Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Ο Κώστας Γρηγορέας για το νέο βιβλίο του Αλέξη Βάκη





Για το βιβλίο του Αλέξη Βάκη «Ένα παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι»

(Ομιλία του Κώστα Γρηγορέα, που έγινε στην παρουσίαση του βιβλίου στις 12/6/2019 στο Polis Art Café, Αθήνα)


Είχα ένα δίλλημα για σήμερα: Να αυτοσχεδιάσω, η να φτιάξω «παρτιτούρα» ώστε να μιλήσω για το ωραιότατο βιβλίο του φίλου μου του Αλέξη;

Διαβάζοντας το, συνεχώς άλλαζα γνώμη. Από τη μια, η αμεσότητα του λόγου του με έκανε να φοβάμαι ότι ίσως «η παρτιτούρα» δεν θα ταιριάξει σε μια τέτοια, σαν σε παρέα, παρουσίαση. Από την άλλη όμως, η σοβαρότητα και η προσεκτική τεκμηρίωση των γεγονότων και των απόψεων που ακολουθεί πάντα, με έσπρωχνε στην αντίθετη κατεύθυνση.

Το δίλλημα μου το έλυσε ο ίδιος ο Αλέξης προς το τέλος του βιβλίου του, όπου αναφέρει: «Ο αυτοσχεδιασμός δεν είναι γενικά η θεότητα μου στη μουσική». Να λοιπόν κι ένα ακόμη θέμα στο οποίο ταυτίζομαι μαζί του, ανάμεσα στα πάμπολλα του βιβλίου. Όπως δηλώνει, ναι μεν στην αμεσότητα της ραδιοφωνικής εκπομπής προτιμάει κάποιες φορές τον αυτοσχεδιασμό, όμως στο «έργο» προτιμά την οργανωμένη προετοιμασία. Σαν τον Αλέξη λοιπόν κι εγώ, όταν συνοδεύω με την κιθάρα μου σε τραγούδι, «άμεσα» αυτοσχεδιάζω. Όμως δεν είναι αυτή η θεότητα μου όταν πρέπει να… σολάρω! Όπως δηλαδή έχω σκοπό να κάνω τώρα, σχετικά με το «έργο» του Βάκη.

Από παρτιτούρα λοιπόν! Καθότι αυτό μάλλον ενώνει ως νοοτροπία εμένα και τον Αλέξη ως μουσικούς και συνθέτες. Αμφότεροι πιστεύουμε ότι όσο πιο πολύ εκτιμάς και σέβεσαι κάτι, τόσο πιο έτοιμος και οργανωμένος θέλεις να είσαι στην παρουσίασή του. Έτσι συμβαίνει στη μουσική που μας αρέσει να φτιάχνουμε η να ακούμε, ακόμα κι όταν το μάρκετινγκ του χώρου στον οποίον κινείται κανείς επιβάλλει ενίοτε τα να παρουσιαστείς επί σκηνής και να υποδυθείς το ρόλο του μουσικού όπου επί τόπου και ως δια μαγείας «δέχεσαι την επιφοίτηση».

[Παρένθεση εδώ, με αφορμή ένα χαριτωμένο που διάβασα στο βιβλίο: Πλάκα-πλάκα εμάς της παρτιτούρας, μας υπερασπίζεται άθελά του κι ο πολύς Μάρκος Βαμβακάρης. Ο Μάρκος λοιπόν, πριν παρουσιάσει στο κοινό του ένα τραγούδι, αφού πρώτα το τελειοποιούσε στην κάθε μουσική του λεπτομέρεια, πρώτα το δοκίμαζε με έναν συνάδελφό του, ο οποίος το χόρευε. Με δυο λόγια ο Μάρκος να μεν δεν ήξερε από νότες για να γράψει την τελική μορφή του έργου του, ήξερε όμως από βήματα και τοιουτοτρόπως την κατέγραφε! Ώστε πανέτοιμος και κατασταλαγμένος να την παρουσιάσει στους, προφανώς απαιτητικότατους, μάγκες του φαν κλαμπ! Κι έξω από πλάκα, δεν υπάρχει σωστός μουσικός που να μην έχει διαμορφώσει τις σημειώσεις του πριν παρουσιάσει κάτι. Άλλος με νότες, άλλος με σκονάκια, άλλος με σχήματα, άλλος με βήματα…]

Οργανωμένος άριστα λοιπόν στο έργο του και ο Βάκης, γι’ αυτό κι ένα βιβλίο του με τον μάλλον ανάλαφρο και συναισθηματικό τίτλο «Ένα παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι», τελικά αποδεικνύεται να είναι ένα πολύ σοβαρότερο ανάγνωσμα-δοκίμιο για την ελληνική μουσική δημιουργία, απ’ ότι ο έξυπνα ελκυστικός τίτλος του προδιαθέτει, κάνοντας μια ωραιότατη αναδρομή στην ιστορία της δημοφιλέστερης ελληνικής φόρμας, αυτής του τραγουδιού. Είτε αυτό το είπαν ελαφρό είτε βαρύ, είτε το είπαν λαϊκό είτε έντεχνο. Το καλό ελληνικό τραγούδι, που όλα αυτά τα εμπεριέχει εκ κατασκευής, απλώς μετά μπήκαν τα ταμπελάκια ώστε να ξέρει ο έμπορος σε πιο ράφι να βάλει το κάθε δημιούργημα, ώστε να μπορέσεις εύκολα εσύ να το βρεις. Η έστω για να βρει, ο διαφημιστής, το έξυπνο κόλπο που θα σε κάνει οπαδό του και θα το προωθήσεις. 

Το «παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι» του Βάκη, όπως θα διαπιστώσετε, παίζει όλα τα ελληνικά τραγούδια, ανελλιπώς! Και ναι μεν άνθρωποι είμαστε κι έχουμε τα γούστα μας, όμως ουδείς άξιος αδικείται από τον Αλέξη δια της μη αναφοράς. Υπάρχει η αντικειμενική παραδοχή της αξίας, όμως με τον (Βακικού τύπου) υποκειμενικό υπαινιγμό του στυλ «όμως εμένα δε με φτιάχνει» ως επιμύθιο.

Κι εγώ από ένα γκρι «παλιό πικάπ Dual με το ηχείο για καπάκι» ξεκίνησα. Τουλάχιστον αυτό ήταν το δικό μου, μιας και ο λάτρης της κλασικής (και του Θεοδωράκη ως αριστερός, βεβαίως-βεβαίως) πατέρας μου, είχε και το σούπερ-ντούπερ ραδιοπικάπ Grundig στο σαλόνι, όπου εκεί μάλιστα ακούγαμε και μπάσα! Και για μένα, αλλά και για τον Αλέξη, αυτό το ταπεινό μηχάνημα απεδείχθη μια από τις βασικές εμπνεύσεις ώστε να καταλήξουμε στο χώρο της μουσικής. Η διαφορά είναι ότι ενώ αυτός μάλλον το χρησιμοποίησε και για να αναλύει τις μουσικές που έπαιζε, εγώ προτίμησα να πάρω ένα κατσαβίδι και να αναλύσω το μηχανισμό, που τις έπαιζε, ώστε με διάφορες μετατροπές το ταπεινό ντουαλάκι να καταλήξει να παίζει με… στερεοφωνική κεφαλή στηριγμένη με πατέντα στο μπράτσο του, με σύνδεση για 2οκανάλι στο ιστορικό telefunken ραδιόφωνο του παππού. Κι όπου τελικά «άλλα όργανα έπαιζαν στο ένα κανάλι και άλλα στο άλλο!» Οποία μαγεία!!!). 

Όλα έδειχναν ότι τελικά ο Αλέξης θα διέπρεπε και ως μουσικός παραγωγός, ενώ εγώ θα διέπρεπα και ως… κομπιουτεράκιας και ηχολήπτης (και μάλιστα με ένα deck Dual CS-508 πικάπ συνδεδεμένο μέχρι και σήμερα στον υπολογιστή μου).

Το παλιό αυτό πικαπάκι μου λοιπόν, έπαιζε ακούραστο τα πάντα. Όπως και του Αλέξη. Και απ’ ότι φαίνεται, μας έσπρωχνε και τους δυο σε παράλληλες πορείες, με το ένα πόδι στο ροκ και το όποιο λαϊκό τραγούδι έφτανε τότε μέχρι εμάς και με το άλλο πόδι στους μεγάλους λόγιους συνθέτες. Τι ποιο φυσιολογικό λοιπόν, η κατάληξη να είναι η πόρτα του ωδείου. Ατενίζοντας μεν με δέος προς τα πάνω τα κλασικά αριστουργήματα, αλλά και ρίχνοντας αγαπησιάρικες ματιές δεξιά κι αριστερά σε οτιδήποτε έξυπνο, νόστιμο, αληθινό, γοητευτικό κυκλοφορούσε.

Οι ωδειακές σπουδές μας, αλλά και η εμπλοκή των δάσκαλων μας σε αυτό που ήταν σε πλήρη ανθοφορία εκείνα τα χρονιά, δηλαδή το ελληνικό τραγούδι, μας έφερε σιγά-σιγά και τους δυο στα στούντιο και στις συναυλίες, μάλιστα πολλές φορές με τα μέχρι πρότινος είδωλά μας ως συνεργάτες! Μα τι ευτυχία.

Εδώ λοιπόν αρχίζει αυτό που θα έλεγα «ταύτισή, μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου». Μπορώ να σας υπογράψω υπεύθυνη δήλωση ότι ο Βάκης, ως συνάδελφος μουσικός και ως παραγωγός, τα λέει έτσι όπως έγιναν, τουλάχιστον όσα είχα την τύχη να έχω άμεση αντίληψη. Άρα θα έλεγα ότι «ο δειγματοληπτικός έλεγχος είναι επιτυχής» και στον τομέα της αξιοπιστίας ο Βάκης παίρνει άριστα, οπότε διαβάστε το βιβλίο του και μετά άφοβα τσακωθείτε στις παρέες σας με αέρα ειδήμονα!

Διαβάστε αξιόπιστες ιστορίες για τους παλιούς και τους νεότερους δημιουργούς, μουσικούς, τραγουδιστές και παραγωγούς.

Διαβάστε για τα πάθη και τα μίση τους, για τα δήθεν διαχωριστικά τους, αλλά και για τα αληθινά διαχωριστικά τους.

Διαβάστε για τη αγιοποίηση κάποιων μετρίων και τη δαιμονοποίηση κάποιων ικανών. Διαβάστε για τη χαμένη τιμή του επαγγελματία μουσικού που, δυστυχώς, για τον μέσο Έλληνα όσο πιο χομπίστας και λιγότερο εξαρτώμενος οικονομικά από τα έργα του είναι, τόσο πιο «αγνός, ιδεολόγος και μάγκας» φαντάζει (ή μάλλον έτσι τον εξαπάτησαν να πιστεύει).

Διαβάστε για τους κονδυλοφόρους και τους εμπόρους που έστησαν και στήνουν καλλιτεχνικά παραμύθια. Καλά και κακά, έως κάκιστα.

Διαβάστε για το «αναφαίρετο δημοκρατικό δικαίωμα του λαού να παίρνει τζάμπα τη μουσική», έχοντα προφανώς ως δεδομένο ότι κάποιος «Νιάρχος», είτε ως πρόσωπο είτε ως ίδρυμα, πρέπει να πληρώσει ώστε αυτή να δημιουργηθεί.

Διαβάστε για την, κάποτε, παντοκρατορία του δισκογραφικού παραγωγού που καθόριζε το τι θα περάσει στο κοινό. Που όμως συνήθως ήταν τότε ικανός και καταρτισμένος. Και βάλτε τη διπλά στην παντοκρατορία του σημερινού, τηλεοπτικής μόρφωσης, “παραγωγού playlist” των mainstream ραδιοφώνων, που επιβάλουν ακούσματα που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, το ένα είναι μια απλή κόπια του άλλου.

Και τέλος, διαβάστε συνοπτικά, ‘όμως εξαιρετικά εύστοχα, πορτραίτα δημιουργών και ερμηνευτών που μας καθόρισαν με το έργο τους αλλά και με την δημόσια ζωή τους. Θα σας λυθούν πολλές απορίες όπως, για παράδειγμα, γιατί ο δεξιός Χατζιδάκις υπήρξε στην πράξη μακράν αριστερότερος κάποιων δηλωμένων αριστερών και γιατί ο μέγας Δάσκαλος Τσιτσάνης είχε την ικανότητα (αλλά και την κατάρτιση) για να συγκεράσει με τον πιο κομψό και άμεσο τρόπο όλες τις μουσικές αυτού του τόπου, που κατοχυρώθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα ως «ελλαδικός».

Και τέλος, αν και ίσως ακουστεί λίγο υποτιμητικό για ένα γραπτό έργο (σας διαβεβαιώνω ότι μόνο ως υποτιμητικό δεν το εννοώ) το βιβλίο του Αλέξη Βάκη έχω την αίσθηση ότι κυκλοφόρησε στην κατάλληλη εποχή του χρόνου. Είναι ένα ιδανικό καλοκαιρινό ανάγνωσμα για όσους αγαπούν (ή αγαπούσαν) αυτόν τον καλλιτεχνικό χώρο που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε ποιοτικό ελληνικό τραγούδι, αλλά και για όσους αγαπούν την ελληνική έντεχνη μουσική γενικότερα.

Όμως προσοχή! Πριν το πάρετε μαζί σας στο βουνό η στη θάλασσα, φροντίστε οπωσδήποτε και για το soundtrack! Πάρτε μαζί σας ελληνικά τραγούδια που αγαπάτε. Φτιάξτε cd, playlist, ή ό,τι άλλο σας βολεύει. Θα έλεγα μάλιστα να ρίξετε και μια ματιά στα περιεχόμενα του βιβλίου για να πάρετε ιδέες.

Σας διαβεβαιώνω ότι θα περάσετε ένα καλοκαίρι που θα ξαναγαπήσετε ό,τι ήδη αγαπάτε. Μάλιστα, με τις πληροφορίες που με γλαφυρό και καθαρό λόγο εκθέτει ο Αλέξης Βάκης, έχετε πολλές πιθανότητες να τα αγαπήσετε και ακόμα περισσότερο!

Κώστας Γρηγορέας

Δεν υπάρχουν σχόλια: