Η μουσική μου περιπέτεια ξεκινάει το 1968 σε ένα πατάρι ενός παλιού σπιτιού στο Κουκάκι στην οδό Βείκου (δεν υπάρχει πια) σπίτι του Μιχάλη Χιντιράκη. Ξεκίνησα παίζοντας υποτίθεται κιθάρα.
Είχα
για κιθάρα μια ψάθινη ξεσκονίστρα που χρησιμοποιούσαν για να ξεσκονίζουν
κουβέρτες.
Ήταν
η πρώτη μου κιθάρα. Ο Μιχάλης σήμερα επαγγελματίας κιθαρίστας και τραγουδιστής
έπαιζε κιθάρα (ή καλύτερα το πάλευε με την κιθάρα και με το τραγούδι). Είχε
καλύτερη κιθάρα. Υπήρχε το μπράτσο και το μπροστινό μέρος της κιθάρας και για
χορδές είχε ένα χοντρό καλώδιο. Ο Θανάσης Αρμυριώτης μπασίστας σήμερα έπαιζε
επίσης κιθάρα, νομίζω ότι ήταν κανονική κιθάρα.
Κάποια
στιγμή αποφασίσαμε ότι χρειαζόμασταν ντράμερ και ανέλαβα εγώ.
Το
πρώτο σετ.
1
μεταλλικό βαρέλι κομμένο στην μέση για κάσσα. 1 τελάρο με μια πράσινη πλαστική
λεκάνη για ταμπούρο, έναν μεταλλικό σκουπιδοτενεκέ ανάποδα για βαθύ, ένα
σκουπόξυλο με καρφωμένο ένα μεταλλικό δίσκο σερβιρίσματος για πιάτο, και 2
στηρίγματα ποδιών καρέκλας καφενείου για μπαγκέτες. Μπροστά στην κάσσα είχαμε
ένα χαρτόνι που έγραφε THE MOUSSES το όνομα του γκρουπ.
Έτσι
ξεκίνησα, με βαρέλια, τενεκέδες, κουβάδες, λεκάνες και μετά από 34 χρόνια
πορείας επέστρεψα πάλι στα ίδια. Ολοκληρώθηκε ο κύκλος πρέπει να σκεφτώ τι θα
κάνω από εδώ και πέρα.
Όταν
πήρα τις πρώτες μπαγκέτες επειδή είχαν πλαστικό μπροστά τις χρησιμοποιούσα για
να ανοίξω μία τρύπα στον τοίχο. Η αλήθεια είναι ότι τότε ντραμς δεν έπαιξα αλλά
στο δίπλα σπίτι βγήκα από τον τοίχο.
Οφείλω
να πω ότι κάναμε και συναυλίες με ένα δίφραγκο εισιτήριο. Αυτά στα 13 μου.
Είχα
ήδη δει πολλά και σε μικρή ηλικία, πριν αρχίσω την επαγγελματική μου ενασχόληση
με την μουσική στα 16 μου χρόνια, ακριβώς 2 μήνες μετά που αγόρασα την πρώτη
ντραμς από τον Κοκονέτση μια MEAZZI. (που να φανταστώ
τότε την πορεία μου ώστε να κρατήσω εκείνο το πρώτο σετ σαν ανάμνηση, αν
θυμάμαι καλά το χάρισα ή το πούλησα στον επίσης γνωστό σήμερα καλό συνάδελφο
κρουστό, τον Βασίλη Βασιλάτο.) δεν χρησιμοποιώ τον όρο καλός συνάδελφος σαν
τους δημοσιογράφους στη τηλεόραση που μάλλον χρησιμοποιείται στη λογική της
κατά συνθήκης ψεύτικης ανοχής που ζούμε, αλλά με το πραγματικό περιεχόμενο της
λέξης.
Και
βέβαια σε συνθήκες επίσης βάρβαρες συνέχισα να βλέπω και να ζω πολλά. Έπαιζα 16
χρονών σε καμπαρέ στην Πλάκα από τις 9 το βράδυ μέχρι της 7 το πρωί, με ότι
σημαίνει αυτό.
Σε
αυτή τη πρώτη επαγγελματική δουλειά συμμετείχε και ο Μιχάλης Χιντιράκης κιθάρα.
Ήμουν
προστατευόμενος μιας κοπέλας από αυτές που ονομάζουμε συνήθως υποτιμητικά
«καμπαρετζού». Έμαθα και κατάλαβα πολλά για να μην κρίνω αβασάνιστα τις κοπέλες
που κάνουν αυτή την δουλειά.
Η
μαμά μου έδινε κολατσιό μαζί μου. Κατά τις 2 το πρωί έστρωνα στο ταμπούρο μια
πετσέτα έβγαζα το σάντουιτς και έτρωγα προς μεγάλη λύπη του μαέστρου που ήταν
μεγάλος και δεν μπορούσε να φάει και βούταγε μπισκοτάκια στην πορτοκαλάδα για
να αντέξει τον ανταγωνισμό με το σάντουιτς μου. Από εκείνον μάλλον κόλλησα την
συνήθεια να βουτάω μπισκότα στην πορτοκαλάδα.
Έχοντας
γυρίσει σχεδόν όλο τον κόσμο στα 16 μου χρόνια και έχοντας δει έναν ντράμερ
στην Μάλτα σε εκπαιδευτικό ταξίδι με το πολεμικό ναυτικό το 1969 αποφάσισα για
το τι ήθελα να κάνω. Από αυτόν τον ντράμερ στην Μάλτα μαγεύτηκα, ήταν σαν
βασιλιάς ψηλά στην σκηνή χαμένος μέσα στα πιατίνια του με τις κινήσεις του ήταν
σαν να χόρευε και κατεύθυνε όλο τον κόσμο στην απόλαυση της μουσικής. (από τις
ελάχιστες εικόνες που έχουν μείνει ζωντανές στη μνήμη μου). Μάγος στα δικά μου
μάτια. Θυμάμαι ότι τότε είπα ότι αυτό θα κάνω. Μαρτυρίες φίλων λένε ότι από
μικρός ότι έβρισκα το χτύπαγα, μάλλον είχα γεννηθεί για αυτό όμως τότε το
συνειδητοποίησα. Στην σχολή μονίμων υπαξιωματικών στον Πόρο οι συμμαθητές μου
λένε ότι όλη την ημέρα έπαιζα με τις μεταλλικές καπελιέρες. Τότε είναι που κάθισα
για πρώτη φορά στην ζωή μου σε σετ ντραμς που είχαμε στην σχολή. Με την
επιστροφή μου από το ΑΥΣΤΡΑΛΙΣ όπου σε όλη την διάρκεια του ταξιδιού ξέκλεβα
χρόνο και ανέβαινα στο σαλόνι κρυφά (γιατί απαγορεύονταν) και κοίταζα κλεφτά
τον ντράμερ της ορχήστρας,) αγόρασα αυτή την πρώτη ντραμς και έτσι ξεκινάει η
πορεία των 34 χρόνων μέχρι σήμερα.
Η
πρώτη μου εμπειρία σκυλάδικα, νύχτα, με κάποιο διάλειμμα ροκ και στα 1973 τα
παράτησα.
Τότε
είναι που πήγα στην ΑΚΤΟ για διακοσμητής.
Νίκος Τουλιάτος
Μ' ένα κύμβαλο ...αλαλάζον; Αθήνα: Εκδόσεις Δρόμων, 2006.
Μ' ένα κύμβαλο ...αλαλάζον; Αθήνα: Εκδόσεις Δρόμων, 2006.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου