή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στο "Μηδέν" του Λαζόπουλου ("βάλαμε φωτιά στα φρένα και μας έμεινε το γκάζι"). Εν τέλει, μάλλον μου χτυπάει άσχημα γιατί μέσα στη νύστα και το χασμουρητό της μελωδίας, το μόνο γκάζι που σκέφτομαι είναι το γκαζάκι της κουζίνας που ψήνεις καφέ.
Πίσω στο θέμα μας. Αγαπητή Ελεονώρα, αγαπητέ Κώστα, και αγαπητοί κύριοι του "Μελωδία", λυπηθείτε τους φίλους μου στο φαγοποτείο... Έστω και τώρα, τούτη την ύστατη ώρα, ξανασκεφτείτε τη "μετακόμιση τώρα". Οι άνθρωποι στη σουβλακερί σκίζονται κάθε μέρα για μια χούφτα Ευρώ πάνω από τα κάρβουνα. Και δεν αντέχουν άλλο να σας ακούνε! Έχουν αγριέψει, δεν μπορώ να τους συγκρατήσω! Γιατί λοιπόν να μετακομίζετε καλοκαιριάτικο; Καθίστε στο σπιτάκι σας! Ή αλλιώς, καν' τε τη μετακόμιση να τελειώνουμε, μοναχά αν μπορείτε μην το κάνετε θέμα. Και βάλ' τε και κάνα άλλο τραγούδι εκεί στο "Μελωδία", ούτε σε αναμορφωτήριο να ήμασταν και να ακούγαμε το ίδιο σωφρονιστικό εμβατήριο κάθε μισάωρο... Όχι τίποτε άλλο, αλλά την επόμενη φορά από τα νεύρα του ο φίλος μου ο σουβλατζής θα αρχίσει να φτύνει μέσα στο κεμπάπ, αν τυχόν και ξανακούσει τούτο το άσμα εν ώρα εργασίας. Αν δεν σας συγκινεί η ψυχολογική ισορροπία της εργατικής τάξης, τουλάχιστον σκεφθείτε τη δική μου διατροφική επάρκεια που απειλείται!
ηρ.οικ.
ΥΓ: "Πες μου τι άλλο υπάρχει / πιο πολύ απ' αυτό / πιο πολύ απ' το τώρα;" Θα σου έλεγα, αλλά πού να σου εξηγώ...
ΥΓ: "Πες μου τι άλλο υπάρχει / πιο πολύ απ' αυτό / πιο πολύ απ' το τώρα;" Θα σου έλεγα, αλλά πού να σου εξηγώ...