Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

"Ανέκδοτα ποιήματα" του Δημήτρη Χριστοδούλου



Δημήτρης Χριστοδούλου


Ανέκδοτα ποιήματα

ISBN: 978-618-5010-20-1, σελίδες: 96, μέγεθος: 14x20

Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Δημήτρη Χριστοδούλου σε τόμους άρχισε το 1964 με τον τίτλο «Ποιήματα 1954 - 1964» και περιείχε τις οκτώ συλλογές της πρώτης δεκαετίας: «Νυχτοφύλακες» (1954), «Πελταστές» (1956), «Εκ του συστάδην» (1957), «Εστίες αντιστάσεως» (1959), «Μετά το ανακλητικό» (1960), «Παραμεθόρια» (1961), «Πάροδος» (1962), «Επί ευρέος μετώπου» (1964). 

Ο δεύτερος τόμος, με τον γενικό τίτλο «Αιχμές», περιλαμβάνει τα δημοσιευμένα ποιήματα της επόμενης δεκαετίας 1965 – 1975: «Δελφοί» (1965), «Μικρά λυρικά» (1966), «Πρόμαχοι» (1966), «Αιχμές» (1967), «Μετοικεσία» (1972), «Ο Οδυσσέας στην πλατεία» (1974), «Της εξορίας» (1974), με την προσθήκη της ενότητας «Μνημόνιο» (1968 – 1975) που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στον τόμο αυτόν. 

Ο τρίτος τόμος (1977 - 1988) κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, με τη φροντίδα της συντρόφου του Μαρίας Κανδρεβιώτου, και περιέχει με χρονολογική επίσης σειρά τις συλλογές: «Πετρέλαια (1977), «Νετρόνια» (1978), «Ελλάδα μπάυ ντέυ» (1981), «Ντισκοτέκ» (1982), «Ο δρόμος για τα καθαρά» (1983), «Πλάγιος άνεμος» (1984), «Το ρολόι του Κυρρήστου» (1985), «Ούλαφ Πάλμε» (1987), «Ο ποιητής κι ο έβενος» (1988).

Με τον τέταρτο τόμο, που περιλαμβάνει τα ανέκδοτα ποιήματά του καθώς και ποιήματα που είχαν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και δεν συμπεριλήφθησαν στις προηγούμενες συγκεντρωτικές εκδόσεις, ολοκληρώνεται το σύνολο της ποιητικής του δημιουργίας.

Μέσα από τις συγκεντρωτικές αυτές εκδόσεις έχουμε μια συνολική αίσθηση του ποιητικού του έργου που χαρακτηρίζεται για την ενότητα της ροής και της συνοχής του.

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Ο Θανάσης Μωραΐτης για τα δημοτικά τραγούδια της Στεράς Ελλάδας





Για το CD «Μονωδίες από τον Παρνασσό και τον Ελικώνα»

Περιλαμβάνει 37 τραγούδια ηχογραφημένα στην Αθήνα το 1930, στην Άνω Αγόριανη το 1981, στα χωριά Κυριάκι, Ζερίκι Λειβαδιάς και Βάγια Θηβών το 1999 με ντόπιους μουσικούς και τραγουδιστές.

Επιμέλεια ενθέτου, παραγωγής, έκδοσης: Μάρκος Φ. Δραγούμης, Θανάσης Μωραΐτης 
Έκδοση: Φίλοι Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου Μέλπως Μερλιέ, Οκτώβριος 1999

***

Παρατηρώντας τη συμπεριφορά της ελληνικής κοινωνίας μεταπολεμικά, διαπιστώνουμε τα εξής: η ζωή στο χωριό διαθέτει γοητεία γι’ αυτούς που το επισκέπτονται, και είναι συχνά κόλαση γι’ αυτούς που ζουν σε αυτό. Άρα, να φύγουμε από δω, να πάμε στην πόλη με άλλοθι τις ‘σπουδές των παιδιών’ ή ‘εκεί θα βρει δουλειά ο πατέρας’. Έτσι το δυάρι στο Περιστέρι είναι ‘παλάτι’. Έχει την τουαλέτα μέσα στο σπίτι, γλιτώσαμε κι απ’ τις λάσπες.

Τα παιδιά όμως μεγάλωσαν, παντρεύτηκαν κι αγόρασαν σπίτι, έστω και με δόσεις. Οι γονείς απέμειναν μόνοι στο δυάρι στην πόλη. Επιστροφή στο χωριό, πάλι στα ίδια αλλά όχι ακριβώς. Τώρα ξέρουν τι χρειάζεται για να ζεις καλά. Έγινε κι ο σεισμός, νά τα δάνεια χωρίς επιτόκιο, νά οι εργολάβοι, ‘ευκαιρία να γλιτώσουμε από το σαράκι χρόνων’, έπεσαν οι τέσσερις κολώνες και η πλάκα από μπετόν. Ίδια κι όμοια με τα δυάρια της πόλης. Το ψωμί πολυτελείας –αερόψωμο καλά ακούγεται;– πήρε τη θέση των καρβελιών στην πινακωτή. Τα πλαστικά λουλούδια μόνιμα στο ανθοδοχείο, ενώ έξω τα μυρίπνοα άνθη παρακαλάνε για μια θέση σε αυτό. Με την εγκατάσταση της κεραίας ‘γέμισε’ το όνειρο. Πάνε τα γλέντια με ‘πίνω και ορισμό’, ‘άσπρο πάτο’ και, υποχρεωτικά, τραγούδι. Τώρα ‘καλό’ τραγούδι είναι αυτό που δείχνει και ξαναδείχνει η τηλεόραση. Οι μουσικοί της περιοχής, αν θέλουν να ζήσουν, πρέπει να ‘περάσουν’ αυτά τα τραγούδια γιατί αυτά θα τους ζητήσουν. Πάνε τα κουτσομπολιά για τη γειτόνισσα. Όλοι σχολιάζουν αυτά που λένε στο ‘γυαλί’ για τη Ρούλα που ‘είναι όμορφη και τα λέει ωραία’.

Αυτά για όσους ήρθαν στην πόλη, είδαν και επέστρεψαν στα χωριά τους. Όλοι οι άλλοι που μείναμε ή ξεμείναμε στην πόλη, γιατί ‘εδώ στρώσαμε τη ζωή μας’, ψάχνουμε απεγνωσμένα ανάμεσα στις ‘απάνθρωπες’ πολυκατοικίες να βρούμε και να νοικιάσουμε χωριάτικο σπίτι με κήπο ή ρετιρέ να βλέπει ουρανό. Τα εστιατόρια και τα ταβερνάκια που σερβίρουν σπιτικό φαγητό και χωριάτικο ύφος με διακόσμηση κότες, σαμάρια, πηγάδια χωρίς νερό, κάπες, κάρα κ.ά., έχουν ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας. Πολλά βράδια ξενυχτάμε στα ‘κέντρα’ της Ομόνοιας και σε άλλες συνοικίες που παίζουν δημοτικά, συμμετέχοντας στην κωμωδία με τίτλο «Όπως τότε στο χωριό». Τσουγκρίζουμε τα πλαστικά ποτήρια με το Johnnie Walker μέσα και κάνουμε φόνο αν μας πάρουν τη ‘σειρά’ στο χορό. Παρακολουθούμε παραστάσεις σε θέατρα των Αθηνών όπου χωριάτες, ντυμένοι με την παραδοσιακή φορεσιά τους (που οι ίδιοι ντρέπονται να τη φορέσουν στο χωριό), αναπαριστούν ‘το ζύμωμα των ψωμιών του γάμου’ ή ‘το ξύρισμα του γαμπρού’ (που εδώ και χρόνια δεν κάνουν στα χωριά τους) σ’ εμάς τους ‘πολιτισμένους επαρχιώτες’ της πρωτεύουσας. Το οξύμωρο σε όλο του το μεγαλείο.

Και δεν έχει σημασία αν όλα αυτά είναι διαπιστώσεις βιωμάτων ή κοινωνιολογικής έρευνας. Σημασία έχει ότι επηρέασαν και το δημοτικό τραγούδι που, φυσικά, ακολούθησε τη μοίρα όλων αυτών των εξελίξεων που συνθέτουν την έννοια της πολιτιστικής-πολιτισμικής έκφρασης ενός τόπου ή λαού. Έτσι, ‘αλλοιώθηκαν’ έγιναν ‘άλλο’. Στο μέλλον θα φανεί αν ‘η ιστορία θα καταδεχθεί να το σημειώσει’.

Το ίδιο συνέβη και με τα τραγούδια της Στερεάς Ελλάδας, αλλά με κάτι παραπάνω. Δεν μπορούσα να καταλάβω, όλα αυτά τα χρόνια, γιατί ακόμα και ’γώ, που ποτίστηκα παιδιόθεν με αυτά τα τραγούδια, ένιωθα αποστροφή στο άκουσμά τους. Στενοχωριόμουν ακόμα περισσότερο όταν άκουγα να παθαίνουν το ίδιο και άλλοι που γεννήθηκαν και έζησαν σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Επίσης δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί δεν συνέβαινε το ίδιο με τα μικρασιάτικα, τα νησιώτικα κτλ. 

Το σοκ που έπαθα όταν ο Μάρκος Δραγούμης μου έδωσε ν’ ακούσω τις ηχογραφήσεις που έκανε το Μουσικό Λαογραφι­κό Αρχείο το 1930 με τραγούδια από τη Στερεά Ελλάδα, με σκοπό να κάνουμε την επιλογή των τραγουδιών γι’ αυτόν τον δίσκο, ήταν πολύ ισχυρό. Τι ευγένεια, τι λεπτότητα, τι φωνές, τι ευαισθησία, τι ερμηνείες, τι ‘χρώματα κι αρώματα’ χύθηκαν στ’ αυτιά μου και στο σώμα μου! Ένιωσα ‘Αμερικανάκι’ –λίγο έλειψε να πω ‘όου... γουάντερφουλ’– ότι δεν ήξερα τα τραγούδια του τόπου που γεννήθηκα, ενώ τα ήξερα. Όχι όμως έτσι. 

Ψάχνοντας να βρω εντός μου την αιτία, μού ’ρθαν κατά πρόσωπο οι ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ’60 και είδα τους ηθοποιούς να φοράνε φουστανέλες με άσπρο καλσόν και να υποκρίνονται –αυτοί τη δουλειά τους έκαναν– το ναΐφ τρόπο ζωής και συμπεριφοράς των κατοίκων της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου. Είδα τους μουσικούς και τους τραγουδιστές, ντυμένους κι αυτούς με φουστανέλες, να παίζουν και να τραγουδούν playback αθάνατα τσάμικα, κάνοντας κινήσεις ‘ξένες’ με το ‘είναι’ τους και επιδεικνύοντας με έμφαση το τσαρούχι, ειδικά τη φούντα του. Δεν είναι τυχαίο που αρκετοί δίσκοι εκείνης της εποχής έχουν για εξώφυλλο ένα τσαρούχι με τη φούντα και δίπλα όρθια μια γκλίτσα. Είδα τον Γεώργιο Παπαδόπουλο να χορεύει, στα στρατόπεδα το Πάσχα, αθάνατα τσάμικα, με τον Στυλιανό Παττακό δεύτερο, να του κρατά το δικτατορικό ασπρομάντηλο. Ξαναχορεύεις τσάμικο; Είδα τους δημοτικούς τραγουδιστές, που ερχόντουσαν στα πανηγύρια μετά το 1970, να τραγουδάνε παίζοντας με τα χέρια τους παντομίμα το περιεχόμενο των στίχων. Τραγούδαγε ένας κι άκουγα κι ακούω ακόμα να τραγουδάει με δύο λαρύγγια, από τα πολλά ‘μπιχλιμπίδια’ –μαλάματα τα λέει ο Σεφέρης. Είδα τον μπάρμπα Τάσο Χαλκιά και τον Πανα­γιώτη Κοκοντίνη να στέκονται παράμερα και να κρύβουν το κλαρίνο ακούγοντας το ‘σκυλάδικο’ ύφος, μην τους πει κάποιος ότι παίζουν το ίδιο όργανο. Και τους είδα λυπημένους πολύ. Λυπημένους πολύ είδα και τους εναπομείναντες μουσικούς του χωριού μου (Βάγια ή Καζνέσι) Δημήτριο Μπισταράκη και Δημήτριο Πάλλη γιατί δεν τους ‘παίρνουν’ πια στα γλέντια και στα πανηγύρια, ούτε καν στο βλάχικο γάμο του χωριού, για τον οποίο μάλιστα, πρόσφατα η δημοτική αρχή έφερε μουσικό συγκρότημα από την Τήνο να παίξει. 

Άκουσα όμως, και ακούω ακόμα, τους ίδιους χωριάτες, που προσποιούνται ότι διασκεδάζουν με όλα αυτά, στη μοναξιά των προσωπικών τους στιγμών να τρα­γουδάνε με το ύφος, την ευγένεια και τη λεπτότητα που ακούμε στις ηχογραφήσεις του 1930 (δες αρ. 20-37). Άλλο ένα οξύμωρο, αυτή τη φορά ευχάριστο. 

Θα μπορούσα να παρομοιάσω τα δημοτικά τραγούδια της Στερεάς Ελλάδας με ένα ρόπτρο, του οποίου τη λεπτή τέχνη σκέπασε η σκουριά των νερών του κατακλυσμού και της λογικής, εν μέρει, αδιαφορίας των συγχρόνων του. Επειδή όμως πάντα ‘έχει ο καιρός γυρίσματα’ και επειδή ‘πρέπει νά ’χεις τρόπους ευγενικούς για να δεχτεί το ναυάγιο ν’ ανασυρθεί από σένα’, έρχεται η έκδοση αυτή των Φίλων του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου Μέλπως Μερλιέ, που γίνεται με την οικονομική ενίσχυση του Υπουργείου Πολιτισμού, να ‘ξύσει’ τη σκουριά των τραγουδιών και να μας αποκαλύψει το μέγεθος της τέχνης του πρωτομάστορα.

Θανάσης Μωραΐτης
Πλάκα, 3 Ιουνίου 1999

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

Παρουσίαση του βιβλίου "Σκιά γυναίκα"




ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

Οι εκδόσεις Μετρονόμος και το Πόλις art cafe σας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου του Χρήστου Α. Μιχαήλ με τίτλο “Σκιά γυναίκα” την Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014 και ώρα 19:00. 

Για το βιβλίο θα μιλήσουν η ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ο δημοσιογράφος της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ Δημήτρης Μανιάτης και ο συνθέτης Γιώργος Ανδρέου. Τραγούδια θα ερμηνεύσουν ο Γιώργος Ανδρέου, η Ελισσάβετ Καρατζόλη και η Ευτυχία Μητρίτσα. 

Polis Art Café
Πεσμαζόγλου 5, Αίθριο Στοάς Βιβλίου
Τηλέφωνο: 2103249588

Είσοδος ελεύθερη

***

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Η «Σκιά γυναίκα» είναι μια ποιητική σύνθεση αρχιτεκτονικά δομημένη με αρχή, μέση, τέλος (;) καθώς και με πολλές διακυμάνσεις. Ένα κείμενο που βλέπει την Ελλάδα ως γυναίκα βουτηγμένη στα πάθη της παλεύοντας με τα μέσα και τα έξω της. Η Ελλάδα ως σταλιά στον ωκεανό των αμφιβολιών της Ιστορίας αλλά και της κατά συνθήκη προσωπικής τραγωδίας του καθενός. Ένα ποίημα σε 25 πράξεις που γράφτηκε για να ζήσει μέσα στην εποχή του.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Χρήστος Α. Μιχαήλ γεννήθηκε στη Σαλαμίνα και τελείωσε το σχολείο στη Λεμεσό. Σπούδασε Χρηματοοικονομική και Τραπεζική Διοικητική στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και Media and Journalism στο Newcastle University. Έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος σε μουσικά περιοδικά αλλά και ως σύμβουλος πολιτικής επικοινωνίας. Από τις εκδόσεις Τετράγωνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Η καχυποψία ενός άλλοθι» (2010) ενώ το διήγημά του «Γουλιά καφέ» περιλαμβάνεται στη συλλογική έκδοση διηγημάτων των εκδόσεων Vakxikon με γενικό τίτλο «Αμ’ έπος ανέργων» (2013). Παράλληλα γράφει στίχους για τραγούδια.

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Ο Γιώργος Β. Μονεμβασίτης ενημερώνει και προσκαλεί

15.10.2014


Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι χαίρετε,

Το φθινόπωρο άρχισε να κάνει αισθητή την παρουσία του, οι καλοκαιρινές διακοπές αποτελούν πια μιαν ωραία ανάμνηση και το ενδιαφέρον των φιλόμουσων για όσα (μουσικά) σπουδαία πρόκειται να συμβούν στην πρωτεύουσα είναι, αιτιολογημένα, αυξημένο.

Ας μου επιτραπεί, λοιπόν, μια πρόταση και μια ενημέρωση, που πιστεύω ότι δεν θα αφήσουν αδιάφορους όσους από εσάς αγαπάτε την καλή μουσική.

Η πρόταση αφορά μιαν εξαιρετική, με το χαρακτήρα της μοναδικής, συναυλία η οποία θα πραγματοποιηθεί, στις 23 Οκτωβρίου, ημέρα Πέμπτη, στις 8:30 μ.μ., στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.

Σε αυτήν η Καμεράτα Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής με αρχιμουσικό τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της Γιώργο Πέτρου, θα υποδεχθεί τέσσερις από τους σημαντικότερους σήμερα παγκοσμίως κόντρα τενόρους, σε ένα πρόγραμμα-εγκώμιο στην ξεχωριστή αυτή φωνή αλλά και στην μπαρόκ όπερα. Το καρέ των ρηγάδων-κόντρα τενόρων αποτελείται από τον ΚροάτηΜαξ Εμάνουελ Τσένσιτς, τον Καταλανό Χαβιέρ Σαμπάτα, τον Αμερικανό – κορεάτικης καταγωγής – Βινς Γι και τον Ουκρανό Γιούρι Μυνιένκο. Όπως θα αντιληφθείτε και από το συνημμένο Δελτίο Τύπου, του ΜΜΑ, η συναυλία αυτή αποτελεί γεγονός παγκοσμίου εμβέλειας αφού, εκτός των άλλων, το πρόγραμμα με τις άριες έχει ηχογραφηθεί και πρόκειται να εκδοθεί από την κραταιά δισκογραφική εταιρεία SONY Classical, ενώ στο αμέσως προσεχές διάστημα θα παρουσιαστείστο Θέατρο των Ηλυσίων Πεδίων του Παρισιού, το Τεάτρο Ρεάλ της Μαδρίτης και την Αίθουσα Συναυλιών CRR της Κωνσταντινούπολης. 

Η Καμεράτα, παρά τα δυσεπίλυτα και δυσβάστακτα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει τα δυο τελευταία χρόνια και την απαξίωσή της από τη ντόπια εξουσία, συνεχίζει τη φωτεινή διαδρομή της και την πολύτιμη προσφορά της, βασισμένη στην αυταπάρνηση, την ευσυνειδησία και τον ηρωισμό των μουσικών της. Στα τελευταία της επιτεύγματα συμπεριλαμβάνονται, όπως ίσως έχετε πληροφορηθεί, η θριαμβευτική συμμετοχή της στο φετινό Φεστιβάλ BBC Proms – η πρώτη ελληνική ορχήστρα που εμφανίστηκε σε αυτό, στα 120 χρόνια που πραγματοποιείται!!! - όπου απέσπασε τα εγκώμια του ακροατηρίου και των κριτικών των διεθνών μέσων ενημέρωσης, και οι εξαιρετικά επαινετικές κριτικές με τις οποίες έγινε δεκτό το πλέον πρόσφατο ηχογράφημά της, με τη μουσική μπαλέτου Τα Πλάσματα του Προμηθέα, το οποίο εκδόθηκε από την ιστορική δισκογραφική εταιρεία DECCA.

Η Καμεράτα, που αποτελεί τα τελευταία χρόνια τον σημαντικότερο πολιτιστικό πρεσβευτή της Ελλάδας στο εξωτερικό – μαζί με το σπουδαίο βιολονίστα μας Λεωνίδα Καβάκο - σας χρειάζεται, όσο ποτέ άλλοτε. Σπεύσατε λοιπόν να τη στηρίξετε. Αντίδωρο στην αρωγή σας θα είναι μια αλησμόνητη μουσική εμπειρία. 

Συνημμένα εκτός από το Δελτίο Τύπου και τις φωτογραφίες των τεσσάρων κόμντρα τενόρων σας στέλνω και ένα εκτεταμένο δικό μου κείμενο με περισσότερες πληροφορίες για το σπουδαίο αυτό γεγονός.

Η ενημέρωση έχει σχέση με την ... αφεντιά μου και αφορά ένα διαρκές ... αδίκημα – ως ένα χρονικό σημείο, βεβαίως.

Γνωρίζετε την Ανοιχτή Τέχνη; Υποθέτω πως όχι. Πρόκειται, ωστόσο, για μια αξιολογότατη προσπάθεια, ένα είδος Ανοιχτού Πανεπιστημίου, που εστιάζεται στις τέχνες, κυρίως, αλλά και στις επιστήμες. Συντονιστής του όλου εγχειρήματος είναι ο συγγραφέας Αλέξανδρος Ασωνίτης. Με την Ανοιχτή Τέχνη συμπράττουν «Δάσκαλοι», που έχουν ικανή διδακτική εμπειρία στο γνωστικό τους αντικείμενο, και φιλοδοξούν να μεταλαμπαδεύσουν, με άμεσο τρόπο, μέσω σειρών διαλέξεων-σεμιναρίων τις γνώσεις τους, σε αυτούς που θα θελήσουν να τις παρακολουθήσουν. Μου ζήτησαν να συμμετάσχω και εγώ σε αυτή την προσπάθεια και δέχτηκα με ξεχωριστή χαρά. Είναι άλλωστε τόσο τιμητικό, όσο και γοητευτικό. 

Τον κύκλο των διαλέξεών μου ονόμασα «Η Κλασική Μουσική ... αλλιώς». Πρόκειται, στην ουσία, για μαθήματα ιστορίας της Μουσικής, όπως αυτά, πιστεύω ότι, θα έπρεπε να γίνονται – αλλά, δυστυχώς, σπανίως γίνονται έτσι - σε κάθε είδους ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα (σχολεία, ωδεία, κλπ), ίσως και ανώτατα! Η μέθοδος καθώς και η μεθόδευση αποσκοπούν στη διέγερση του ενδιαφέροντος του μαθητευόμενου, και μέσω της (διαφορετικής συχνά) αφήγησης, αλλά και μέσω επιλεγμένων και μάλλον απρόβλεπτων μουσικών (παρα)δειγμάτων, έτσι ώστε ο ακροατής να γνωρίσει και να αγαπήσει πραγματικά την Κλασική-Λόγια Μουσική× και να πάψει να πιστεύει ότι αυτή είναι κατάλληλη μόνο για τη Μεγάλη Εβδομάδα ή ως ένδειξη πένθους για την απώλεια κάποιου επιφανούς!

Όπως και κάθε κύκλος της Ανοιχτής Τέχνης, έτσι και ο δικός μου θα αποτελείται από 11 δίωρες διαλέξεις, οι οποίες θα αρχίσουν τον Νοέμβριο και θα ολοκληρωθούν τον Ιανουάριο, του 2015. Οι συναντήσεις, με όσους θελήσουν να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις μου, θα πραγματοποιούνται κάθε Πέμπτη 18:00-20:00 στο χώρο της Ανοιχτής Τέχνης που βρίσκεται στον πρώτο όροφο κτηρίου επί των οδών Φιλελλήνων & Ναυάρχου Νικοδήμου 2, στο Σύνταγμα – εύκολη επομένως η πρόσβαση.

Περισσότερες πληροφορίες – πολλές μάλιστα - για την Ανοιχτή Τέχνη μπορείτε να βρείτε στον ιστότοπο http://www.anoixtitexni.gr/, ενώ υπάρχουν και συνοπτικά στοιχεία για κάθε κύκλο. Για το δικό μου αναζητήστε τα στη διεύθυνση http://www.anoixtitexni.gr/seminaria/mousiki/klasiki_mousiki/. Όσοι, επομένως, θέλετε να μάθετε την ιστορία της μουσικής αλλιώς, σπεύσατε!

Αν νομίζεται ότι κάποιο ή όλα τα πιο πάνω μπορεί να ενδιαφέρουν κάποιον (α) από τους φίλους (ες) και γνωστούς (ες) με τους οποίους (ες) επικοινωνείτε ηλεκτρονικά, παρακαλώ προωθείστε του (της) αυτό το μήνυμα.

Καλή δύναμη σε όλες και σε όλους

Ζεστός – όχι ... καυτός - να είναι ο χειμώνας που έρχεται

Φιλικά

Γιώργος Β. Μονεμβασίτης

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

Μετρονόμος - αφιέρωμα στον Δημήτρη Λάγιο



ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ

Τεύχος 53

Αφιέρωμα στον Δημήτρη Λάγιο 

Επιμέλεια: Θανάσης Συλιβός


Ο Δημήτρης Λάγιος στα τριανταεννιά του χρόνια πρόλαβε να αφήσει το δικό του μουσικό αποτύπωμα στο ελληνικό τραγούδι. Στο διάστημα της σύντομης μουσικής διαδρομής του –μέσα σε μια δεκαετία– δημιούργησε ένα πλούσιο, σε μέγεθος και καλλιτεχνική αξία, έργο (δισκογραφημένο και ανέκδοτο). Δουλεύοντας ασταμάτητα, έγραψε τραγούδια, λαϊκά ορατόρια βασισμένα σε ποιητικά κείμενα, συμφωνικά έργα, κατέγραψε και διέσωσε παραδοσιακό υλικό. Και όλα αυτά χωρίς προσπάθειες εντυπωσιασμού. Όπως σημειώνει ο Στρατής Πασχάλης «Οραματίστηκε μια ελληνική μουσική έξω από τη σύμβαση του λαϊκισμού. Μια μουσική που να επικοινωνεί με τη λόγια κλασικότητα, χωρίς να χάνει την επαφή της με τον απλό άνθρωπο». 


Περιεχόμενα

Δημήτρης Λάγιος (1952 – 1911)

Πέγκυ Λάγιου: «Με την παράδοση μέσα μας θα εξασφαλίσουμε το αλλιώτικο μέλλον»

Μάρκος Φ. Δραγούμης: Ένας ταλαντούχος καλλιτέχνης

Σταύρος Καρτσωνάκης: Ο Οδυσσέας Ελύτης του Δημήτρη Λάγιου

Μιχάλης Μπουρμπούλης: Ένας υπερευαίσθητος ανθρώπος

Μάκης Γκαρτζόπουλος: Η Ερωτική πρόβα στο θάνατο του Δημήτρη Λάγιου

Από το ημερολόγιο του Δημήτρη Λάγιου: Ερωτική πρόβα (στο θάνατο), 1989-’91

Στρατής Πασχάλης: Ένας ρομαντικός ιδεαλιστής

Τρία ανέκδοτα τραγούδια σε στίχους Φώντα Λάδη

Δημήτρης Γκιώνης: Πάθος για τη μουσική

Τερέζα Μυλωνά: Με λογισμό και μ΄ όνειρο

Μάριος Παπαδόπουλος: Δεν φθάρηκε στο χρόνο,

Αντιγόνη Σολομωνίδου - Δρουσιώτου: Ζακυνθινός και Κύπριος

Δημήτρης Πεπελάσης: Πήγε πίσω για να προχωρήσει μπροστά

Για τον Δημήτρη Λάγιο

Υακίνθη Λάγιου: Ως Έλληνας σκυταλοδρόμος

Εργογραφία Δημήτρη Λάγιου

***

Αποκατάσταση της αλήθειας αναφορικά με τη μετάφραση του έργου του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη στη Γαλλία, του Γιάννης Βάγια

Βαγγέλης Καζαντζής, της Μάνιας Σχοινά

Ο Μποστ και το ελληνικό τραγούδι, του Σπύρου Αραβανή

Rosarte. Η χορωδία των χρυσών αγγέλων, του Κωνσταντίνου Τσικλέα

Πόλυς Κυριάκου, του Χρόνη Πλατίνου

Χαράλαμπος Σαββαΐδης. Το κανονάκι της δισκογραφίας γραμμοφώνου, των Σπύρου Κουρούση και Κωνσταντίνου Κοπανιτσάνου

Αγάπιος Τομπούλης. Ο ουτίστας των σουλτάνων της Πόλης και της ελληνικής δισκογραφίας, των Κωνσταντίνου Κοπανιτσάνου και Σπύρου Κουρούση

Παπα-Σταύρος Καρπαθιωτάκης. Ο ιερέας που συνόδεψε το νεκρό Νίκο Καζαντζάκη, του Δημήτρη Μπατζιάκα

Οι πόλεις και τα τραγούδια τους. Μέρος τέταρτο: Ήπειρος, του Θόδωρου Βαλσαμίδη

Kώστας Χρηστίδης: Οι μουσικοί των ηχογραφήσεων, του Γιώργου Αλτή

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Λουκάνικος




Πέθανε ο Λουκάνικος... έφαγε, λέει, πολλά δακρυγόνα και η υγεία του επιβαρύνθηκε, - κανένας λόγος ανησυχίας, μόνο τα βρωμόσκυλα πεθαίνουν από τα δακρυγόνα, οι άνθρωποι ζουν, δεν παθαίνουν τίποτα, βάρα τους, ψέκασ' τους, αντέχουν, το πολύ-πολύ να σε ψηφίσουν αν το χοντρύνεις το πράγμα, κι εξάλλου έχουν μυαλό οι άνθρωποι, κάθονται και σπίτια τους οι άνθρωποι, δεν είναι σαν τα σκυλιά να βολοδέρνουν στις πλατείες, μια-δυο τις βαριούνται τις πλατείες οι άνθρωποι, πόσο πια να αγανακτήσουν, δεν είναι και ζώα να τρέχουν από δω κι από εκεί μες στο δρόμο, έχουν και σύζυγο, σπίτι, παιδί, είναι έξυπνοι οι άνθρωποι, είναι φιλήσυχοι, νοικοκυραίοι οι άνθρωποι, τις αδειάζουν τις πλατείες, κάθονται και σπίτια τους, αμ τι, για χαζούς τους έχεις τους ανθρώπους να χαλάνε την υγεία τους σαν τα σκυλιά;
ηρ.οικ.

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Χρήστος Α. Μιχαήλ - Σκιά Γυναίκα



Χρήστος Α. Μιχαήλ


ΣΚΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ
[ μια ποιητική σύνθεση ] 


Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η «Σκιά γυναίκα» είναι μια ποιητική σύνθεση αρχιτεκτονικά δομημένη με αρχή, μέση, τέλος (;) καθώς και με πολλές διακυμάνσεις. Ένα κείμενο που βλέπει την Ελλάδα ως γυναίκα βουτηγμένη στα πάθη της παλεύοντας με τα μέσα και τα έξω της. Η Ελλάδα ως σταλιά στον ωκεανό των αμφιβολιών της Ιστορίας αλλά και της κατά συνθήκη προσωπικής τραγωδίας του καθενός. Ένα ποίημα σε 25 πράξεις που γράφτηκε για να ζήσει μέσα στην εποχή του.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Χρήστος Α. Μιχαήλ γεννήθηκε στη Σαλαμίνα και τελείωσε το σχολείο στη Λεμεσό. Σπούδασε Χρηματοοικονομική και Τραπεζική Διοικητική στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και Media and Journalism στο Newcastle University. Έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος σε μουσικά περιοδικά αλλά και ως σύμβουλος πολιτικής επικοινωνίας. Από τις εκδόσεις Τετράγωνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Η καχυποψία ενός άλλοθι» (2010) ενώ το διήγημά του «Γουλιά καφέ» περιλαμβάνεται στη συλλογική έκδοση διηγημάτων των εκδόσεων Vakxikon με γενικό τίτλο «Αμ’ έπος ανέργων» (2013). Παράλληλα γράφει στίχους για τραγούδια.

ISBN: 978-618-5010-24-9, Σελίδες: 48, Σχήμα: 14x21

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Γιώργος Σταυριανός - "Η αλήθεια της νύχτας" (1)





Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

του Γιώργου Σταυριανού

(2014, εκδόσεις Αντ. Σταμούλη)


ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

ΙΟΥΛΙΟΣ 2000 – SavanΝaΗ Bay

Ένας δυνατός θόρυβος μ’ έκανε να ξυπνήσω. Το όνειρο διακόπηκε απότομα, δεν είχε ακόμα ξημερώσει. Ένας νοτιάς που ούρλιαζε σάρωνε τον κόσμο, παντζούρια κατακτυπούσαν, αντικείμενα παρασύρονταν τρεκλίζοντας σα μεθυσμένα, οι πόρτες σείονταν… Μια πυρωμένη ανάσα γίγαντα πυρπολούσε την χώρα των νάνων, ένιωθα τα χείλη μου στεγνά, το κορμί μου ν’ ανατριχιάζει. Δε νύσταζα άλλο κι έτσι αποφάσισα να σηκωθώ. Ο ύπνος μου μέχρις εκείνη τη στιγμή που τόσο βίαια είχε διακοπεί ήταν μονοκόμματος και ήρεμος. Ένιωθα το σώμα ξεκούραστο και τη σκέψη καθάρια.

Περπατώντας όσο πιο αθόρυβα μπορούσα προχώρησα προς την βεράντα. Δεν πρόλαβα να ανοίξω την πόρτα, κι ο Αρθούρος όρμησε μέσα στο δωμάτιο τρομαγμένος. Τον παρατηρούσα έτσι καθώς έτρεχε να χωθεί στο δωμάτιο που κοιμόντουσαν η Μοίρα με την Αντιγόνη. Ήταν ολοφάνερο πως ζητούσε προστασία.

Προσέχοντας να μην ξυπνήσω τους υπόλοιπους, άνοιξα την πόρτα και βγήκα στην αυλή. Το σύμπαν στροβιλιζόταν από ένα νοτιά που έπαιρνε ό,τι έβρισκε μπροστά του. Κάθισα στην υφασμάτινη πολυθρόνα και έστρεψα το βλέμμα στον ουρανό. Πλατύς και απρόσιτος δεν είχε διάθεση για συνομιλία. Ύστερα από λίγο άκουσα την πόρτα ν’ ανοίγει. Η Μοίρα βγήκε γρήγορα, ο Αρθούρος έτρεχε πίσω της. Τους είδα να κατευθύνονται προς την σκηνή που ήταν στημένη δεξιά του σπιτιού κάτω από το γέρικο δέντρο κι όπου κοιμόντουσαν ο Σλάφκο κι ο Γεδεών. Την ένοιωσα ανήσυχη, σίγουρα κι αυτήν ο δυνατός νοτιάς την είχε αναστατώσει. Η Μοίρα προστάτευε το σπίτι της. Με νύχια και με δόντια. Θα ’ταν ικανή να σταματούσε και το νοτιά ακόμα αν μπορούσε. Είχε αδυναμία στον Γεδεώνα. Σίγουρα είχε πάει να ελέγξει την κατάσταση.

Με αντιλήφθηκε καθώς ξανάμπαινε στο σπίτι. Έκπληκτη με ρώτησε αν βρισκόμουν εκεί την ώρα που είχε βγει. Της είπα ναι, με ξαναρώτησε αν ήθελα κάτι. Την καθησύχασα, μας είχε ανησυχήσει όλους ο δυνατός ο άνεμος, όμως όπου να ’ναι θα ξημέρωνε, δεν είχα την πρόθεση να ξαναπέσω στο κρεβάτι, θα ετοίμαζα καφέ και θα κατέβαινα στην παραλία. Η Μοίρα εξαφανίστηκε, κι εγώ πάλι με κινήσεις αργές και όσο γινόταν πιο προσεκτικές άρχισα να ετοιμάζω τον πρώτο καφέ της ημέρας. Όταν ξαναβγήκα, ο Γεδεών ήταν θρονιασμένος στην άλλη πολυθρόνα αγουροξυπνημένος. Έφερα ακόμα ένα φλιτζάνι και τον σέρβιρα. Ύστερα μείναμε σιωπηλοί να περιμένουμε το ξημέρωμα με τον Αρθούρο ανήσυχο να γαβγίζει και να πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα πόδια μας.

«Ονειρεύτηκα την συντέλεια του κόσμου απόψε, δεν είναι περίεργο;» 

Έγνεψα καταφατικά χωρίς να μιλήσω, συνέχισε. 

«Θέλω να σου ζητήσω κάτι..., να τώρα που είμαστε μόνοι. Θα ’θελα να διηγηθείς το περιστατικό της Αθήνας... Ξέρεις, εκείνο το βράδυ...»

Έμεινα για λίγο σιωπηλός, κι ύστερα άρχισα να αφηγούμαι αργά και ουδέτερα. 

«Ήταν το καλοκαίρι του 1998. Ο ουρανός ήταν τό­σο καθάριος όσο κι απόψε...» ψιθύρισα, και κλείνοντας τα μάτια ξανάζησα τη σκηνή. 

«Θα ’ταν περασμένα μεσάνυχτα κι η ζέστη δεν έλεγε να πέσει. Ένα ασθενικό αεράκι, που όλο και πήγαινε να σηκωθεί, έμοιαζε να μην έχει τη δύναμη ούτε καν ν’ αναρριχηθεί στις πυ­ρα­κτωμένες επιφάνειες των τοίχων. Λιποθυμούσε πριν καλά κα­λά δυναμώσει. Αυτή ήταν η μόνη διαφορά που υπήρχε σε σχέση με την αποψινή βραδιά. Δε φυσούσε καθόλου. Παρέα μ’ ένα φίλο απολαμβάναμε το ποτό μας χαμένοι στις σκέψεις μας.

»Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι ο καλεσμένος μου μιλούσε. Όμως δεν τον άκουγα. Η σκέψη μου έμοιαζε να έχει συρρικνωθεί. Ο καλεσμένος μου ξαναγέμισε το ποτήρι του, το δικό μου δεν είχε ακόμα αδειάσει. Κατάλαβα πως αυτή του η ενέργεια θα ’δινε μια ακόμα παράταση στην ώρα της αποχώρησής του. Όμως, μου ήταν αδιάφορο.

»Γύρω μου η Αθήνα… Μια μεταπολεμική τερατογένεση μέσα σ’ ένα κόσμο που δεν την είχε ανάγκη. Τα φρικαλέα καύκαλα των πολυκατοικιών έμοιαζαν ν’ ασφυκτιούν κάτω από σκου­ριασμένα παλιοσίδερα, σοφίτες κακοχτισμένες, κεραίες τηλεοράσεων οι περισσότερες ξεχαρβαλωμένες που έγερναν επικίνδυνα. Στο βάθος σαν την κορυφή μιας φωτισμένης τούρτας το πιο ψηλό κομμάτι του Λυκαβηττού, πίσω μου, το μπροστινό μέρος του Παρθενώνα φάνταζε απροστάτευτο και μόνο, παραφωνία τρανταχτή ανάμεσα στ’ αρχιτεκτονικά σύγχρονα σκουπίδια.

»Ένα δυσανάγνωστο και πνιγηρό συναίσθημα ένιωσα να με κυριεύει. Αυτός ο έκτος και τελευταίος όροφος όπου βρισκόταν η κατοικία μου έμοιαζε με παγίδα, σκέφτηκα για πολλοστή φορά. Αισθάνεσαι κυκλωμένος από παντού, δεν υπάρχει διέξοδος.

»Στ’ αυτιά μου έφτανε το υπόκωφο και διαρκές μουγκρητό μιας πόλης που καταδικάστηκε να πληρώσει βαρύ τίμημα για το θαύμα στο οποίο κάποτε πρωτοστάτησε. Μια λεηλασία που αποσιωπάται και για την οποία κανένας δε μιλά.

»Όμως, κι αυτό ακόμα τι σημασία μπορεί να ’χε πια, αναρωτήθηκα, καθώς ο συνομιλητής μου εκείνη τη στιγμή γελούσε, προφανώς ικανοποιημένος από τις μέχρι εκείνη τη στιγμή ρητορικές του επιδόσεις.

»Και τότε, εντελώς ξαφνικά η πόλη βούτηξε σ’ ένα μακρινό κι απόκοσμο φως… συννεφιασμένα ακροπατήματα αστεριών που ήθελαν να φτάσουν στη γη, ένα καράβι μεθυσμένο που είχε αγκυροβολήσει ολοφώτιστο στη μέση ενός γαλάζιου ωκεανού.., και ήταν τότε που εμφανίστηκε απρόσκλητα από το πουθενά... 

»Μια μεγάλη σφαίρα παλλόμενη λουσμένη στο φως. Το φως αυτό, τώρα που ξαναθυμούμαι τη σκηνή, είχε χρώμα, όμως δεν είμαι σε θέση να το περιγράψω με ακρίβεια. Περισσότερο θύμιζε το χρώμα του φεγγαριού στην πιο μεγαλειώδη του εκδοχή. Ένα τεράστιο φωτεινό μπαλόνι, μερικές δεκάδες μέτρα πιο πέρα. Σηκώθηκα για να το παρατηρήσω καλύτερα, την ίδια στιγμή που αναρωτιόμουν φωναχτά πια τι θα μπορούσε να συμβαίνει».

Σταμάτησα για λίγο κι ύστερα συνέχισα.

«Η σφαίρα παρέμεινε ακίνητη για ένα μικρό αλλά ακαθόριστης διάρκειας διάστημα, και στη συνέχεια πήρε μια διαγώνια κλήση κι εξαφανίστηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον ουρανό».

Ο Γεδεών άκουγε χωρίς να σχολιάζει. 

«Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε διό χρόνια αργότερα πάνω από το ξενοδοχείο όπου διέμενε η Χίλαρι Κλίντον στην Κωνσταντινούπολη, στη διάρκεια της τελευταίας επίσκεψης του προεδρικού ζεύγους των Ηνωμένων πολιτειών της Αμερικής στην περιοχή μας. Παρακολουθούσα τα νέα των οκτώ όταν με τα ίδια μου τα μάτια είδα να εκτυλίσσεται η ίδια σκηνή μ’ αυτήν που είχα ζήσει. Κινηματογραφημένη αυτή τη φορά, η φωτεινή σφαίρα παλλόταν αιωρούμενη πάνω από το περικυκλωμένο με περιπολικά κτίριο. Ο παρουσιαστής σχολίασε ότι ήταν ένα φαινόμενο που δεν μπορούσε να ερμηνευτεί».

Άρχιζε να χαράζει. Ο Γεδεών παρέμενε σιωπηλός, τα μεγάλα πράσινα μάτια του κοίταζαν ακαθόριστα μακριά, χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση. 

«Πάω να ξαπλώσω πάλι λίγο. Είναι ακόμα νωρίς» είπε και σηκώθηκε. «Εσύ;»

«Εγώ θα κατέβω μέχρι τη παραλία. Αυτή την ώρα η θάλασσα είναι πάντα ζεστή και ήρεμη. Ευτυχώς έπεσε κι ο αέρας», του απάντησα και εκεί χωρίσαμε.

Βρίσκεσαι μακριά μου. Προσπαθώ να σε αγναντέψω στέλνοντας τη ματιά μου όσο πιο μακριά μπορεί να ταξιδέψει. Η θάλασσα έχει πάρει το χρώμα τ’ ουρανού, μια λευκή σκιά αγκαλιάζει τον κόσμο προμηνύοντας μια μέρα ιδιαίτερα ζεστή. Ο Ιούλης αργοσαλεύει νωχελικά, προσπαθώ να μπω στους ρυθμούς του. Κοιτάζω την ώρα. Δεν έχει πάει ακόμα οκτώ.

Το σώμα μου βουλιάζει στην άμμο. Προσπαθώ να ξαναφέρω στην μνήμη το πρόσωπό σου. Όμως, πριν εμφανιστεί, μια φράση σου χτυπάει τ’ αυτιά μου. «Να θυμηθώ τι; Αυτά που είπαμε ή αυτά που δεν είπαμε;»

Σιωπή. Το κύμα μόλις που σκάει στην αμμουδιά. Τζιτζίκια σφυροκοπάνε την ώρα. Ένας γλάρος παραμένει καρφωμένος στο απέναντι βραχάκι και με κοιτάζει υπεροπτικά. Οι πρώτοι κολυμβητές άρχισαν να εμφανίζονται. Φωνές παιδιών, αλυχτίσματα σκυλιών που παίζουν. Το καλοκαίρι έχει καταπλακώσει τον κόσμο. Μια πεταλούδα της θάλασσας καθρεφτίζεται στα ακύμαντα νερά φέρνοντας κύκλους, χορεύοντας τρελά και ανερμάτιστα..., σε λίγο χάνεται...

«Αυτά που είπαμε, ή αυτά που δεν είπαμε», τα λόγια αυτά στροβιλίζονται ακόμα μέσα μου. Πού στην πραγματικότητα κρύβεται η αλήθεια, σ’ αυτά που λέγονται ή σ’ αυτά που δεν λέγονται ; Τόσα χρόνια μετά, και μόνο μια φράση που ξαναγύρισε στάθηκε αφορμή για να με ταξιδέψει στο παρελθόν...

***


Σαλόν-συρ-Μαρν, μυρωδιές από φρεσκολουστραρισμένο ξύλο και παλιό δέρμα, γεύση από Αρμανιάκ και βροχή... Και μια μουσική, που απλωνόταν στο χώρο, μυστηριακή προσευχή που ξέφευγε από τα βάθη των αιώνων, ταξιδευτής του σύμπαντος μοναχικός και περήφανος που δεν ελπίζει, που δεν είχε ποτέ του ελπίσει γι αυτό ίσως να εξακολουθεί να υπάρχει... Η Εβδόμη Συμφωνία του Μπετόβεν...

Κι ο Ολιβιέ... Ένας γρίφος που παρέμεινε μέχρι σήμερα άλυτος, περιπλέκοντας μοναδικά το ίδιο το μυστήριο της ύπαρξής μου... Λόγια που ειπωθήκανε, κι άλλα, πολύ περισσότερα, αυτά που δεν ειπωθήκανε ποτέ.

... Διαστήματα φλύαρης σιωπής... Ναι, αυτή ήταν η αίσθηση που είχα αποκομίσει. Ο Ολιβιέ..., Θε μου, πώς πέρασαν τόσα χρόνια...

Κι όμως, είναι σαν να μην φύγανε ποτέ, σαν όλα να ξαναβρίσκονταν μπροστά μου στην ξεχασμένη τούτη γωνιά της γης, σήμερα, μια μέρα καυτή του Ιούλη...

Κλείνω τα μάτια κι αφουγκράζομαι. Οι γνώριμοι καλοκαιριάτικοι ήχοι, οι ίδιοι που σημάδεψαν τα κρητικά καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων, και της εφηβείας μου...

Η άμμος αρχίζει να θερμαίνεται, μια ανατριχίλα απλώνεται στιγμιαία σ’ όλο μου το κορμί... Ανοίγω τα μάτια..., ένα μεγαλόσωμο μυρμήγκι στην απεραντοσύνη της αμμουδιάς μοιάζει να περιπλανιέται, έτσι, χωρίς σκοπό..., πώς είναι δυνατόν να βρει το δρόμο του σ’ αυτό το χάος...;

Κι ύστερα η σκέψη συνεχίζει το ταξίδι στο παρελθόν, σ’ αναζητά και πάλι. Ακροβατεί ανάμεσα σ’ ασταθή περιγράμματα, δεν μπορεί ή δεν θέλει να σ’ αναπαραστήσει με την ακρίβεια της ανασυρόμενης από τη μνήμη φωτογραφίας... Μόλις που διαφαίνεται μια εικόνα στην αχλή της μέρας που το δυνατό φως ντύνει στα λευκά.., ξανά μια πεταλούδα σκύβει και καθρεφτίζεται χορεύοντας στ’ ακύμαντα σχεδόν νερά...

Τραγούδι ατέλειωτο τζιτζικιών..., η παραλία έχει ξυπνήσει για τα καλά, θαλασσοπούλια ακροβατούν στον ουρανό... Σε λίγο η σκιά μετακινείται. Ψάχνω μια πιο δροσερή γωνιά. Συμμαζεύω όπως όπως τα λίγα μου πράγματα, και βρέχω τα πόδια μου στο νερό. Ένα παιδάκι πλατσουρίζει παιχνιδιάρικα, το κορμί μου δέχεται τις πρώτες αναπνοές της θάλασσας... Προχωρώ αργά, όπως συνηθίζω να κάνω. Ώσπου κάποια στιγμή αφήνω το σώμα μου να τ’ αγκαλιάσει η θάλασσα. Ρίγη πρωτόγνωρης ηδονής, τα χέρια μου σκίζουν τα νερά, παρασύρομαι σαν υπνωτισμένος..., αλήθεια πού είχα ξανακούσει να κάνουν λόγο για το μεθύσι της θάλασσας;

Κι εκεί ξαφνικά, χωρίς ίχνος προειδοποίησης, σε ξαναβρίσκω μπροστά μου. Η ματιά πρώτη, ποτάμι ορμητικό και ασυγκράτητο, η ματιά πρώτη με μαγνητίζει. Ένα κύμα ζεστό αγκαλιάζει το κορμί μου, βρίσκεσαι εκεί, το ξέρω, κι ας χάθηκε πάλι η ματιά.., τώρα όμως η αναπαράσταση είναι ένα παιχνιδάκι, το πρόσωπό σου σχηματίζεται πεντακάθαρα πάνω στη γαλαζοπράσινη υγρή επιφάνεια. Βρίσκεσαι μόλις λίγα μέτρα μπρο­στά, πότε πότε γυρίζεις και με κοιτάς, σ’ ακολουθώ, χωρίς να ξέρω προς τα πού κατευθύνεσαι, σ’ ακολουθώ... Κι αυτό το ξέρεις.

Επόμενη Ενότητα

Πρόλογος

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Μιχάλης Γρηγορίου: "Βίος Παράλληλος" (26)



ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ
Ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις του συνθέτη Μιχάλη Γρηγορίου
Ενότητα: "Εσυ, ο χρονος, ο θανατος κι εγώ" 

Επεισόδιο 26ο




Δευτερα 16/5/2011


Χτες ετυχε να ξανακουσω στην τηλεοραση, υστερα απο χρονια, το κοντσερτο για βιολι του Tchaikovsky, ενα πασιγνωστο εργο που το ξερω σχεδον απ’ εξω κι’ ισως γι’ αυτο –οπως συμβαινει αλλωστε με ολα τα “πασιγνωστα” εργα- εχω κι’ εγω την ταση να το θεωρω ως “αυτονοητο”, υποτιμωντας ετσι, ως ενα βαθμο, την σημασια του. Πραγματι, την ωρα που ακουγα το εργο και διαπιστωνα συγχρονως την δεξιοτεχνια του σολιστα (τωρα που τσαλαβουταω με το βιολι ειμουνα σε θεση να αντιληφθω πολυ καλα τις τρομερες τεχνικες δυσκολιες) σκεφτομουνα πως υπαρχει αυτη η ταση στον πολιτισμο, το να γινομαστε δηλαδη “μπλαζε” απεναντι σε τρομερες ανθρωπινες κατακτησεις, λογω του εθισμου μας μ’ αυτες. Ειναι μια σχεδον “νεοπλουτιστικη” ταση που μας οδηγει σε μια σταση τυφλοτητας. Κι’ ομως, απο που κι’ ως που αποτελουν κατι το “αυτονοητο”, τοσο η συνθετικη-αφηγηματικη δεινοτητα αυτου του εξαιρετικου συνθετη, οσο κι’ η δεξιοτεχνια του σολιστα ; Πως συμβαινει να εχουμε “εξοικειωθει” με την εικονα ενος πληθους ανθρωπων που καταφερνουν να συνεργαζονται, επιστρατευοντας ο καθενας την δικηα του σωματοκινητικη δεξιοτεχνια, την οποια απεκτησε υστερα απο χρονια σκληρης δουλειας, για να στησουν απο κοινου ενα τοσο πολυσυνθετο συμβολικο κατασκευασμα απο ηχους, το οποιο επινοησε ενας αλλος ανθρωπος ; Και πως γινεται να θεωρουμε ως “αυτονοητη” αυτη την αβιαστη “αφηγηματικη” λειτουργια μιας τοσο συνθετης μουσικης κατασκευης ; Μα, και μονο το γεγονος οτι αυτα τα πραγματα δεν υπαρχουν στην φυση, αλλα “κατασκευαζονται”, κι’ επιπλεον, το γεγονος πως αυτη την συμβολικη “αφηγηματικη” λειτουργια των ηχων αδυνατει να την αντιληφθει και να την παρακολουθησει η πλειοψηφια των “μη εξοικειωμενων” ακροατων, στους οποιους δεν εχει φορτωθει το καταλληλο αντιληπτικο προγραμμα, κι’ ακομα, το γεγονος πως αυτα τα συμβολικα αντικειμενα, μαζι με τα εργαλεια που τα παραγουν, δεν υπηρχαν πριν απο μερικες εκατονταδες χρονια, αλλα επινοηθηκαν σταδιακα, αρκει για να μας κανει να παψουμε να επιστρατευουμε την αισθηση του “αυτονοητου” που συγκαλυπτει την παραδοξη σημασια τους. 

Φυσικα, δεν ειναι μονο οι μουσικες κατακτησεις των τελευταιων 3-4 αιωνων εκεινες που, εχοντας μετατραπει σε “αυτονοητες”, μας οδηγουν μερικες φορες σ’ αυτη την σταση της διανοητικης και συναισθηματικης τυφλοτητας. Υπαρχουν και τα αντιβιοτικα, οι φακοι επαφης, oι ηλεκτρικοι κινητηρες, τα αεροπλανα, τα διαστημοπλοια, τα computers, ολα αυτα τα διαφορα υλικα και χημικα gadgets που μας περιβαλλουν, αλλα και τα διαφορα διανοητικα gadgets που εχουν επισης επιννοηθει σταδιακα, τα μαθηματικα, οι θεωριες της φυσικης, οι διαφοροι αλλοι τομεις της επιστημης, η ψυχολογια, η κοινωνιολογια, η γλωσσολογια, κλπ. Αν καπου παρουσιαζει ενα μεγαλυτερο ενδιαφερον η παραδοξη αναπτυξη της δυτικης μουσικης, που την απεκοψε απο την υπολοιπη “χρηστικη” μουσικη που εφτιαχναν οι ανθρωποι επι χιλιαδες χρονια για να συνοδευουν και να επαληθευουν τις δραστηριοτητες τους, ειναι η –φαινομενικα- “μη αμεση αναγκαιοτητα” της. (Κατι που συμβαινει βεβαιως και με τις υπολοιπες ανεπτυγμενες μορφες τεχνης, μονο που στην μουσικη εχουν ξεπεραστει καποια ορια). Γιατι, μιλωντας σε ενα πρωτο επιπεδο, μπορει κανεις να καταλαβει πως η τεχνολογια κι’ η επιστημη, μαζι με το θεωρητικο και διανοητικο υποβαθρο που επιτρεπει την αναπτυξη τους, οδηγουν σε υλικα και γνωστικα αποτελεσματα που εξυπηρετουν καποιες πρακτικες αναγκες, που διευκολυνουν και βελτιωνουν την επιβιωση. (Ακομα κι’ η λεγομενη “ψυχαναλυση” διεκδικει να εχει ενα τετοιο χρηστικο ρολο). Ειναι ορατο δηλαδη το κινητρο της “χρησιμοτητας” που μπορει να οδηγει τους ανθρωπους σε τετοιες διανοητικες και υλικες κατακτησεις. (Αν κι’ εδω θα ετιθετο το ερωτημα, σε τι ωφελει π.χ στην “επιβιωση” του ειδους η αστρονομια, η κοσμολογια, οι προβληματισμοι περι του Big Bang και των μαυρων τρυπων, κλπ, μαζι με τα μαθηματικα που συνοδευουν ολα τουτα, ή που αναπτυσσονται με αυτονομο τροπο, “εν κενω”).

Ομως, αυτο το περιφημο πρωτο επιπεδο μιας “χρηστικοτητας” που μπορει να ερμηνευσει, ως πρωτογενες κινητρο, τις ανθρωπινες κατακτησεις, φαινεται τελικα πως ειναι παραπλανητικο. Γιατι η “χρηστικοτητα”, η ιδιοτελεια της “χρησιμοτητας”, φαινεται πως λειτουργει και σε πολυ βαθυτερα επιπεδα που εχουν να κανουν με τον αυτοπρογραμματισμο αυτου καθαυτου του ειδους, ετσι ωστε να αποκτα σταδιακα ενα διανοητικο και πνευματικο οπλοστασιο, το οποιο ισως του επιτρεψει να επιβιωσει και σε μελλοντικες συνθηκες. Ισως ολα αυτα τα επιτευγματα, μεταξυ των οποιων και η μουσικη κι’ οι υπολοιπες “περιττες” τεχνες, να εντασσονται σε καποιο ευρυτερο αυτοματο, αυτοεξελισσομενο, προγραμμα, το οποιο λειτουργει οπως οι αλυσσιδωτες αντιδρασεις της πυρηνικης φυσικης. Υπ’ αυτη την εννοια ομως, ισως δεν θα επρεπε κανεις να αναζηταει ουτε καν το κινητρο καποιας “δευτερογενους χρησιμοτητας” που θα απεδιδε καποια υποτιθεμενα κρυφα “σοφα κινητρα” στην φυση. Ισως ολα τουτα τα φαινομενα της ανθρωπινης εξελιξης να ερμηνευονται μονο ως το αποτελεσμα της τασης για αυτοοργανωση ενος πολυ συνθετου συστηματος, που ανασυντασσεται διαρκως μεσω της αυθορμητης αλληλεπιδρασης των επι μερους συνιστωσων του, τεινοντας σε μια διαρκη αυξηση του βαθμου πολυπλοκοτητας του. 

Οπου και παλι, αυτη η ερμηνεια θα απαιτουσε μεγαλυτερη εκλεπτυνση, γιατι αυτη η αυξηση του βαθμου πολυπλοκοτητας του συστηματος που λεγεται “ανθρωποτητα” δεν κατανεμεται, ουτε διαχεεται ισομερως. Εαν μπορουσε να εφαρμοστει καποια –απλοϊκη- εξελικτικη ερμηνεια στο φαινομενο της αναπτυξης του “πολιτισμου”, αυτη ισως οδηγουσε στην παραδοχη της αναπτυξης πολλων “ρατσων” απο ανθρωπους. Μια εξελιξη δηλαδη βασισμενη στην ανισομερη κατανομη των “μιμιδιων”, που οδηγει ορισμενες “ρατσες” να παραμενουν εασει στασιμες στο διανοητικο επιπεδο της παλαιολιθικης ή νεολιθικης εποχης κι’ αλλες να εξελισσονται, παρακολουθωντας τις προκλησεις του περιβαλλοντος το οποιο δημιουργουν και μεταβαλλουν οι ιδιες, μεσω αλληλεπιδρασεων που γεννιουνται αυτοματως αναμεσα στα μελη τους, ως αποτελεσμα αυτης της αυθορμητης τασης για αυξηση του βαθμου πολυπλοκοτητας του συστηματος. Κι’ ισως αυτη η ταση να αρχιζει να εμφανιζεται μονο οταν δημιουργηθει καποια “κρισιμη μαζα” αλληλοπροκλησεων, οπως συμβαινει και με τις αντιδρασεις της πυρηνικης φυσικης στα διαγραμματα Feynman ! 

Ολα τουτα θα μπορουσαν να εχουν ενδιαφερον εαν ισχυε η εξελικτικη θεωρια. Αλλα κι’ εκει διαισθανομαι πως υπαρχουν παρα πολλα κενα. Γιατι, παραμενοντας στο επιπεδο της βιολογικης εξελιξης των ειδων, το χρονικο διαστημα μεσα στο οποιο διαπιστωνεται η μετεξελιξη απο τις πρωτες αμιβαδες στις οργανελλες, κι’ απο εκει στα οργανα και στους συνθετους οργανισμους παραειναι συντομο για να ειναι απολυτως πειστικη η θεωρια. Δεν αρκουν μερικα δισεκατομμυρια χρονια για να υπαρξει η μεταβαση απο τις απλες πρωτεϊνες και τα κυτταρα στην σατανικη πολυπλοκοτητα του εγκεφαλου ενος θηλαστικου π.χ. Κατι αλλο πρεπει να συμβαινει. Κατι που ισως μετετρεπε την σχεδον ποιητικη διατυπωση “αυθορμητη ταση για αυξηση της πολυπλοκοτητας” σε ενα “φυσικο νομο”, αναλογο με τον νομο της βαρυτητας.

Μιχάλης Γρηγορίου

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Έκλεισε η ιστοσελίδα e-Orfeas

Έκλεισε η ιστοσελίδα e-orfeas

Με μια λιτή ανακοίνωση (ΕΔΩ), μάθαμε το κλείσιμο του διαδικτυακού μουσικού περιοδικού "Ορφέας" (e-orfeas.gr), ύστερα από εφτά χρόνια λειτουργίας.

Είναι δεδομένο ότι ο "Ορφέας" υπήρξε ένα σημαντικό μέσο ενημέρωσης και προβολής της ελληνικής μουσικής, με ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις, δισκοπαρουσιάσεις, και άρθρα γνώμης. Στην ιστοσελίδα βρήκαν χώρο - με εξειδικευμένο και «ψαγμένο» τρόπο - καλλιτέχνες όπως ο Διονύσης Θεοδόσης (ΕΔΩ), ο Μάνος Λοΐζος (ΕΔΩ), τα Ανάκαρα (ΕΔΩ), και ο Γιώργος Νταλάρας (ΕΔΩ), για να αναφέρω τέσσερα μόνο από τα αφιερώματα που πολύ μου άρεσαν. Επίσης, διάβασα συνεντεύξεις πραγματικά αξιοζήλευτες, όπως με τον Γιώργο Χατζηνάσιο (ΕΔΩ), τον Γιώργο Σταυριανό (ΕΔΩ), τον Θανάση Γκαϊφύλλια (ΕΔΩ) και τον Κώστα Καλδάρα (ΕΔΩ). Και σε προσωπικό επίπεδο, δεν μπορώ παρά να εκτιμήσω το εκτενές αφιέρωμα του "Ορφέα" στους μουσικούς blogger που περιέλαβε και τα "Μουσικά Προάστια", όσο και την ανάρτηση της ανακοίνωσης των εργαζομένων του "Διφώνου" όταν τρέχαμε για να βρούμε το δίκιο μας.

Ομολογώ, βεβαίως, ότι οι επισκέψεις μου είχαν λιγοστέψει δραματικά τα τελευταία δύο, περίπου, χρόνια, κυρίως λόγω ενός περίεργου για τη δική μου αντίληψη ανοίγματος προς πρόσωπα και είδη μουσικής που ήταν ξένα όχι μόνο προς τα δικά μου ακούσματα αλλά και προς ό,τι νόμιζα ότι υπηρετούσε η ιστοσελίδα αρχικά. Οι δισκοπαρουσιάσεις είχαν μικρύνει επικίνδυνα, οι συνεντεύξεις επίσης, τα άρθρα γνώμης λιγόστευαν, υπογραφές όπως αυτές του Θεοδόση Βαφειάδη και του Μιχάλη Τσαντίλα έφευγαν αφήνοντας κενό, κάποιες αναλύσεις φανερώνονταν κατώτερες των έργων που καλούνταν να αναλύσουν, ενώ ολοένα και πύκνωναν τα δελτία τύπου. Πάντα όμως ισχύει το "περί ορέξεως κολοκυθόπιτα".

Η ουσία, στα δικά μου μάτια, είναι ότι η κρίση του τραγουδιού συμπαρασύρει και τα μέσα που τάχθηκαν στο πλευρό του. Δυστυχώς, η τωρινή μουσική παραγωγή, ποσοτικά αλλά προπαντός ποιοτικά, δεν μπορεί πλέον να δικαιολογήσει την οργανωμένη και καθημερινή ενασχόληση μαζί της. Δεν είναι μόνο ότι άλλαξε η δισκογραφία, έχει αλλάξει και το κοινό: διαβάζει λιγότερο, ασχολείται ακόμα λιγότερο, τραγουδάει ακόμα πιο λίγο. Το Δίφωνο έχει κλείσει, ο Μετρονόμος έχει στραφεί στα - εκπληκτικά πάντα - αφιερώματα σε πρόσωπα του παρελθόντος, κι αν θες να έχεις κάποια ελπίδα - όπως το Sonik ας πούμε - πρέπει να βάλεις τη Μόνικα στο εξώφυλλο και να φιλοξενείς τα ταξίδια της στις ΗΠΑ· να μου λείπει. Πάνε και τα μουσικά blogs - κάτι έσπασε μέσα μου όταν σταμάτησε το «Άρωμα του Τραγουδιού» (ΕΔΩ) -, και μένει ένα Musicpaper να κάνει τη "βρωμοδουλειά", με αρθράρες όπως αυτή του Αλέξη Βάκη για τον Χατζιδάκι της ΕΠΟΝ ΕΔΩ.

Σε κάθε περίπτωση, ο λάτρης του ελληνικού τραγουδιού θα βρει ενδιαφέροντα πράγματα στην ιστοσελίδα του "Ορφέα". Αυτή θα παραμείνει προσβάσιμη - σύμφωνα με την ανακοίνωση του ιδιοκτήτη της Τάσου Καραντή - να θυμίζει μεγάλες στιγμές του ελληνικού τραγουδιού, αλλά και μια πενταετία χονδρικά (2007-2012) εντυπωσιακής άνθισης της διαδικτυακής μουσικής δημοσιογραφίας στην Ελλάδα με ιστοσελίδες και blogs. Η μοίρα αυτής της άνθισης, εντελώς φυσιολογικά, συνδέθηκε αδιάρρηκτα με τη μοίρα του ελληνικού τραγουδιού. Θα τα θυμόμαστε και τα δύο με αγάπη.
ηρ.οικ.