Το «τίμιο» λα του
Παπασιδέρη
Πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου στο χωριό μου (Βάγια Θηβών), παιδάκι και, θυμάμαι την ελιά στο δεξί του μάγουλο, την «παχιά» προφορά του –λόγω αρβανίτικης καταγωγής– στα σύμφωνα λι νι και σι, και το βελούδο της φωνής του. Ανάμεσα σε τραγουδίστριες, δύο ή τρεις, ανάλογα με την ποσότητα βλακώδους πονηριάς του ιδιοκτήτη του μαγαζιού, που είχε μετατραπεί για τις ανάγκες του πανηγυριού σε οικογενειακό κέντρο. Όταν τραγούδαγε, σα να τραγούδαγε το στόμα του σε ξένο κορμί. Καμιά σύσπαση στο πρόσωπό του, καμιά «εκφραστική» κίνηση, κανένα μέλος του σώματός του δεν συμμετείχε στο χρώμα που εκσφενδόνιζε η φωνή του –η απόλυτη εφαρμογή της Μπρεχτικής «αποστασιοποίησης» (αργότερα τα πρόσεξα και στους: Γρηγόρη Μπιθικώτση, Στέλιο Καζαντζίδη, Σωτηρία Μπέλλου, Νίκο Ξυλούρη). Οι καλοί χορευτές σηκώνονταν να χορέψουν μόνον όταν τραγούδαγε ο Παπασιδέρης. Γιατί; «Ήταν τεμπάτος, κάρφωνε τις νότες», μου είπε το 1996 ο κλαρινίστας Παναγιώτης Κοκοντίνης από το Αμπελοχώρι Θηβών.
…1922 και η δύναμη των προσφύγων και ταλαντούχων Μικρασιατών μουσικών, τραγουδιστών και συνθετών, που πλημμύρισαν την κυρίως Ελλάδα, επιβάλλει και σχεδόν κυριαρχεί και παραμερίζει την τοπική μουσική παράδοση (τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια γιατί, αργότερα αυτή η συγχώνευση επέφερε το αποτέλεσμα που τώρα γνωρίζουμε). Καινούργια λαϊκά όργανα, αστικά λαϊκά τραγούδια, αμανέδες και «τρόποι τραγουδίσματος» μεταφέρονται από τη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Ανατολική Θράκη στην κυρίως Ελλάδα.
Αυτή η ατμόσφαιρα υπάρχει και στους πρώτους δίσκους που τυπώνονται λίγο αργότερα (1931), με την δημιουργία του πρώτου εργοστασίου παραγωγής δίσκων στην Ελλάδα. Τα «μέσα ηχογράφησης» της εποχής απαιτούσαν ικανότατους τραγουδιστές και μουσικούς, μιας και δεν υπήρχε η δυνατότητα για play-back, διορθώσεις κτλ. Γι’ αυτό και οι πρώτοι τραγουδιστές των δίσκων επιλέγονται με πολύ αυστηρά κριτήρια. Ένας απ’ αυτούς είναι και ο «Κουλουριώτης» Γιώργος Παπασιδέρης.
Προφανώς, το προαναφερόμενο μουσικό κλίμα, η γειτνίαση της Σαλαμίνας με τον Πειραιά των ρεμπέτικων, η πεποίθηση της εποχής ότι «τραγουδιστής που δεν μπορεί να πει αμανέ, δεν λογίζεται τραγουδιστής», ο θαυμασμός του Παπασιδέρη για την ερμηνευτική δεινότητα των Μικρασιατών που τραγουδούσαν αμανέδες (Ατραΐδης, Νούρος, Καρίπης, Αραπάκης κ.ά.), καθώς και οι επιλογές της νεοσύστατης δισκογραφικής βιομηχανίας για ρεπερτόριο ήδη καθιερωμένο, τον οδήγησαν στα πρώτα 5 χρόνια να δισκογραφήσει μόνον αμανέδες. Αμέσως μετά, αυξήθηκε η δισκογραφική παραγωγή δημοτικών τραγουδιών, λόγω μεγάλης ζήτησης. Έτσι, ακολουθώντας κι αυτός το «ποτάμι», δισκογράφησε 1800 περίπου δημοτικά τραγούδια που, τώρα πια –με τις αμέτρητες επανεκδόσεις– γνωρίζουμε καλά. Γνωρίζουμε επίσης ότι, το μεγαλύτερο μέρος των δημοτικών τραγουδιών που δισκογραφήθηκαν τότε, αλλά και αργότερα, ήταν δημιουργία αφ’ ενός επώνυμων και ταλαντούχων του συγκεκριμένου τόπου και αφετέρου αναδημιουργία όλης της τοπικής κοινωνίας με τις αδιαμφισβήτητες προσθαφαιρέσεις σ’ αυτά, ώστε να «κορομηλιάσουν». Μοναδικοί τραγουδιστές (όπως ο Παπασιδέρης) που, για τις ανάγκες των τοπικών πανηγυριών μάθαιναν και τα τραγούδια του συγκεκριμένου τόπου, τα πέρασαν στη δισκογραφική βιομηχανία που «εκμεταλεύτηκε» το ταλέντο τους και την πρόσβασή τους σ’ αυτά.
Η έρευνα, που εν τω μεταξύ έχει γίνει για την συγκεκριμένη εποχή (1930), μπορεί να επιβεβαιώσει αυτούς τους ισχυρισμούς, μιας και τραγούδια που είναι καταγεγραμμένα ως δημιουργίες συγκεκριμένων σπουδαίων τραγουδιστών, δεν ήταν παρά δημιουργίες της τοπικής κοινωνίας. Η σύνθεση δημοτικών τραγουδιών, μπορούμε να πούμε ότι, τελείωσε με την πρώτη δισκογράφησή τους. Να σημειωθεί και η «Προκρούστεια» επέμβαση σ’ αυτά, που συντελέστηκε με την δισκογράφησή τους («δυτικού τρόπου» συγχορδιακή συνοδεία, αλλοίωση της διαστηματικής δομής των μουσικών κλιμάκων κτλ.). Αυτό εξ άλλου, είναι ολοφάνερο τώρα, ακούγοντας τη «διαστηματική» ευαισθησία των νέων μουσικών που παίζουν παραδοσιακά όργανα –απόρροια της γνώσης τους– με την οποία προσεγγίζουν τα ίδια δημοτικά τραγούδια.
Τι απομένει; Η χαρά της ακρόασης της υπέροχης φωνής του Παπασιδέρη και άλλων σηματωρών τραγουδιστών της εποχής του με το μοναδικό «χρώμα» τους.
Ιδιαίτερη μνεία στις υψηλές τονικότητες που τραγουδούσε ο Παπασιδέρης (φαινόμενο που παρατηρούμε και στις ηχογραφήσεις δημοτικών και ρεμπέτικων τραγουδιών που ηχογραφήθηκαν στην Αμερική την δεκαετία του ’20 από τους εκεί Έλληνες τραγουδιστές-μετανάστες Σωτήρη Στασινόπουλο, κα Κούλα, Μαρίκα Παπαγκίκα κ.ά.) – παράμετρος που δεν υπάρχει τώρα. Λίγο πριν το τέλος της ζωής του, ο Παπασιδέρης βρέθηκε να τραγουδά σε πανηγύρι και, εισπράττοντας την έκπληξη του μουσικού στην επιθυμία του να τραγουδήσει από λα μινόρε, του είπε «παίξε από λα, για ν’ ακουστεί το τίμιο λα του Παπασιδέρη».
Αν βρεθείτε στην Κούλουρη, κάντε μια βόλτα στη Μονή Φανερωμένης όπου, μαζί με το «αυθαίρετο» του Άγγελου Σικελιανού (σχεδόν μέσα στη θάλασσα, ο αθεόφοβος), θα δείτε και τη μορφή του Παπασιδέρη να τραγουδά στο πανηγύρι της.
Πλάκα, Μάρτιος 2009
Θανάσης Μωραΐτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου