Ο Γιώργος Χατζηνάσιος ροκάς; Κι όμως, το "Νοκ Άουτ", το σάουντρακ της ομώνυμης ταινίας του Παύλου Τάσιου, τα σπάει. Μαρία Αριστοπούλου, Γιάννης Μηλιώκας, Βλάσης Μπονάτσος, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Παύλος Σιδηρόπουλος, Άγγελος Σκορδίλης, σε οχτώ τραγούδια, ενώ το γλυκό δένει με δύο ορχηστρικά. Και ο δίσκος στέκεται γερά, μέσα κι έξω από την ταινία, μέσα κι έξω από το εξώφυλλο του Αρβανίτη με τον Κιμούλη κολλημένο στον τοίχο.
Οι στίχοι του Παύλου Τάσιου έρχονται κατευθείαν από το δρόμο και χτυπάνε τον νοικοκυραίο κατακούτελα: "Είναι κάτι παιδιά στην πλατεία / που μπορεί και να κάνουν ζημιά / μας φωνάζουν φρικιά αλητεία / δεν μας πιάνει φοβέρα καμιά". Αλκοόλ, αδιέξοδο, θάνατος, αλλά μέσα σε όλο αυτό το κοκτέιλ ο άνθρωπος μόνος να δίνει άγρια μάχη, να πολεμάει για ζωή μέχρι τέλος. Δεν έχουμε εδώ απελπισία για την απελπισία, για να πουλήσουμε μούρη και υφάκι και δηθενιά. Έχουμε απελπισία, αλλά και τον Βασίλη να μιλάει στον χάρο και τον κοντράρει στα ίσα: "πες μου που να ‘ρθω να σε βρω / που να σε συναντήσω / μαζί να στήσουμε χορό / κι ας θέλω εγώ να ζήσω". Στο μελωδικότερο τραγούδι του δίσκου ο Μηλιώκας τα χώνει έξω από τα δόντια στον τόσο κοντινό "άλλο": "όταν θα καταλάβεις τι τσαμπουνάς / τότε δε θα προλάβεις και θα πονάς / όταν θα καταλάβεις τι τσαμπουνάς / θα δεις πως είσαι ούφο και λακαμάς". Χύμα και σταράτα, χωρίς πολιτικές ορθότητες. Όσο για τον προφητικό λόγο του Τάσιου στο "μην κλαις για μένα Ελλάδα", ειλικρινά δεν έχω ιδέα πώς μπόρεσε ο άνθρωπος να πιάσει το νόημα αυτού που θα τρώγαμε στη μάπα τριάντα χρόνια μετά: "μην κλαις για μένα Ελλάδα / δεν ξέρω πως τη δουλειά θα τη δεις / μπρος στη δόξα τραβιέσαι ρημάδα / και καθάρισε μόνη σου όπως μπορείς". Ακόμα καθαρίζει, μιλάμε για πολύ άζαξ.
Είμαστε βεβαίως στα 1986, και οι προφήτες στη διαολεμένη τη δεκαετία του '80 είναι πολλοί, σε μία περίοδο δήθεν στάσιμη και παρακμιακή που εγκυμονούσε όμως μέσα της τις πιο απίστευτες μεταβολές. Ο Καλτεζάς έχει φάει τη σφαίρα πισώπλατα ήδη από τον προηγούμενο χρόνο, το περιθώριο όμως συνεχίζει να φοβίζει το "λαό" που περιμένει τις ακόμα καλύτερες του πασοκιστάν. Μην σπρώχνεστε, όλοι θα πάρετε. Και πήραν!
Η μεγάλη έκπληξη του δίσκου παραμένει ο Χατζηνάσιος και η ευχέρεια με την οποία διαχειρίζεται την πρώτη ύλη, κινηματογραφική και στιχουργική, του Τάσιου. Δεν είναι μόνο ότι συναντιέται με τον Σιδηρόπουλο, δεν είναι θέμα ύφους και ατμόσφαιρας, δεν είναι καν ότι παράγει έναν ροκ ήχο proper. Είναι ότι μπαίνει κατευθείαν στο πνεύμα.
Ο Μάκης Γκαρτζόπουλος σημειώνει:
Ο Μάκης Γκαρτζόπουλος σημειώνει:
Ο Γιώργος Χατζηνάσιος είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή μεγάλη εμπειρία στη σύνθεση μουσικής για τον κινηματογράφο. Αν εξαιρέσουμε όμως την μουσική του για την «Γλυκιά συμμορία» του Νικολαϊδη (όπου εκεί το ηλεκτρονικό στοιχείο είχε πρωταγωνιστικό ρόλο), οι ταινίες στις οποίες έγραψε μουσική κατά την δεκαετία του ’70, δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με το κλίμα που κλήθηκε να αποδώσει στο «Νοκ άουτ». Από τη μουσική για μελό ταινίες όπως το «Σ’ αγαπώ» ή το «Ένα γελαστό απόγευμα», έπρεπε ξαφνικά να μπει στο σκοτεινό κλίμα του Τάσιου και να ακολουθήσει ρυθμούς εντελώς διαφορετικούς από εκείνους που είχε μέχρι τότε συνηθίσει.
Και τα κατάφερε μια χαρά ο μπαγάσας.
Ηρακλής Οικονόμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου