Τον Αριστοφάνη τον
γνώρισα καλύτερα μέσα από τον Μποστ. Ο Αριστοφάνης διαθέτει αυτό που έχουν όλοι
οι μεγάλοι σατιρικοί συγγραφείς: είναι άμεσος. Ταυτόχρονα, δεν είναι μόνο αυτό
που φαίνεται σε μια πρώτη ανάγνωση, δεν είναι ένας σατυρικός χιουμορίστας· στο
λόγο του διακρίνεις και μια πίκρα. Αυτή η άχνη πίκρας που υπάρχει πίσω από το
χιούμορ και τη σάτιρα με ερέθισε. Επίσης, αγαπά τις γυναίκες, τις οποίες αγαπάω
κι εγώ! Τέλος, δεν ξεχνάει το θέαμα. Αν έχεις φαντασία, μπορείς να κάνεις
μαγικές παραστάσεις. Έχει έναν λόγο αυθόρμητο, καθημερινό, αλλά δίνει την
ευκαιρία στους συντελεστές να κάνουν την τρέλα τους.
Πριν
τον Χατζιδάκι, οι συνθέτες έγραψαν σε μια κλασικίζουσα μορφή. Ο Χατζιδάκις
έδωσε ένα τελείως προσωπικό στυλ, πολύ ρυθμικό, προσεγγίζοντας έναν «αρχαϊκό
ήχο». Κάποιοι άλλοι συνθέτες έδωσαν στον Αριστοφάνη ένα δημοτικό ή ακόμα και
λαϊκό στοιχείο. Εγώ ήθελα να φτιάξω ένα προσωπικό ύφος και κατά κύριο λόγο
στηρίχτηκα στο ύφος του μουσικού θεάτρου, όχι της επιθεώρησης αλλά της
οπερέτας. Προσπάθησα, χωρίς να κάνω απομίμηση της οπερέτας, να γράψω μουσική με
αναφορές σε αυτήν, χωρίς να πετάω έξω το λαϊκό και το δημοτικό τραγούδι.
Τον
ήχο τον έχει πρώτα απ’ όλα η γλώσσα, γι’ αυτό η μετάφραση παίζει καταλυτικό
ρόλο. Είχα την τύχη να δουλέψω πάνω σε πολύ καλές μεταφράσεις του
Γεωργουσόπουλου, του Μάτεσι, του Δημητρακόπουλου, του Σταύρου.
Βασίλης Δημητρίου
Πρώτη δημοσίευση: Ηρακλής Οικονόμου, "Μουσικές για τον Αριστοφάνη", Δίφωνο, Ιούνιος 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου