Η ΧΟΡΩΔΙΑ ΤΟΥ ΝΟΥ
του Θεόδωρου Σταυρόπουλου*
Σήμερα, σε μια εποχή όπου οι τέχνες έχουν μετατραπεί -όπως και το κάθε τί- σε προϊόντα μαζικής κατανάλωσης, η αντίληψη του μέσου νου για τη μουσική έχει υποβαθμιστεί και αλλοιωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να την αντιλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο που ένα ζώο αντιλαμβάνεται κάποιον περίεργο ήχο: όταν λέμε «μου αρέσει το τάδε κομμάτι ή το δείνα τραγούδι» στ’ αλήθεια δεν εκφέρουμε κρίση μετά γνώσεως περί της ουσίας αλλά απλοϊκά εννοούμε ότι η τάδε μελωδία, η ερμηνεία του τραγουδιστή ή, έστω, οι στίχοι μας προκαλούν κάποιου είδους ήδυσμα που, τις περισσότερες φορές, δεν μπορούμε καν να προσδιορίσουμε.
Εάν όμως κανείς μεριάσει τα πέπλα και εισχωρήσει στο άδυτο του ιερού της μουσικής θ’ ανακαλύψει πως δεν πρόκειται απλώς για μια τεχνική της οποίας σκοπός είναι να τέρπει το ανθρώπινο αυτί. Ο εγρήγορος αναζητητής θα βρει εκεί έναν μικρόκοσμο γεμάτο θαυμαστά μυστήρια, μια τέλεια μαθηματική αρμονία που διέπεται από την αυστηρή τάξη του απείρου των αριθμών. Η αισθητική απόλαυση που προκαλεί η μουσική σε όλους ανεξαιρέτως δεν είναι τόσο ο στόχος της όσο το φυσικό αποτέλεσμα που απορρέει από την τήρηση (εκούσια ή ακούσια, ανάλογα με την γνώση του μουσικού) καθαρά μαθηματικών λόγων.
Σύμφωνα με τις αρχαιότερες παραδόσεις που χάνονται στο λυκόφως των αιώνων και σήμερα επιβιώνουν στην ετυμολογία της λέξης «μουσική», οι Μούσες ήταν εκείνες που γέννησαν αυτό το αρμονικό σύμπαν που οι άνθρωποι «βλέπουν με τ’ αυτιά τους». Κόρες της Μνημοσύνης (του συλλογικού ασυνειδήτου δηλαδή, για να δανειστούμε την ορολογία του Γιούνγκ) και του Απόλλωνα (του θεϊκού φωτός, αυτού που σήμερα ονομάζουμε «έμπνευση»), οι Μούσες αποτελούν μια κωδικοποιημένη εξήγηση της άνωθεν προέλευσης της μουσικής.
Το να αγαπά κανείς την μουσική και να τέρπεται από αυτή είναι ένα καθαρά ανθρώπινο χαρακτηριστικό και μια ένδειξη νοημοσύνης. Ο Πλούταρχος γράφει πως στην Ελλάδα της εποχής του υπήρχε άγραφος νόμος μεταξύ των ψαράδων να μην σκοτώνουν τα δελφίνια γιατί, απ’ όλα τα πλάσματα της θάλασσας, εκείνα μονάχα έδειχναν να λατρεύουν τον ήχο του αυλού και του τυμπάνου που έδινε το ρυθμό στους κωπηλάτες των καραβιών κι έτσι τα θεωρούσαν όντα με ψυχή κοντά σ’ εκείνη του ανθρώπου.
Πρώτος ο Πυθαγόρας διακήρυξε ότι «ο Θεός είναι αριθμός», θέλοντας να τονίσει την μαθηματική δομή ολόκληρης της κτίσεως και του σύμπαντος κόσμου – κάτι το οποίο επιβεβαιώνει και η σύγχρονη κοσμολογία. Παράλληλα, οι Πυθαγόρειοι πίστευαν στην ύπαρξης της musica universalis, μιας «παγκόσμιας μουσικής», την οποία ονόμαζαν και «αρμονία των ουρανίων σφαιρών». Σύμφωνα μ’ αυτή την θέαση, η οποία πάντρευε σε ίσα μέρη τον δογματισμό του μύστη, τις αυστηρές μετρήσεις του μαθηματικού και την διαίσθηση του καλλιτέχνη, ο κάθε πλανήτης, καθώς κινούταν στην τροχιά του, παρήγαγε μια συγκεκριμένη αρμονική νότα. Οι Πυθαγόρειοι υποστήριζαν πως όλες οι αρμονικές των πλανητών συνδυάζονταν σε μια ουράνια μουσική σύνθεση την οποία ο άνθρωπος μπορούσε να ακούσει εάν παρέμενε αρκετά σιωπηλός και προσηλωμένος στην εσωτερική αναζήτηση των ουρανίων πραγμάτων.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι στο διάστημα δεν υπάρχει ήχος, τουλάχιστον σε μορφή που να τον αντιλαμβάνονται τα ανθρώπινα αισθητήρια. Παρ’ όλα αυτά όλοι θυμόμαστε ότι το 2013, το σκάφος Voyager 1 το οποίο ύστερα από 36 χρόνια περιπλάνησης πέρασε τα «σύνορα» του ηλιακού μας συστήματος και μετέδωσε στη Γη τη «μουσική» του εξώτερου διαστήματος: τα όργανα του σκάφους κατέγραψαν τη συχνότητα δονήσεως σε πυκνά νεφών πλάσματος και ιονισμένων αερίων και στη συνέχεια την μετέφρασαν σε αρμονικές νότες.
Οποιοσδήποτε μαθηματικός λόγος μπορεί να μετατραπεί σε μουσική και οποιαδήποτε μουσική μπορεί να μεταφραστεί σε μαθηματικό λόγο. Ο Κάρλ Σέιγκαν είχε υποστηρίξει πως τα μαθηματικά είναι η μόνη «συμπαντική γλώσσα»· ταυτόχρονα, όμως, δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι και η μουσική αποτελεί μια κοσμική lingua franca, καθώς, στην ουσία τους, μαθηματικά και μουσική είναι ένα και το αυτό;
Ίσως κανείς σκεφτεί πως όλα αυτά είναι άσκοπες λεπτολογίες και μάταιες απόπειρες διύλισης του κώνωπα. Ίσως οι περισσότεροι να αρκούνται στην επιφανειακή τέρψη που τους χαρίζει η μουσική. Μήπως, όμως, αυτή η τέρψη δεν είναι παρά ένα κάλεσμα, ένα δόλωμα των αισθήσεων, για να ερευνήσουμε βαθύτερα τα μαγευτικά μυστήρια της μουσικής και να έρθουμε πιο κοντά στην πηγή της, η οποία δεν είναι άλλη από τα μαθηματικά – τους αριθμούς δηλαδή. Και τί είναι οι αριθμοί αν όχι το αλφάβητο του βιβλίου όλης της δημιουργίας που μας περιβάλλει; Άλλωστε, κανείς έχει να κερδίσει πολλά από ένα τέτοιο ταξίδι: σύμφωνα με τον Σέξτο τον Πυθαγόρειο, «ο υγιής νους είναι μια θεϊκή χορωδία»· και ποιος δεν θα ήθελε έστω να προσπαθήσει ν’ αφουγκραστεί το σαγηνευτικό της κρεσέντο;
Τρίτη 30 Αυγούστου 2016
*Ο Θεόδωρος Σταυρόπουλος διδάσκει Εφαρμοσμένα Μαθηματικά στο Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου