Νύχτα Αυγούστου, βόλτα στην γέφυρα ενός πλοίου ξεχασμένου από Θεούς, Αγγέλους, Δαίμονες και Ανθρώπους…
Μα έχει επάνω του ψυχές, που η κάθε μια έχει την δική της ιστορία, μιαν ιστορία που χάνεται ανάμεσα σε γέλια, δάκρυα, χαρές, λύπες, αγωνίες και όνειρα, όλα εκείνα που άνθρωπο σε κάνουν… και αν τύχει καμιά φορά ανάμεσα στην σχόλη και το κρασί και τις ακούσεις μπορεί να μοιάζουν ίδιες, αλλά δεν είναι…
Μια στιγμή απόλαυσης, ένα βαρύ τούρκικο τσιγάρο, μια τζούρα και τα μάτια ξεφεύγουν από την θέα του ολόγιομου φεγγαριού, απέναντι στα φώτα του Σουέζ και η σκέψη χάνεται…
Πώς να κρατήσεις στα στενά όρια του εαυτού σου μια ψυχή που ταξιδεύει αιώνες, είδε την θάλασσα απόψε, ήρεμη, γαλήνια, ασημόφωτη, και ξεσηκώθηκε…
Είναι και αυτό το άρωμα του γιασεμιού που περιέργως πώς, φτάνει προσπερνώντας σαν κλέφτης τα ρέλια του καραβιού, φέρνοντας μήνυμα από τις ακτές όλου του κόσμου, πως εκείνη δεν χάθηκε….
Το άρωμα της μένει ζωντανό σαν πολύτιμο σμαράγδι, φυλαγμένο σε ένα σπάνιο κοχύλι, που πριν χρόνια δύο μικρά παιδιά το στείλανε δώρο στους Θεούς της θάλασσας, συνοδεία ευχών και αστεριών, κλεμμένων από τον ουρανό της Αλεξάνδρειας.
Τα μάτια κλείνουν, και το τσιγάρο ατέλειωτο, θύτης και σύντροφος πολλών ετών, ταξιδεύει μαζί μου πίσω στο χρόνο με όραμα το μέλλον… Όποιος ταξιδεύει αναζητά, και αν επιμείνει και πιστεύει τότε βρίσκει ό,τι γυρεύει.
Αυτό με κρατά ξύπνιο απόψε, η ελπίδα, που την κρατάω σφιχτά στην σκέψη μου σαν φυλαχτό, γιατί είναι ο οδηγός μου που θα με φέρει ένα πρωί στο πλάϊ της, κάτω απ’ την στέγη των ματιών της, σε ένα χαμένο παράδεισο... την αγκαλιά της.
ΑΜΑΛΘΕΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου